του Γεώργιου Ευτυχίδη*, Δασολόγου
Ένα άρθρο του 2007 που παραμένει, δυστυχώς, επίκαιρο.
Οι αιτίες της εκδήλωσης των πυρκαγιών στα δάση αποτελούν κάθε χρόνο μέρος του προβληματισμού των διακοπών μας. Η έκταση, η χρονική στιγμή και ο γεωγραφικός εντοπισμός της πυρκαγιάς προσδιορίζει κάθε φορά το πλαίσιο για τα σενάρια που επιστρατεύονται για να εξηγηθεί το πρόβλημα. Επειδή όμως οι φλόγες στα δάση εξετάζονται πάντα με πολιτικά οπτικά φίλτρα, τα σενάρια είναι θεωρητικά αληθοφανή αλλά δεν αποδεικνύονται ποτέ και κανείς δεν αποδίδει ή αποδέχεται τις ευθύνες που απορρέουν από αυτά. Από αυτή την άποψη, η πραγματικότητα των πυρκαγιών είναι ανάλογη με αυτή του χρηματιστηρίου (ίσως επειδή οι πυρκαγιές αποτελούν αναγνωρισμένη πρακτική χειραγώγησης του χρηματιστηρίου αξιών γης) όπου οι προβλέψεις είναι συνήθως ατυχείς ενώ τα σενάρια που υποστηρίζουν την ερμηνεία των τετελεσμένων γεγονότων είναι απόλυτα τεκμηριωμένα, χωρίς όμως δυνατότητα αποδείξεων.
Οι πυρκαγιές είναι βασικός οικολογικός παράγοντας για τα δάση της Νότιας Ευρώπης και εμφανίζονται σαν μία κυκλική, φυσική διαταραχή. Τα πιο προσαρμοσμένα δασικά είδη στο ξηροθερμικό περιβάλλον της Μεσογείου είναι αυτά που μπορούν να ζήσουν με ελάχιστο νερό και έδαφος και να επιβιώσουν μετά το πέρασμα των πυρκαγιών. Η ευφλεκτικότητα λοιπόν των δασών μας δεν έχει σχέση με τα είδη των δέντρων και θάμνων αλλά με τις κλιματεδαφικές συνθήκες. Για το λόγο αυτόν οι πυρκαγιές θα συνεχίζουν να υπάρχουν και οι σκέψεις για αλλαγή των δασικών ειδών σαν λύση του προβλήματος των πυρκαγιών θα είναι ανεδαφικές διαχρονικά αφού το κλίμα και το έδαφος θα παραμένουν τα ίδια (αν όχι χειρότερα).
Ο ανθρωποκεντρικός σχεδιασμός της προστασίας του δάσους που έχουν υιοθετήσει οι σύγχρονοι μηχανισμοί πολιτικής προστασίας έχει διαταράξει τον φυσικό κύκλο των πυρκαγιών. Έτσι τα δάση που θεωρούμε φυσικό περιβάλλον δεν είναι και τόσο φυσικά. Παράλληλα η χωρίς σχεδιασμό ανάπτυξη της ανθρώπινης δραστηριότητας στις δασικές περιοχές σε συνδυασμό με την αλλαγή των προτύπων διαβίωσης στην ύπαιθρο έχει εισάγει πολλές ανθρωπογενείς αιτίες για την εκδήλωση των πυρκαγιών. Σήμερα τα δάση μας, μετά από χρόνια εγκατάλειψης και με πρωτόγνωρη υπερσυγκέντρωση ξερής φυτικής βιομάζας αποτελούν μία βόμβα μεγατόνων που ο ωρολογιακός μηχανισμός της μπορεί να βρεθεί στα χέρια εκπροσώπων οποιασδήποτε μορφής απειλής, εάν η πολιτεία δεν εξασφαλίσει τη διαχείριση και την προστασία τους.
Η οικονομία της αγοράς εκμεταλλεύεται το δάσος σαν χώρο άσκησης δραστηριοτήτων και όχι σαν παραγωγικό πόρο. Αυτή η προσέγγιση έχει δημιουργήσει καταστάσεις ευάλωτες και τρωτές στην εκδήλωση των πυρκαγιών. Οι καταστάσεις αυτές σε συνδυασμό με την έλλειψη χωροταξικού σχεδιασμού για την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα των σύγχρονων χρήσεων γης με το δασικό χαρακτήρα των περιοχών που εφαρμόζονται, αποτελούν τη βάση του προβλήματος της δασοπροστασίας.
