«Με αφορμή μια προβολή του «1922», βρεθήκαμε στο φιλόξενο σπίτι του στο Μετς να μιλάμε για τις ταινίες του και για την πρόσφατη «περιπέτεια» του με τέσσερεις μετανάστες. Οι απόψεις του σίγουρα θα σοκάρουν τους παλιούς του συντρόφους, αλλά είναι η φωνή ενός αιώνια οργισμένου Έλληνα.
- Να μιλήσουμε για το «1922»; Πως σκεφθήκατε να γυρίσετε αυτήν την ταινία;
Είναι περίεργη η ρίζα. Η μητέρα μου είχε μαζέψει στο σπίτι δύο προσφυγοπούλες. Ήταν δύο συγκινητικά άτομα και εγώ αποσπούσα πληροφορίες για την ζωή τους, τον τρόπο που ζούσαν. Και σιγά- σιγά μπήκε μέσα μου ένα ενδιαφέρον, όχι πατριωτικό θα μπορούσα να πω, αλλά για το δράμα του ελληνικού λαού. Και σιγά-σιγά μελετώντας αποφάσισα να κάνω την ταινία. Όπως πάντα μελέτησα την εξουσία, διότι υπήρχε μια πληροφορία ότι ο Παπανδρέου η ο Μεταξάς η ποιος άλλος δεν ξέρω, να πέσει μια σιωπή για το δράμα των 3 εκατομμυρίων προσφύγων, που σφάχτηκαν η εξορίστηκαν τον Αύγουστο του 1922.
Έψαχνα τα ελληνομικρασιατικά αρχεία. Υπήρχαν δύο ογκώδη βιβλία με θέμα τις μαρτυρίες των προσφύγων. Και αυτά είχαν απαγορευτεί να κυκλοφορήσουν. Και μένα κάθε απαγόρευση γεννά μέσα μου ένα είδος αντίστασης. Όταν ότι αφορά ένα οδυνηρό θέμα ενός λαού απαγορεύεται να κυκλοφορήσει, απαγορεύεται να λεχθεί, λέω «δεν πάει στο διάολο;»
- Από τότε υπήρχε το μικρόβιο της «ελληνοτουρκικής φιλίας»;
Δεν ξέρω πως το διάολο το επεξεργαζόταν, αλλά το θέμα είναι ότι ξύπνησε μέσα μου ένας θυμός. Και επειδή όλες μου οι ταινίες είναι δημιουργήματα θυμού, λέω «θα το κάνω ταινία». Και έκανα το «1922».
Βασίσθηκε κατ’ αρχήν στο οδοιπορικό του Ηλία Βενέζη με το ίδιο θέμα (σ.σ. εννοεί το «Νούμερο 31328») από όπου κράτησα όλο το βιβλίο. Εκεί είδα ότι ο Βενέζης μέσα στον καημό του και το λυρικό του μεράκι είχε μια τρυφερότητα και καλά έκανε, στον τρόπο που περιέγραφε την φρίκη. Αλλά τέτοια φρίκη και τρυφερότητα δεν πήγαινε και τόσο καλά. Εξαφάνισα λοιπόν την τρυφερότητα από το βιβλίο και κράτησα την φρίκη.
- Υπάρχει όμως ένας ηρωισμός των Ελλήνων στην ταινία που δεν υπάρχει στο βιβλίο του Βενέζη. Παραδείγματος χάριν στην σκηνή που ο Τούρκος τους λέει ποιος θα πιει από το πηγάδι και τους σκοτώνει έναν-έναν.
Έχεις δίκιο. Εγώ συμφωνώ μαζί σου. Προσπάθησα με νύξεις, γιατί δεν ήθελα να κάνω μια ηρωική ταινία…
Έλα ντε. Γιατί όχι; Δεν φοβήθηκα την λογοκρισία. Την αλήθεια φοβήθηκα. Όταν ξαναδείς την ταινία καμιά φορά θα δεις πως αντιμετωπίζω το «Έλληνας – Τούρκος», το «Τούρκος – Έλληνας» κάθε λίγο. Μπορείς να πεις ότι αντιμετωπίζω τους Τούρκους με γενναιοδωρία.
