ΓΕΡΜΑΝΙΑ: ΗΓΕΜΟΝΙΚΗ ΔΥΝΑΜΗ Ή ΙΔΙΟΤΕΛΕΣ ΚΡΑΤΟΣ;

- Advertisement -

Μαυροζαχαράκης Μανόλης
Κοινωνιολόγος- Πολιτικός Επιστήμονας

ΣΗΜΕΙΩΣΗ “ΑΝΙΧΝΕΥΣΕΩΝ” Το κείμενο που ακολουθεί είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον. Παρότι δεν είναι γραμμένο σήμερα, τα θέματα που αναλύει αναφέρονται στο ρόλο της Γερμανίας στην Ευρώπη και στην δυντότητά της να τον διαδραματίσει. Αξίζει να διαβαστεί 

Από κακούργος της ιστορίας, υπερδύναμη

Ο μεγάλος και εν μέρει αμφιλεγόμενος αμερικανός διπλωμάτης Χένρι Κίσινγκερ προ δεκαετιών παρατήρησε με οξύνοια, ότι οι συμμαχικές δυνάμεις ενδεχομένως να είχαν αποτύχει μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο να περιορίσουν την ορμητική επέλαση της Γερμανίας, εάν δεν υπήρχε η καταστροφική συνεισφορά του Χίτλερ.

Όπως διατείνεται ο Κίσινγκερ, εάν η Δημοκρατία της Βαϊμάρης διαρκούσε περισσότερο, η Γερμανία, θα γινόταν η ασυγκράτητη ηγεμονική δύναμη στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο1.

Η επέλαση του φασισμού εμπόδισε μια τέτοια εξέλιξη με τα τεράστια εγκλήματα και τις θηριωδίες που διέπραξε, αφήνοντας πίσω μια προδομένη, κατεστραμμένη και συρρικνωμένη Γερμανία, πού είχε να καλύψει ένα τεράστιο χρέος καθώς επίσης ένα μεγάλο εσωτερικό και εξωτερικό χάσμα για να επανέλθει στο επίκεντρο του ιστορικού γίγνεσθαι,

Πέρα από την ιστορική τους σημασία, οι επισημάνσεις του Κίσινγκερ κρύβουν πράγματι την υπολανθάνουσα πρόβλεψη ότι παρά τη διπλή και φαινομενικά ανυπέρβλητη καταστροφή που υπέστη η Γερμανία θα γινόταν κάποτε ούτως η άλλως η κυρίαρχη ευρωπαϊκή δύναμη.

Αφενός εκ της φυσικής της θέσης, του πληθυσμού και του μεγέθους της και αφετέρου λόγω της εγκράτειας στην οποία ασκείται ο γερμανικός λαός μετά από δύο Παγκοσμίους Πολέμους, στους οποίους όντως έχασε δυο φορές όλη του την περιουσία λόγω υποτίμησης κοκ, η χώρα διαθέτει σημαντικά πλεονεκτήματα.

Σήμερα η Γερμανία αντιπροσωπεύει περισσότερο από το ένα τέταρτο της οικονομίας ολόκληρης της ευρωζώνης.

Στην καρδιά της Ευρώπης, η νέα ενωμένη Γερμανία ανέκυψε ως ο μεγάλος κερδισμένος του ψυχρού πολέμου και έπαψε ξαφνικά να ζει υπό την κηδεμονία των συμμάχων όπως και να εξαρτάται από τις υπαρξιακές οδηγίες τους 2.

Η μεγάλη ανατροπή που έγινε το 1989/91 αποτελεί κατ ουσία μια «αναθεώρηση της μεταπολεμικής τάξης» με αποτέλεσμα τόσο η Ρωσία όσο και άλλες νικηφόρες δυνάμεις του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου όπως η Βρετανία και η Γαλλία να χάσουν την σημασία τους, το ειδικό βάρος τους.

Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας ενίοτε ως νικητής της Νέας Τάξης Πραγμάτων και ενωμένη και άλλοτε ως οικονομική υπερδύναμη, άρχισε πλέον δυναμικά να αξιοποιεί τις ευκταίες ευκαιρίες που της δίδονται και να αυτονομείται στην εξωτερική της πολιτική.

Αυτή η εξέλιξη διαφαινόταν, ήδη πριν το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης.

Μετά την επανένωση φαινομενικά ο στόχος της Γερμανίας παρέμεινε μεν μία «Ευρωπαϊκή Γερμανία, και όχι μία Γερμανική Ευρώπη» με την έννοια μιας συγχώνευσης των γερμανικών συμφερόντων με την ευρωπαϊκή ταυτότητα.

Εντούτοις η επιμονή στην επιβολή αυστηρών κανόνων δημοσιονομικής πειθαρχίας υπό όρους που σχεδιάζει και θέτει η ίδια η Γερμανία σε αντάλλαγμα για την παροχή οικονομικής βοήθειας, αντέστρεψε αυτήν την τάση3.

Επί του προκειμένου ασφαλώς, η κρίση στην Ευρωζώνη επιτάχυνε τη μετατόπιση εξουσιών από τις Βρυξέλλες στο Βερολίνο, αφού η Άνγκελα Μέρκελ είναι (σσ.ήταν) η πιο σημαντική ηγέτης στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και για ποικίλους λόγους η οικονομία των άλλων μεγάλων χωρών είναι αποδυναμωμένη.

Η Ισπανία και Ιταλία, παλεύουν με τα ελλείμματα και τα χρέη τους. Η Βρετανία έχει αυτό-απομονωθεί μένοντας έξω από το Ευρώ και τις νέες δομές της ΕΕ.

Η Γαλλία, η οποία ιστορικά έπαιζε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των αποφάσεων για την πορεία της Ένωσης (στα πλαίσια του Γαλλο-Γερμανικού άξονα), έχει αρχίσει να χάνει τον ηγετικό της ρόλο.

Κάποτε η Γαλλία χρειαζόταν τη Γερμανία για να μεταμφιέσει την αδυναμία της. και η Γερμανία χρειάζονταν τη Γαλλία για να μεταμφιέσει τη δύναμή της. «Οι μεταμφιέσεις έχουν πλέον πέσει»4.

Η εξέλιξη αυτή ακολούθησε την μακρά περίοδο εξουσιαστικής «σιωπής» της Γερμανίας πριν την ενοποίηση.

Την περίοδο εκείνη οι γερμανοί ηγέτες απέφευγαν προσεκτικά την όρο Grossmacht (υπερδύναμη) μια λέξη ιστορικά, αρνητικά φορτισμένη και χρησιμοποιούσαν τον όρο μεγάλη δύναμη (grosse Macht5).

Όπως έγραψε ο Peter Katzenstein οι Γερμανοί είχαν σβήσει επί μακρόν την έννοια της ισχύος από το λεξιλόγιο τους. Μετά την γερμανική ενοποίηση η διαπίστωση αυτή έχασε εντελώς την ισχύ της6.

Ο Bernd Ulrich, αναπληρωτής πολιτικός συντάκτης της εφημερίδας «Die Zeit» επισημαίνει ότι μετά την ενοποίηση «η Γερμανία είναι μια μεσαία δύναμη, ισχυρότερη από ό, τι οι περισσότερες χώρες της Ευρώπης, αλλά όχι τόσο ισχυρή όσο οι ΗΠΑ ή η Κίνα   Μέχρι την επανένωση και λίγο πέρα από αυτή ήταν προς το γερμανικό συμφέρον να μην επιδεικνύεται η δύναμη αυτή για να μην υποκινούνται οι ιστορικές αντιρρήσεις κατά της Γερμανίας. Αυτό το αξίωμα τηρήθηκε από όλες τις κυβερνήσεις και από την σημερινή»7.