Μέσα σε ένα πλαίσιο που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη αποτελεσματικής νομοθετικής και θεσμικής προστασίας των δασών, την εγγενή τρωτότητα των μεσογειακών οικοσυστημάτων στις πυρκαγιές και τις κλιματικές αλλαγές στην κατεύθυνση της υπερθέρμανσης της ατμόσφαιρας, η δυνατότητα να εκμεταλλευτούν τις αδυναμίες αυτές δίνεται σε κάθε μορφής οργανωμένες ομάδες συμφερόντων πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών τα επόμενα χρόνια.
Η περίπτωση της πυροτρομοκρατίας
Τα δάση αποτελούν εύκολο στόχο μαζικής καταστροφής, ιδιαίτερα σε εμπόλεμες καταστάσεις. Ιστορικά, όλοι οι κατακτητές έκαιγαν τα δάση για να καταστρέψουν τις τοπικές οικονομίες (που ήταν αγροκτηνοτροφικές) και για να διευκολύνουν τον στρατιωτικό έλεγχο στις περιοχές που κατελάμβαναν.
Στην περίοδο του Β’ Παγκοσμίου πολέμου ο φόβος των Αμερικανών για εμπρησμούς και δολιοφθορές στα δάση της χώρας από πράκτορες του άξονα ήταν η αφορμή να οργανωθούν καμπάνιες για την ευαισθητοποίηση των πολιτών σε θέματα πρόληψης των πυρκαγιών.
Αφίσες για την πρόληψη των πυρκαγιών στις ΗΠΑ κατά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο
Η τακτική των εμπρησμών σε δάση που βρίσκονται στα όρια εμπολέμων ζωνών εξακολουθεί να εφαρμόζεται ακόμη και σήμερα. Τα δάση της Δυτικής Όχθης καίγονται για δεκαετίες για να χτυπηθεί η Ισραηλινή κατοχή από το Παλαιστινιακό απελευθερωτικό κίνημα. Στην Κύπρο, στην περιοχή της Αθηένου, φέτος τον Ιούλιο και σύμφωνα με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, Τούρκοι έβαλαν φωτιά σε πολλά σημεία της «νεκρής ζώνης», εκμεταλλευόμενοι τον αέρα που φυσούσε προς τις ελεύθερες περιοχές. Δημιούργησαν έτσι ένα μέτωπο δέκα χιλιομέτρων με σκοπό να εξασφαλίσουν εποπτεία και έλεγχο κατά μήκος της νεκρής γραμμής, καταστρέφοντας τη δασική κάλυψη που εμπόδιζε την οπτική σάρωση της περιοχής.
Μακριά από την εμπόλεμη ζώνη, οι εμπρησμοί των δασών για τρομοκρατικούς σκοπούς αποτελούν μια διαχρονική ανησυχία και η επίκλησή τους γίνεται ολοένα και συχνότερη τα τελευταία χρόνια. Παρόλη την ενδεχομένως ρεαλιστική βάση του σχετικού προβληματισμού, η θεωρία αυτή δεν έχει σε καμμία περίπτωση τεκμηριωθεί ώστε να μπορεί να αποτελέσει αποδεκτό πλαίσιο ερμηνείας για γεγονότα που έχουν συμβεί. Είναι όμως αλήθεια ότι τα δάση μας διαθέτουν τεράστια ποσά λανθάνουσας ενέργειας που με καταλύτη τη φωτιά μπορούν να προκαλέσουν, όπως βιώσαμε τον Αύγουστο του 2007 σοβαρές κρίσεις, και κοινωνική αναστάτωση. Θα πρέπει λοιπόν η πολιτεία συνδυάζοντας τις ανάγκες της προστασίας του περιβάλλοντος και της πολιτικής προστασίας να εξετάσει τη διαχείριση του προβλήματος των πυρκαγιών μέσα και από το συγκεκριμένο οπτικό πρίσμα.