Δηλαδή δεν είναι ο καλός και ο κακός. Είναι ο νικητής και ο ηττημένος. Έχει τεράστια διαφορά.
- Πάντως στην ταινία υπάρχουν συγκλονιστικές σκηνές που δείχνετε όλη την σκληρότητα των Τούρκων. Όπως στην σκηνή που ο Τούρκος κόβει τους όρχεις του Έλληνα και φωνάζει «Η Τουρκία στους Τούρκους».
Το θυμάσαι βλέπω. Δεν ήθελα να το ισοπεδώσω. Αυτή είναι μια σκηνή που επέτρεψα στο σενάριο, όπως και την σκηνή που ο ιππέας σκοτώνει τους Αρμένηδες. Το ίδιο φαίνεται στην νεαρή κοπέλα (ο ρόλος της Ελεωνόρας Σταθοπούλου) και της μαμάς της, αλλά και την Τουρκάλα υπηρέτρια, που τους επιστρέφει την οργή τους καταδίδοντας τον αδελφό της κοπέλας. Υπάρχει μία νύξη συνεχώς. Δεν ήθελα να κάνω μια ταινία ερμαφρόδιτη, και δεν ήταν. Απόδειξη ότι εξόργισε την Αριστερά, η οποία την έβρισε από διακόσιες πλευρές.
- Πως χαρακτήρισε η Αριστερά το «1922»;
Πρώτα από όλα την κατηγόρησε για σωβινισμό. Για αυτούς ήταν μια ταινία σωβινιστική και δεν επιτρέπεται ένας αριστερός διανοούμενος, δηλαδή εγώ, να έχει αυτήν την θέση.
- Δηλαδή όποιος έχει μια διαφορετική άποψη από την διεθνιστική στάση της Αριστεράς, πρέπει να στήνεται στα τρία μέτρα;
Είναι αυτή η στείρα αριστερή αντιμετώπιση που επιτίθεται σε ότι δεν βολεύει τα διάφορα ΚΚΕ.
- Θα ήθελα να μου πείτε για την απαγόρευση της ταινίας. Γιατί από ότι ξέρω απαγορεύθηκε και επί ΝΔ και ΠΑΣΟΚ.
Όχι. Απαγορεύθηκε από την δεξιά κυβέρνηση. Γιατί άμα ήλθε στην εξουσία το ΠΑΣΟΚ, ήταν ο υπουργός ο Καψής και την απελευθερώθηκε.
- Μισό λεπτό. Επί ΠΑΣΟΚ ήταν να προβληθεί αι το «1922» σε ένα κινηματογραφικό φεστιβάλ στην Ουγγαρία, και την τελευταία στιγμή επεμβαίνει ο Έλληνας πρέσβης και απαγορεύεται η προβολή της ταινίας.
Μάλιστα.
- Τελικά επεμβαίνει ο Καψής και την απελευθερώνει.
Όχι. Ο Καψής επεμβαίνει αργότερα. Η ταινία απαγορεύθηκε.
- Δηλαδή απαγορεύθηκε και επί Παπανδρέου;
Ναι. Απαγορεύθηκε μέσω πρεσβευτών, του Έλληνα πρεσβευτή και του Τούρκου πρεσβευτή.
- Αληθεύει ότι το «1922» έχει απαγορευθεί δια παντός να προβληθεί στην Θράκη;
Ο Καψής την απελευθέρωσε.
- Εγώ ξέρω ότι απελευθερώθηκε επί Καψή, αλλά έχει απαγορευθεί να προβάλλεται στην Θράκη.