Εντούτοις, μετά την πτώση του τείχους, τόσο η Μάργκαρετ Θάτσερ όσο και Φρανσουά Μιτεράν ενοχλήθηκαν από την ασυγκράτητη ορμή της Γερμανίας και αντέδρασαν8.

Ωστόσο με διαφορετικό τρόπο ο καθένας.

Η μεν Βρετανίδα καγκελάριος προσπάθησε να καθυστερήσει την πορεία της Γερμανίας , έως ότου εγκατέλειψε την προσπάθεια.

Ο δε Γάλλος πρόεδρος έπεισε τον Χέλμουτ Κολ, να δεσμεύσει την Γερμανία στην Ευρώπη, εγκαταλείποντας το γερμανικό μάρκο υπέρ ενός ενιαίου ευρωπαϊκού νομίσματος.

Με τη αύξηση των προβλημάτων της Ευρώπης έγινε ωστόσο σαφές ότι από μόνη της η απόκρυψη της γερμανικής ισχύος δεν αρκεί.

Ήδη κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και ακόμα περισσότερο με τον μετασχηματισμό της σε κρίση του ευρώ και σε κρίση χρέους, απαιτήθηκε από τη Γερμανία ως οικονομικά ισχυρότερης δύναμης να αναλάβει τον ρόλο της ενεργής καθοδήγησης.

Το αργότερο από αυτό το σημείο και μετά δεν μπορούσε πλέον να καμουφλαριστεί η γερμανική ισχύς.

«Από κακούργος της παγκόσμιας ιστορίας η Γερμανία κατάφερε επιτέλους να γίνει η αγάπη του καθενός για να γίνει κάτι ανάλογο στην Ευρώπη με αυτό που ήταν κάποτε οι ΗΠΑ για όλο τον κόσμο. Το έθνος που πρέπει να ρυθμίσει τα πάντα και που ο καθένας μπορεί να καθυβρίσει εάν δε τα ρύθμισε όπως πρέπει. Από την μία διασώστης, από την άλλη ιμπεριαλιστής. Έχει ενδιαφέρον ότι η Γερμανία συγκρίνεται πλέον με τις ΗΠΑ και δεν έχει ενδοιασμούς να είναι ιμπεριαλιστική »9.

Πλέον ανακύπτει το σοβαρό ερώτημα εάν για τη γερμανική πολιτική, η Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει πολιτειακό δόγμα (raison d’etat) και αυτοσκοπός κατά την παράδοση των καγκελαρίων Αντενάουερ, Μπραντ, Σμιτ και Κολ 10 ή αν έχει πλέον πεπερασμένη και υποδεέστερη υπόσταση.

Εθνική ενοποίηση και αδιάλλακτος δημοσιονομικός συντηρητισμός

‘ Ο τρόπος που εξελίσσεται η κρίση πάντως δείχνει ότι η ΕΕ από γερμανική σκοπιά αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση παγκόσμιας ισχύος. Ένα σκαλοπάτι αναρρίχησης προς την παγκόσμια ισχύ.

Εντούτοις ενώ η Γερμανία, αναδύθηκε μέσω του ευρώ σε μια παγκόσμια δύναμη, είναι έτοιμη να ρισκάρει την ύπαρξη του, γιατί δεν είναι σε θέση ή δεν θέλει να καταλάβει ότι το ευρώ στην ουσία του είναι πολιτικό κατασκεύασμα και όχι αμιγώς οικονομικό.

Αυτή η στάση εύλογα επιφέρει στην Γερμανία σφοδρές κριτικές. Ένα παράδειγμα είναι ό ιταλός οικονομολόγος Carlo Bastasin11 ο οποίος επισημαίνει ότι οι Γερμανοί έχουν αγνοήσει τα τεράστια οφέλη που έχουν προκύψει για τη χώρα τους μέσα από τη δημιουργία του ενιαίου νομίσματος και έχουν παρανοήσει τα τρέχοντα προβλήματα της ευρωζώνης.