Στις ΗΠΑ υπάρχει ο φόβος ότι η εφαρμογή της πυροτρομοκρατίας στα δάση μπορεί να παρακάμψει το συγκριτικό πλεονέκτημα της αμερικανικής στρατιωτικής ισχύος και να δημιουργήσει σοβαρά εσωτερικά, οικολογικά,οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. Η περίπτωση τριών ταυτόχρονων μεγάλων πυρκαγιών στις Δυτικές Πολιτείες των ΗΠΑ το 2003 (κάτι ανάλογο με τις φετεινές πυρκαγιές στη Δυτική Ελλάδα) θεωρήθηκε άτυπα σαν μοντέλο για τις συνέπειες ενδεχόμενης εφαρμογής πυροτρομοκρατίας στα δάση. Οι μεγα-πυρκαγιές του Σαν Ντιέγκο εκμεταλλευόμενες την συσσώρευση ξερής δασικής βιομάζας και τους τοπικούς ανέμους Σάντα Άνα, όπως είναι τα μελτέμια στη χώρα μας, σκότωσαν 16 ανθρώπους, έκαψαν τρία εκατομύρια στρέμματα γης, κατέστρεψαν περίπου 2500 σπίτια και απείλησαν πάνω από 70000 άλλες κατασκευές. Προκάλεσαν καταστροφές στις στρατιωτικές εγκαταστάσεις του Pendleton (καίγοντας 34000 στρέμματα) και την Αεροναυτική Βάση του Miramar (καίγοντας 80000 στρέμματα). Ο καπνός και οι φλόγες επηρέασαν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στον αέρα και το έδαφος. Σαν αποτέλεσμα των πυρκαγιών 2200 οικογένειες στρατιωτικών αναγκάστηκαν να μετακινηθούν σε άλλες ασφαλείς περιοχές.
Η περίπτωση των μεγα-πυρκαγιών του Αυγούστου του 2007 στην Ελλάδα θα μπορούσε επίσης να εγείρει υποψίες για σχέδια και συνωμοσίες με πολλούς υποψήφιους οργανωτές και σχεδιαστές. Το γεγονός και μόνο ότι το κύμα των πυρκαγιών εκδηλώθηκε στην επέτειο της Νύχτας του Αγίου Βαρθολομαίου (24/8/1572) συμβολικά τουλάχιστον δικαιώνει τους πιο ευφάνταστους από τους συνωμοσιολόγους. Το πιό λογικό πάντως που θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί είναι ότι ακόμη και στην απίθανη περίπτωση ύπαρξης ενός τέτοιου σχεδίου, η εφαρμογή του διευρύνθηκε με τα σχέδια πολλών καιροσκοπικών ομάδων που ωφελούνται από τα αποτελέσματά των πυρκαγιών αλλά και την αδυναμία του κρατικού μηχανισμού να αντιμετωπίσει καταστάσεις έκτακτης ανάγκης που σχετίζονται με τις πυρκαγιές. Επειδή η επανάληψη μιας τέτοιας κατάστασης στο μέλλον δεν είναι εντελώς απίθανη, το κράτος θα πρέπει να οργανωθεί για την αντιμετώπισή της.
Παρά το εύφορο έδαφος για καλλιέργεια φαντασιώσεων σχετικά με πολιτικές συνωμοσίες που δημιούργησε η προεκλογική περιόδος είναι πολύ πιο ρεαλιστικό να αναζητήσουμε τα κίνητρα ενός μέρους των φετεινών πυρκαγιών στην εξυπηρέτηση οικονομικών συμφερόντων. Οι πυρκαγιές του 2007 είχαν σαν χαρακτηριστικό ότι έκαψαν απέραντες εκτάσεις δασών και δασικών εκτάσεων αλλά συγχρόνως για πρώτη φορά κατέστρεψαν μέσα σε λίγες ώρες εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα παραγωγικών αγροτικών εκτάσεων, εξαφάνισαν χωριά και ακίνητες περιουσίες και αφαίρεσαν τη ζωή εβδομήντα ανθρώπων. Η τραγική κατάληξη των πυρκαγιών κάνει δύσκολο να πιστέψουμε ότι υπήρξαν κάποιοι που θυσίασαν στο βωμό κάποιων συμφερόντων τη ζωή δεκάδων αθώων ανθρώπων. Εκτός και αν η «συνωμοσία» υπερτίμησε τις ικανότητες του κρατικού μηχανισμού ή σχεδιάστηκε από «μαφιόζους» οπότε ..
Η Σικελία φέτος το καλοκαίρι βίωσε αντίστοιχα με εμάς μία περίοδο έξαρσης των πυρκαγιών. Ένα μεγάλο μέρος τους αποδόθηκαν από τον Ιταλό Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας Guido Bertolaso στη Μαφία και σε ισχυρά οικονομικά συμφέροντα. Ενώ λοιπόν εμείς στον Υμηττό ανακαλύπταμε μηχανισμούς πυροδότησης με ασύρματη τεχνολογία, τύπου Αλ Κάιντα, η «παραδοσιακή» Μαφία χρησιμοποιούσε γάτες βουτηγμένες σε βενζίνη με ένα αναμμένο σχοινί δεμένο στην ουρά. Το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο πετυχημένο με τη δική μας «ασύμμετρη απειλή» αφού η επιτυχία σχετίζεται με την τρωτότητα του στόχου και όχι με την τεχνολογία που θα χρησιμοποιηθεί, η οποία μπορεί να είναι πάρα πολύ απλή.