Α, μπράβο! Έχεις δίκιο σε αυτό. Το είχα ξεχάσει. Απαγορεύθηκε στην Θράκη και όπου υπάρχουν μωαμεθανοί. Η ταινία λευτερώθηκε εκτός από την Θράκη, όπως πολύ σωστά είπες. Πρέπει να σου πω ότι η στάση απέναντι στην ταινία ήταν αρνητική και μόνο με την απαγόρευση έκανε τον κόσμο να έχει θετική στάση. Προβλήθηκε σε 32 κινηματογράφους και όλο κάθε λίγο θα την δεις να παίζεται σε ακριτικά νησιά.
- Το βιβλίο της Ρεπούση υπήρξε μία ανατριχιαστική εθνική κακοήθεια. Θυμάμαι ότι το «Πρώτο Θέμα» διένειμε το «1922» σε μια περίοδο που υπήρχε η διαμάχη για το βιβλίο της Ρεπούση. Εσείς τι γνώμη έχετε για το βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ’ Δημοτικού, που μιλάει για «συνωστισμό στην Σμύρνη»;
Είναι μια ανατριχιαστική εθνική κακοήθεια. Άμα το διάβασα, γιατί μου το φέρανε φίλοι και μου είπαν «διάβαστο», έμεινα άναυδος τελείως. Πήγα και είδα την Υπουργό Παιδείας, την Γιαννάκου και της είπα: «Δεν ντρέπεσαι κυρία υπουργίνα; Κράτος είναι αυτό;» Ήμουν άγριος και χυδαίος από την αγανάκτηση μου. «Δεν ντρέπεσαι να ισχυρίζεσαι ότι κάθεσαι στην καρέκλα και διαχειρίζεσαι εξουσία σε βάρος των Ελλήνων;» Μου λέει: «Μα τι είναι αυτά που λέτε;» «Είναι έτσι, όπως το λέω. Ορίστε το βιβλίο». Και της το δίνω. «Πιστεύετε ότι δεν το έχω διαβάσει;» «Όχι, αλλά αν το έχετε διαβάσει είναι ακόμα χειρότερο γιατί είστε κατάπτυστη» «Μα πως μου μιλάτε έτσι» μου κάνει. «Παρόλο που είστε γυναίκα και ως εξ’ ορισμού πρέπει να σας σέβομαι, δεν σας σέβομαι καθόλου». Πιστεύω ότι την κυρία Ρεπούση πρέπει να την στείλουν σε καμία βραχονησίδα. Είναι αφάνταστη η χυδαιότητα αυτής της γυναίκας.
- Όλες αυτές τις προσπάθειες για να είμαστε φίλοι με τους Τούρκους, πως τις βλέπετε;
Αυτή ήταν πάντα μια θέση των Παπανδρέου. Ήταν μέσα στους κανόνες μιας καλής γειτονίας και της Ενωμένης Ευρώπης και του πνεύματος της εποχής. Ευτυχώς δεν έγινε τίποτα από όλα αυτά.
Είναι η πρώτη φορά που λέω «Μπράβο κύριοι Γερμανοί!» Οι Γερμανοί δεν θέλουν την Τουρκία στην Ευρώπη, και την θέλουμε εμείς. Εμείς είμαστε σφουγγοκωλάριοι. Έτσι συμπεριφερόμαστε, σαν σφουγγοκωλάριοι. Οι Γερμανοί βεβαίως δεν θέλουν την Τουρκία στην Ευρώπη όχι για κανένα πατριωτικό λόγο, αλλά γιατί είναι 70 εκατομμύρια οι Τούρκοι και θα τους καβαλήσουν. Παρόλο που έχει χιλιάδες Τούρκους εργάτες, η Γερμανία έκλεισε τα σύνορα στους Τούρκους.
Όταν μου επιτέθηκαν ένοιωσα ένα μίσος ταξικό, κοινωνικό και εθνικό
- Για πείτε μας για την περιπέτεια που είχατε πριν από λίγους μήνες.