Ειδικότερα ο Bastasin, επικρίνει την ιδέα ότι η δημοσιονομική ασωτία που προκάλεσε την κρίση είναι μία «απλή και ενιαία εξήγηση». Όπως επισημαίνει, κάποιες από τις χειρότερες χώρες που έχουν πληγεί από την κρίση της ευρωζώνης δεν ήταν «φορολογικά αμαρτωλές». Η Ιρλανδία, για παράδειγμα, είχε πλεόνασμα του προϋπολογισμού στα 10 από τα 11 χρόνια που προηγήθηκαν του 2007.

Κριτικά εάν και περισσότερο νηφάλια, έναντι της Γερμανίας παρεμβαίνει στην επίκαιρη αρθρογραφία του στην Finacial Times και ο Gideon Rachman, επισημαίνοντας ότι με αφορμή την κρίση φαίνεται να ανοίγει ένα επικίνδυνο χάσμα στο Γαλλο-Γερμανικό άξονα, με τον Ολάντ να καλεί ανοικτά την Μέρκελ να συμφωνήσει σε τραπεζική ενοποίηση και κοινή ανάληψη χρεών και την Μέρκελ να δείχνει ότι δεν βιάζεται12.

Μεγάλα σημεία τριβής αποτελούν και οι προτάσεις της Γαλλίας για Ευρω­ομόλογα, αύξηση των κονδυλίων για έργα υποδομής και κοινωνικά προγράμματα που αντιμετωπίζονται με μεγάλο σκεπτικισμό από το Βερολίνο.

«Οι Γερμανοί υποπτεύονται ότι πίσω από όλες αυτές τις προτάσεις κρύβεται η επιθυμία για χρηματοδότηση της Γαλλίας μέσω των Γερμανών φορολογούμενων. Από την άλλη, η θέση της Γερμανίας για αυστηρό έλεγχο των προϋπολογισμών από μία κεντρική αρχή απορρίπτεται από το Παρίσι ως καταπάτηση εθνικής κυριαρχίας»13.

Αυτές οι επισημάνσεις καταδεικνύουν ότι η Γερμανία όχι μόνο διαθέτει την ισχύ να αρνείται οποιαδήποτε πρόταση προέρχεται από την Γαλλία, αλλά το κάνει αδιαφορώντας για την συνολική εξέλιξη στην ευρωζώνη.

Ενώ λοιπόν η γερμανική οικονομία σημείωσε ανάπτυξη 0.3% το δεύτερο τρίμηνο, του 2012 περισσότερο από ότι είχε προβλεφθεί, χάρη κυρίως στις μεγάλες καταναλωτικές δαπάνες και σε μια αύξηση των εξαγωγών της η γαλλική οικονομία σημείωσε μηδενική ανάπτυξη για τρίτο τρίμηνο στη σειρά και τουλάχιστον άλλες εφτά χώρες της ευρωζώνης βρίσκονται σε ύφεση.14

Αξιοσημείωτο επίσης είναι ότι συνολικά η οικονομία της ευρωζώνης συρρικνώθηκε το τελευταίο διάστημα,

Εκ των πραγμάτων λοιπόν, κανείς σοβαρός αναλυτής δεν πιστεύει πως η Γερμανία από μόνη της μπορεί να διασώσει την ευρωζώνη.

Παρά τα θετικά πρόσημα ανάπτυξης της Γερμανίας, το συνολικό ΑΕΠ της ευρωζώνης μειώθηκε κατά 0.4%, καθώς η αυστηρή δημοσιονομική λιτότητα έφερε την ύφεση στις περισσότερες χώρες μέλη»15.

Κριτική στην Γερμανία ασκεί και ο διάσημος γερμανός συγγραφέας Wofgang Munchau16 ο οποίος επισημαίνει ότι αντί η Γερμανία να στραφεί προς έναν ηγεμονικό ρόλο στην Ευρώπη και προς την ευρωπαϊκή ενότητα, στράφηκε πρωτίστως προς την εθνική ενοποίηση, με την βιαστική επανένωση να κοστίζει σχεδόν2 τρις. Ευρώ σε μεταβιβάσεις χρημάτων.