Μια εμπεριστατωμένη έρευνα του 2000 για τις αιτίες των δασικών πυρκαγιών στην Ιταλία έδειξε ότι δεν υπάρχουν πυρκαγιές που να οφείλονται σε «ασύμμετρες απειλές». Εντούτοις, η έρευνα εντόπισε ότι το 60% των πυρκαγιών στη γειτονική χώρα οφείλονται σε εμπρησμούς και το 35% σε αμέλεια. Θεωρώντας την αμέλεια σαν μία μορφή ακούσιου εμπρησμού, φαίνεται τελικά ότι το 95% των πυρκαγιών στην Ιταλία είναι εμπρησμοί. Από το ποσοστό των εμπρησμών από πρόθεση, το 70% σχετίζεται με την αποκόμιση κέρδους ενώ 25% αφορούν περιπτώσεις πυρομανίας, αντεκδίκησης και άλλων κοινωνικών αιτίων. Είναι λοιπόν φανερό ότι το συντριπτικό ποσοστό των εμπρησμών στη γειτονική χώρα έχει καθαρά οικονομικά κίνητρα.
Τα δάση της Νότιας Ευρώπης το καλοκαίρι που πέρασε ήταν αρκετά ταλαιπωρημένα από τους αλλεπάλληλους καύσωνες και την πολύμηνη ανομβρία ώστε να αναφλέγονται με μεγάλη ευκολία. Η αύξηση της πυκνότητας της βλάστησης σαν συνέπεια της «πετυχημένης» εφαρμογής της δασοπυρόσβεσης τα προηγούμενα χρόνια (που οι μετεωρολογικές συνθήκες ήταν ευνοϊκές για την κατάσβεση) και η ύπαρξη ΝΔ ξηρών ανέμων (λίβας) εξασφάλιζαν την εξάπλωση της φωτιάς και δημιουργούσαν ένα ευαίσθητο περιβάλλον για την εκδήλωση πολλαπλών πυρκαγιών. Μόνο υποθέσεις μπορούμε βέβαια να κάνουμε για το αν, ποιός και πως εκμεταλλεύτηκε αυτές τις συνθήκες.
Πυρκαγιές υποχρεωτικές, αλλά όχι υποχρεωτικά καταστροφικές
Αυτό που έχει σημασία για την αντιμετώπιση του προβλήματος των πυρκαγιών στα δάση είναι το επίπεδο ετοιμότητας και η σοβαρότητα της οργάνωσης των μηχανισμών αντιμετώπισης, ο έλεγχος των αιτίων που δημιουργούν το πρόβλημα και η διαχείριση της τρωτότητας τους. Στο πλαίσιο ενός ολοκληρωμένου σχεδίου δασοπροστασίας, η μείωση των αιτίων εμφάνισης των πυρκαγιών θα πρέπει να είναι βασικός στόχος της κρατικής πολιτικής ενώ δεν θα πρέπει να θυσιάζονται τα προληπτικά μέτρα στο βωμό της ενίσχυσης πρακτικών καταστολής επειδή επικοινωνιακά πουλάνε περισσότερο. Ας έχουμε υπ’ όψιν ότι η αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών παρουσιάζει το εξής παράδοξο: όσο αυξάνουν τα κονδύλια για τα μέτρα πρόληψης, τόσο μειώνονται τα αναγκαία κονδύλια για την καταστολή. Αντίθετα όσο αυξάνονται τα κονδύλια για την καταστολή, τόσο μεγαλώνουν οι απαιτήσεις των κονδυλίων για την πρόληψη. Επομένως η εφαρμογή προληπτικών μέτρων αποτελεί βασική προτεραιότητα για την εξασφάλιση οικονομίας στη διαχείριση του προβλήματος μέσο και μακροπρόθεσμα. Πρέπει να διευκρινιστεί ότι σαν πρόληψη νοείται η δημιουργία κατάλληλων συνθηκών ώστε να μπορεί να δράσει ο μηχανισμός καταστολής αποτελεσματικά σε περίπτωση πυρκαγιάς και όχι ο αποκλεισμός της εμφάνισης της φωτιάς στα Μεσογειακά δάση.