Μιας και μιλούσαμε για Τούρκους, πρέπει να πούμε για ένα θέμα τεράστιο, που άρχισε πριν από χρόνια. Και αυτό είναι η τελείως ανόητη γενναιοδωρία των Ελλήνων να ανοίξουνε τα σύνορα. Τώρα οι Γάλλοι και οι Γερμανοί τα ανοίξανε, αλλά τώρα τα κλείνουν. Ξέρεις ότι για τους δικούς τους μετανάστες οι Γάλλοι, δηλαδή τους Αλγερινούς και τους Μαροκινούς άνοιξαν τα σύνορα, γιατί ήταν μέρος της Κοινοπολιτείας. Μετά όμως τους μαντρώσανε. Τους είπαν «Στοπ!» Και οι Έλληνες λένε: «Μπάτε σκύλοι, αλέστε!». Εγώ δεν βρίσκω άλλη εξήγηση από την ηλιθιότητα.
Στο πρόβλημα της μετανάστευσης στάθηκα ενάντιος. Μάλιστα κατηγορήθηκα ότι κάνω φυλετικές διακρίσεις. Ποιος; Εγώ, ένας αριστερός! Αλλά από την πρώτη στιγμή είδα τον κίνδυνο γιατί έχω ζήσει στην Γαλλία, έχω ζήσει στην Ευρώπη έχω καταλάβει ότι όταν λένε ότι υπάρχει κίνδυνος, είναι κίνδυνος πράγματι. Όταν οι Γάλλοι αναγκάσθηκαν να κλείσουν τα σύνορα τους, παρά τις πιέσεις, κάτι μου άφησαν. «Σιγά, παιδιά τους λέω. Δεν αντέχουμε, είμαστε λίγοι, είμαστε πολλοί λίγοι για να ανοίξουμε τα σύνορα». Και όμως τα ανοίξαμε. Έγινε ξέφραγο αμπέλι η Ελλάδα. Δεν μπορούμε καν να τους ταΐσουμε. Στην αρχή κουβαλήθηκαν με φθηνό μεροκάματο στις αγροτικές περιοχές για αγροτικές δουλειές. Είπαν «Εντάξει, είναι μια ανακούφιση στο μάζεμα της ελιάς». Τελικά φτάσαμε στο δικό μου επεισόδιο.
Κατά τα ξημερώματα της 21 Οκτωβρίου του 2010, έπεσε θύμα ληστείας στο σπίτι του στο Μετς, από 3 μασκοφόρους τους οποίους η αστυνομία δεν κατάφερε να εντοπίσει, ενώ ο ίδιος μεταφέρθηκε στην εντατική μονάδα του νοσοκομείου «Γεώργιος Γεννηματάς». Υπήρξε θύμα ανάλογης ενέργειας και 2 μήνες νωρίτερα.
Πείτε μας, πως έγιναν τα πράγματα;
Ήταν δύο η ώρα το βράδυ και έβλεπα τηλεόραση και ξαφνικά μπαίνουν μέσα τέσσερεις ξένοι με μάσκες. Χίμηξαν πάνω μου, μου κλείσανε το στόμα με ένα μαξιλάρι. Με έδεσαν με τα καλώδια του τηλεφώνου, με κτύπησαν αμείλικτα, με μίσος ταξικό, κοινωνικό, εθνικό. Κάθε λογής μίσος ήταν πάνω στην κίνηση τους. Εγώ ήμουν σίγουρος ότι η γραμμή ήταν «σκοτώστε τον!» Αλλά δεν με σκότωσαν. Ένα άλλο άνθρωπο, καθηγητή που μένει εδώ κοντά, τον σκότωσαν.»