Αυτό κατά τον Munchau αποτελεί το «μεγαλύτερο παράδειγμα οικονομικής κακοδιαχείρισης στην ιστορία του κόσμου» το οποίο έπρεπε να πληρώσουν οι

Δυτικογεμανοί και σήμερα δεν θέλουν να συμβαίνει ακριβώς το ίδιο με την Ευρώπη.

Οι Γερμανοί πλήρωσαν την Ανατολική Γερμανία. Τώρα δεν θέλουν να πληρώσουν τον Νότια Ευρώπη.

Έντονα κατηγορείται η Γερμανία ειδικά από τις περιφερειακές χώρες της ευρωζώνης πως έχει αποδυναμώσει σε μεγάλο βαθμό την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και τη δυνατότητα της Ευρώπης να καταπολεμήσει συλλογικά την κρίση χρέους.

Προκαλεί προβληματισμό ότι η γερμανική συμπεριφορά, που χαρακτηρίζεται όντως από αυστηρότητα, έχει αποσυνδεθεί από μια ευρύτερη ευρωπαϊκή πολιτική.

Κατά αυτόν τον τρόπο, πυροδοτείται κυριολεκτικά η επανεμφάνιση παλαιών διαφωνιών και διενέξεων.

Εν προκειμένω το πολιτικό κόστος από τον αδιάλλακτο δημοσιονομικό συντηρητισμό της Γερμανίας είναι μεγάλο, με την έννοια ότι διαβρώνεται η φήμη της χώρας παντού.

Με άλλα λόγια η αμείλικτη στάση της Γερμανίας υπέρ των κανόνων δημοσιονομικής σταθεροποίησης της ευρωζώνης δεν μετουσιώθηκε σε πολιτική κυριαρχία, καθώς η κρίση του ευρώ κλιμακώθηκε και η Γερμανία έχασε πολιτικούς συμμάχους17.

Επιπλέον, οι λύσεις που προάγει η νυν γερμανική κυβέρνηση για το μέλλον της ευρωζώνης ενδέχεται μακροπρόθεσμα να έχουν εσωτερικό οικονομικό και πολιτικό κόστος που τώρα φαίνεται να υποτιμάται18, ενόψει μάλιστα κάποιων πρόσκαιρων δημοσκοπήσεων υπέρ της νυν κυβέρνησης.

Είναι προφανές ωστόσο, οτι ενω στην Ευρώπη εκτυλίσσεται ενα μέτωπο αμφισβήτησης μπροστά στον ηγετικό ρόλο της Γερμανίας, η ίδια η Γερμανία δεν νοιώθει μόνο δέος μπροστά στο ενδεχόμενο της ηγεμονίας της επί της Ευρώπης αλλά φοβάται το καθαρό οικονομικό κόστος αυτής της ηγεμονίας.

Αυτό διαφαίνεται ιδιαίτερα από το γεγονός ότι κατά όλη την διάρκεια εξέλιξης της οικονομικής κρίσης η ΟΔΓ δεν έχει καταφέρει να απαντήσει ικανοποιητικά στο ζήτημα του ρόλου της.

Μία πιθανή εξήγηση για την οικονομική και πολιτική διστακτικότητα αυτή στο να ηγηθεί, είναι ότι η χώρα «βλέπει τον εαυτό της ως έθνος που είναι στα πρόθυρα της συνταξιοδότησης και όχι ως ηγέτη19.

«Αυτή τη στιγμή κάνει βιαστικά οικονομίες για να φτιάξει μια μικρή περιουσία από την οποία θα μπορεί να διατηρήσει το βιοτικό επίπεδο όταν ένα υπερβολικά μεγάλο μέρος του πληθυσμού θα οδηγηθεί στη σύνταξη και δεν θα αντικατασταθεί από αρκετούς νέους εργαζόμενους. Βασικό μέλημα είναι πώς δεν θα χάσουν την αξία τους αυτές οι αποταμιεύσεις από έναν πληθωρισμό»20.