Ο βασικός λόγος για τη διόγκωση του προβλήματος των πυρκαγιών στην Ελλάδα είναι η υποβάθμιση της προστασίας του δάσους και η αδυναμία αντίληψης ότι η προστασία αυτή συνδέεται με την οικονομική ανάπτυξη της περιφέρειας και την κοινωνική γαλήνη του τόπου. Αρνητικά επιδρά επίσης η διάλυση των μηχανισμών διαχείρισης του δασικού χώρου και η έλλειψη ολοκληρωμένης αντιμετώπισης του προβλήματος με τη διάσπαση του αντικειμένου της πυροπροστασίας σε πολλούς φορείς με ανταγωνιστικούς ρόλους και διαθέσεις.
Οι διαστάσεις του προβλήματος των δασικών πυρκαγιών ορίζονται από το φυσικό, νομοθετικό, θεσμικό και οργανωτικό πλαίσιο στο οποίο αυτές εκδηλώνονται και αντιμετωπίζονται. Οι εμπρησμοί δεν είναι νέο φαινόμενο στη χώρα μας, όπως νέο δεν είναι το διάτρητο νομοθετικό πλαίσιο προστασίας των δασών και η ανεπαρκής εφαρμογή του. Η διαφορά του 2007 σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές είναι ότι διογκώθηκε η φυσική διάσταση του προβλήματος εξ’ αιτίας της υπερβολικής συσσώρευσης βιομάζας στα δάση.
Η σχέση των εμπρησμών στα δάση με τα σχέδια πολιτικών τρομοκρατών σε περίοδο ειρήνης, παρά τη πιθανή θεωρητικά βάση της δεν έχει μέχρι σήμερα αποδειχθεί σε καμία χώρα του κόσμου. Αντίθετα οι εμπρησμοί αποτελούν κοινή πρακτική για την αποκόμιση κέρδους και την αλλαγή της χρήσης της γης.
Για να προστατεύσουμε τα δάση από τις καταστροφικές πυρκαγιές θα πρέπει να περιορίσουμε τα κίνητρα των εμπρηστών και να μειώσουμε την πιθανότητα επιτυχίας των σχεδίων τους.
Ένα ολοκληρωμένο νομοθετικό, χωροταξικό και θεσμικό πλαίσιο για την προστασία του δάσους και η αυστηρή εφαρμογή του είναι απαραίτητη προϋπόθεση στην κατεύθυνση της μείωσης των κινήτρων για εμπρησμούς.
Ο σχεδιασμός και η οργάνωση σε συστηματική βάση της διαχείρισης της εύφλεκτης βιομάζας που παράγεται στα δάση, η προώθηση της εθελοντικής συμμετοχής στη δασοπροστασία, η ενημέρωση των πολιτών και η ενίσχυση της αυτοπροστασίας τους είναι βασικά μέτρα για να μειωθούν οι πιθανότητες επιτυχίας των εμπρηστικών σχεδίων και οι συνέπειες των εμπρησμών.
Αθήνα 17/9/2007
*Γιώργος Ευτυχίδης
Δασολόγος, Συντονιστής του Ευρω-Μεσογειακού Δικτύου
Πληροφόρησης για τις Φυσικές Καταστροφές EU–MEDIN
Ειδικός από το 2007 ο αρθρογράφος δασολόγος κ. Ευτυχίδης, με μεγάλο σε έκταση άρθρο τότε- δεν γνωρίζουμε τις απόψεις του για τις φετινές πυρκαγιές – από τον οποίον όμως θα θέλαμε μια επεξήγηση για την φράση του στο άρθρο ” η οικονομία της αγοράς (αυτή που επικρατεί και στην Κομμουνιστική Κίνα) εκμεταλλεύεται τα δάση σαν χώρο άσκησης δραστηριοτήτων και όχι σαν παραγωγικό πόρο” υπαινισσόμενος ότι μπορεί οι ”εμπρηστές” να είναι ενεργούμενα της άπληστης ”πλουτοκρατίας” .
ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΗΣ ΑΥΤΗ Η ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗ ΤΟΥ, ΟΠΟΤΕ ΕΙΝΑΙ ΓΝΩΣΤΟΣ ΚΑΙ Ο ”ΤΑΞΙΚΟΣ” ΕΧΘΡΟΣ;;;.