Ο Νίκος Κούνδουρος (15 Δεκεμβρίου 1926 – 22 Φεβρουαρίου 2017) ήταν Έλληνας σκηνοθέτης, σεναριογράφος και μοντέρ, θεωρούμενος ευρέως ως μία από τις σπουδαιότερες μορφές του ελληνικού κινηματογράφου. Σε μια καριέρα που διήρκεσε περισσότερα από πενήντα χρόνια, ο Κούνδουρος σκηνοθέτησε δώδεκα κινηματογραφικές ταινίες, από τις οποίες η γνωστότερη είναι ο «Ο Δράκος» (1956), που συγκαταλέγεται ανάμεσα στα αριστουργήματα του ελληνικού σινεμά. Άλλες ταινίες του, όπως οι Μαγική Πόλη (1954), Οι παράνομοι (1958) και Μικρές Αφροδίτες (1963) επίσης απέσπασαν διακρίσεις σε εγχώρια και διεθνή φεστιβάλ. Επιπλέον, έχουν κατά καιρούς εκδοθεί αρκετά ημερολόγια και αυτοβιογραφικά βιβλία του, όπως επίσης και ο θεατρικός μονόλογος «Η απολογία του Θεόφιλου Τσάφου».
O Νίκος Κούνδουρος γεννήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου του 1926 στον Άγιο Νικόλαο Κρήτης. Για τις ιδέες του βρέθηκε στην Μακρόνησο (
μαζί με τον Θανάση Βέγγο βλ. εδώ), αλλά σε αντίθεση με άλλους, ούτε τις εξαργύρωσε, ούτε τις αρνήθηκε για να γίνει γιάπης. Αν και αριστερός, δέχθηκε άγρια επίθεση από την αριστερή κριτική για τις ταινίες «Δράκος» (1956) και «1922» (1978), πριν η πρώτη αναδειχθεί η σημαντικότερη ταινία όλων των εποχών στον ελληνικό κινηματογράφο.
Ο Νίκος Κούνδουρος έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 90 ετών, 22 Φεβρουαρίου 2017.
Μια ιστορία ντροπής για την ταινία «1922»
Πώς η Τουρκία μέσω της ελληνική κυβέρνησης
προσπάθησε να εμποδίσει την προβολή της ταινίας
«1922» για τον ξεριζωμό των Ελλήνων της Σμύρνης
Βλάση Αγτζίδη, διδάκτωρ σύγχρονης Ιστορίας, μαθηματικός
https://www.armynow.net/nikos-koundouros-mia-agnwsti-istoria/
Με αφορμή το θάνατο του μεγάλου σκηνοθέτη Νίκου Κούνδουρου θυμήθηκα ένα περιστατικό που μου είχε αφηγηθεί ο ίδιος, κάπου στα τέλη της δεκαετίας του ’90.
Είχαμε βρεθεί σε μια ταβέρνα στους Θρακομακεδόνες μετά από κάποιες εκδηλώσεις ενός Πολιτιστικού Συλλόγου της περιοχής, στον οποίο σύλλογο πρωτοστατούσε τότε η σύζυγος του ζωγράφου Κώστα Τσόκλη.
Στην παρέα μας, εκτός από τον Κούνδουρο βρισκόταν και η Αρβελέρ με τον σύζυγό της.
Το περιστατικό το δημοσίευσα εκείνη την εποχή στην “Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία”, στο πλαίσιο ενός αφιερώματος για τη Μικρασιατική Καταστροφή. Το παραθέτω όπως το δημοσίευσα:
«Μεγάλη είναι η έκπληξη του ιστορικού, όταν συναντά μέσα στην ιστορική διαδρομή ταυτόσημα γεγονότα και συμπεριφορές, ειδικά όταν αυτά απέχουν χιλιάδες χρόνια μεταξύ τους. Σ’ αυτή λοιπόν την κατηγορία εντάσσονται ο Φρύνιχος και ο Κούνδουρος, παρότι τους χωρίζουν περί τα 2.500 χρόνια.
Ο Ηρόδοτος μας ενημερώνει (βιβλ. 6, κεφ. 21) ότι επί “επωνύμου άρχοντος” Θεμιστοκλέους, λίγο μετά την καταστολή της επανάστασης των ιωνικών πόλεων εναντίον των Περσών κατακτητών στην Αθήνα απαγορεύτηκε η θεατρική παράσταση του έργου “Μιλήτου Άλωσις” του τραγωδού Φρύνιχου. Το θέμα της τραγωδίας ήταν η καταστροφή της Μιλήτου από τους Πέρσες.