Η γερμανική κοινωνία βιώνει κατά δραματικό τρόπο τις δημογραφικές μεταβολές υπό την έννοια ότι η φυσική μείωση του πληθυσμού (περισσότεροι θάνατοι από γεννήσεις χωρίς να συνυπολογίζεται η είσοδος ή έξοδος μεταναστών) πληθυσμού έχει ξεκινήσει ήδη από το 1972, έχει μεγάλη έκταση και είναι επίμονη αφού ούτε μια χρονιά από τότε δεν υπήρξε θετικό ισοζύγιο μεταξύ γεννήσεων και θανάτων.

Πολλοί ανάγουν αυτή την εξέλιξη σε μεγάλο βαθμό στις οδύνες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου – αφού ένας στους τρεις άνδρες που υπηρέτησαν στρατιωτικά μεταξύ του 1939 και του 1945 σκοτώθηκε.

«Η χώρα αντιμετώπισε αυτό το έλλειμμα με τη μετανάστευση στη δεκαετία του 1950 και 1960, αλλά και στη συνέχεια. Ωστόσο οι παγκόσμιες συνθήκες έχουν αλλάξει πια και η μετανάστευση δεν μπορεί να γίνει με τους όρους που γινόταν τις προηγούμενες δεκαετίες» 21.

Πέρα από την πράγματι ενδιαφέρουσα δημογραφική ερμηνεία υπάρχει ωστόσο και μια αμιγώς πολική ερμηνεία όπως θα δούμε παρακάτω.

Η μακιαβελική ευελιξία της Γερμανικής Ευρώπης

Κατά τον διάσημο γερμανό κοινωνιολόγο Ούλριχ Μπεκ22 η Γερμανία αντλεί την σημερινή δύναμη της μέσα από την μακιαβελική ευελιξία, που επιτάσσει κατά την ρήση του Μακιαβέλι, ο ηγεμόνας να τηρεί παλαιότερες υποσχέσεις μόνο όταν αυτό του δίνει επίκαιρα πλεονεκτήματα.

Τα μοντέλο Μακιαβέλι που ακολουθεί η Γερμανία στηρίζεται κατά τον Μπεκ σε τέσσερις αλληλοεπηρεαζόμενες και αλληλοσυμπληρούμενες συνιστώσες:

1.Η σύνδεση της ορθοδοξίας των εθνικών κρατών με την αρχιτεκτονική της Ευρώπης,

Επειδή οι χρεωμένες ευρωπαϊκές χώρες εξαρτώνται από την καλή διάθεση της Γερμανίας να εγγυηθεί για τις αναγκαίες πιστώσεις, ο μακιαβελισμός της κυβέρνησης Μέρκελ εξωτερικεύεται με την σκόπιμη καλλιέργεια μιας περιρρέουσας ανασφάλειας με αφήνοντας ανοικτά όλα τα ενδεχόμενα και χωρίς να τοποθετείται ευκρινώς υπέρ της ευρωπαϊκής ιδέας, μέσα από την ρητή και αμετάκλητη φραστική και έμπρακτη στήριξη των χρεωμένων χωρών.

Ο μερκελικός μακιαβελισμός χαρακτηρίζεται από μια φαινομενική ουδετερότητα στην λυσσαλέα σύγκρουση μεταξύ ευρωπαϊστών και ορθόδοξων εθνικιστών, αφήνοντας ανοικτές την πιθανότητα διαμετρικά αντίθετων επιλογών. Η Μέρκελ δεν ενδίδει στο αίτημα των ευρωπαϊστών για αλληλεγγύη και δεσμευτικές γερμανικές υποσχέσεις, ούτε στα αιτήματα των ευρωσκεπτικιστών, οι οποίοι αποκρούουν κάθε βοήθεια

Η λογική αυτή εφαρμόζεται από την κυβέρνηση Μέρκελ και απέναντι στην Κύπρο, αφήνοντας υπονοούμενα περί μη στήριξης και περί αποπομπής από την ευρωζώνη.