Οι τότε Αθηναίοι, που είχαν εγκαταλείψει τους Ίωνες στο έλεος των Περσών, προτίμησαν να απαγορεύσουν την παράσταση. Τιμώρησαν επί πλέον τον Φρύνιχο με υψηλό χρηματικό πρόστιμο γιατί τους θύμιζε «οικεία κακά».
Πίσω από την απαγόρευση βρισκόταν η ολιγαρχική παράταξη, η οποία είχε βρει φιλόξενη στέγη στα περσικά ανάκτορα μετά την κατάλυση της τυραννίας το 510 π.χ.
Η ίδια συμπεριφορά με αυτή των ολιγαρχικών επαναλήφθηκε 2.500 χρόνια μετά, με αφορμή την ταινία «1922» του Νίκου Κούνδουρου. Η ταινία αυτή γυρίστηκε το 1977-1978 με τη χρηματοδότηση του κρατικού Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου (ΕΚΚ).
Από την εποχή των γυρισμάτων (τρία μόλις χρόνια μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο) η «Χουριέτ» είχε καταγγείλει την ταινία, υποστηρίζοντας ότι έτσι «υπονομεύονται» οι ελληνοτουρκικές συνομιλίες. Φυσικά το τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών γνώριζε καλύτερους και αποτελεσματικότερους τρόπους διαμαρτυρίας. Οι τουρκικές αντιδράσεις απέδωσαν!
Το ελληνικό Υπουργείο Προεδρίας αρνήθηκε να δώσει άδεια προβολής στην ταινία, κάτι που ήταν απαραίτητο για να βγει στις αίθουσες. Επί πλέον, το ΕΚΚ, το οποίο ήταν ιδιοκτήτης της ταινίας και είχε ως προϊστάμενη αρχή το Υπουργείο Βιομηχανίας, δέσμευσε την ταινία στο εργαστήριο. Μια κόπια που παρανόμως κατάφερε να εξασφαλίσει ο Κούνδουρος προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, αποσπώντας 9 βραβεία.
To Υπουργείο Προεδρίας, φοβούμενο την κατακραυγή δεν τόλμησε να απαγορεύσει την προβολή της ταινίας, η οποία παρέμενε δεσμευμένη στα συρτάρια του ΕΚΚ. Η λαθραία κόπια σταλθηκε το 1982 (οκτώ χρόνια από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο) στο Διεθνές Φεστιβάλ Βουδαπέστης. Μισή ώρα πριν την προβολή της, κατέφθασε από το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών εντολή προς τον Έλληνα πρέσβη να εμποδίσει την προβολή της ταινίας. Ο Έλληνας πρέσβης ζήτησε με τη σειρά του από το ουγγρικό Υπουργείο Εξωτερικών να εμποδίσει την προβολή της ταινίας. Πράγμα που έγινε. Λίγο αργότερα, με παρέμβαση του Μικρασιάτη, τότε υπουργού, Γιάννη Καψή έλαβε τέλος η ομηρία της ταινίας και το ΕΚΚ την παρέδωσε στο Νίκο Κούνδουρο.»
Ευτυχώς η δημοσίευση αυτή διασώθηκε από το HRNet και μπορείτε να τη βρείτε στο διαδίκτυο.
1) Αν την ταινία είχε γυρίσει Τούρκος σκηνοθέτης, με αντίστροφο περιεχόμενο, θα απαγορευόταν ποτέ στην Τουρκία;
2) Η απαγόρευση προβολής της στην Δ. Θράκη δείχνει ότι στην περιοχή αυτή υπάρχει ένα ιδιότυπο καθεστώς συγκυβέρνησης με την Τουρκία.