Η μακιαβελική ιδιοτυπία κατά τον Μπέκ είναι ότι η Μέρκελ συνδέει πάντα την παροχή πιστώσεων με την ετοιμότητα των χρεωμένων χωρών να αποδεχθούν τους όρους της γερμανικής πολιτικής για δημοσιονομική λιτότητα. Πρόκειται για ένα χαρτοπαικτικό «Οχι-ναι».

2 Η τέχνη του δισταγμού ως εργαλείο πειθάρχησης

Σε παραλλαγή με την επιμέλεια, την πολιτική ενάργεια και την ενεργητικότητα ( virtu) που θα πρόκρινε ο Μακιαβέλι για την διαχείριση κρίσεων η γερμανική κυβέρνηση της Μέρκελ, στηρίζεται στην παθητική παρόρμηση και στον δισταγμό.

Πρόκειται για μια τέχνη στρατηγικού δισταγμού που συνίσταται σε ένα μείγμα από αδιαφορία;, άρνηση της Ευρώπης και ταυτόχρονα ευρωπαϊκή στράτευση.

Τα μείγμα αυτό λειτουργεί ως πηγή της γερμανικής ισχύος διότι η δυνητική πιθανότητα άρνησης, καθυστέρησης η απόρριψης των γερμανικών πιστώσεων θα σήμαινε σκιαγραφεί από μόνη το ενδεχόμενο αναπόφευκτης καταστροφής των χρεωμένων χωρών.

Είναι προφανές ότι ο τροφοδοτούμενος φόβος λειτουργεί ως εργαλείο συμμόρφωσης ,

Όπως σημειώνει ο Μπέκ «η Ανγκελα Μέρκελ έχει τελειοποιήσει ενδιάμεσα τη μορφή της αθέλητης κυριαρχίας, η οποία νομιμοποιείται με τον ακάθιστο ύμνο της αποταμίευσης. Το φαινομενικά απόλυτα απολιτικό, δηλαδή η στρατηγική της άρνησης -να μη γίνει κάτι, να μην πραγματοποιηθούν επενδύσεις, να μη διατεθούν πιστώσεις και χρήματα -, αυτό το συχνά εφαρμοζόμενο «όχι» είναι ο κεντρικός μοχλός της οικονομικής δύναμης της Γερμανίας στην Ευρώπη του χρηματιστικού ρίσκου»23

  1. Η προτεραιότητα της εθνικής εκλογιμότητας

Είναι γνωστή η στρατηγική της κυβέρνησης Μέρκελ να θεσπίζει μόνο μέτρα για τη σωτηρία του ευρώ και της Ευρώπης που συναντούν σε συναινέσεις και εγκρίνονται στο εσωτερικό πολιτικό πεδίο της Γ ερμανίας.

Αυτό σημαίνει ότι τα μέτρα πρέπει να εξυπηρετούν τα συμφέροντα της Γ ερμανίας και την ισχύ της Μέρκελ.

Με την έννοια αυτή μια αρνητικά διακείμενη γερμανική κοινή γνώμη προς την Ευρώπη και προς τις προβληματικές χώρες του ευρώ θα καθιστούσε αδύνατη την γεφύρωση μεταξύ ευρωπαϊκών αναγκών και γερμανικών προσδοκιών και θα επέφερε καταστροφικές επιπτώσεις.

Η γεφύρωση του φαινομενικού χάσματος γίνεται από την Μέρκελ με δύο τρόπους.

Αφενός η Μέρκελ ηρεμεί εσωτερικά τους Γερμανούς, που υπερασπίζονται την ευμάρεια τους ή το οικονομικό τους θαύμα, εξωτερικεύοντας μια προτεσταντική αυστηρότητα η μια διάθεση τιμωρίας προς τις χρεωμένες χώρες του ευρώ.

Αφετέρου η καγκελάριος αναλαμβάνει την «ευρωπαϊκή ευθύνη» με μια πολιτική του μικρότερου δυνατού κακού υπό τον τίτλο «καλύτερα ένα γερμανικό ευρώ, παρά κανένα ευρώ».

Κατά συνέπεια η Μέρκελ υιοθετεί τον κανόνα του Μακιαβέλι που συνιστούσε στον ηγεμόνα να επιδιώκει τόσο να τον αγαπούν όσο και να τον φοβούνται και εφόσον είναι αδύνατα και τα δύο μαζί να προτιμάει να είναι φόβητρο, παρά αγαπητός, αφού αυτό είναι πιο ασφαλές.

Όπως τονίζει ο Μπέκ «η Μέρκελ εφαρμόζει επιλεκτικά αυτή την αρχή: στο εξωτερικό θέλει να τη φοβούνται, στο εσωτερικό να την αγαπούν – ίσως επειδή κάνει το εξωτερικό να τη φοβάται»24

4 η γερμανική κουλτούρα της σταθερότητας

Η Γερμανία επιδεικνύει σε όλη την διάρκεια της κρίσης μια διάθεση επιβολής της μαγικής γερμανικής φόρμμουλας για την οικονομία και την πολιτική.

Η γερμανική επιταγή συνίσταται στην λιτότητα, στην αποταμίευση και στην εγκράτεια για χάρη της σταθερότητας

Αφής υιοθετηθεί πολιτικά η αρχή της σταθερότητας μέσω του περιορισμού που κατά τα άλλα θεωρείται αρετή του κάθε του νοικοκύρη, «αποκαλύπτεται σύντομα ως δραματική περικοπή των μέσων για συντάξεις, Παιδεία, έρευνα, υποδομές και πάει λέγοντας»25 .

Στην ουσία πρόκειται για έναν «θεόσκληρο νεοφιλελευθερισμό, ο οποίος ενσωματώνεται τώρα και στο Σύνταγμα της Ευρώπης – και μάλιστα πίσω από την πλάτη της (αδύναμης) ευρωπαϊκής δημοσιότητας»26

Οι τέσσερις συνιστώσες του μακιαβελισμού της Μέρκελ που ενδυναμώνονται αμοιβαία σχηματίζουν κατά τον Μπέκ τον πυρήνα ισχύος της γερμανικής Ευρώπης.

Η ανέλιξη της Γερμανίας σε καθοδηγητική δύναμη δεν είναι κατά τον στοχαστή αποτέλεσμα κάποιας μυστικής συνωμοσίας αλλά προέκυψε μάλλον ασχεδίαστα ως αποτέλεσμα της χρηματιστικής κρίσης. Παρά ταύτα η Γερμανία ανακάλυψε στην κρίση μια ευκαιρία και την «εύνοια της στιγμής».

«Με ένα συνδυασμό από fortuna και μερκιαβελική virtu πέτυχε (η Μέρκελ) να εκμεταλλευθεί την ιστορική ευκαιρία και να αποκομίσει από αυτή οφέλη τόσο στην εξωτερική όσο και στην εσωτερική πολιτική»27

Ο Μπέκ θεωρεί την μέθοδο αυτή περιχαρακωμένη, δεδομένου ότι η συνταγή της λιτότητας δεν έχει να επιδείξει καμία επιτυχία αλλά μάλλον το αντίθετο, με την επιδείνωση της φτώχειας , την υποβάθμιση της μεσαίας τάξης και την έλλειψη προοπτικής.

Για τους λόγους αυτούς προειδοποιεί ότι «η δύναμη, όπως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, θα μπορούσε να προκαλέσει τον σχηματισμό «αντιδύναμης».

Ol εκπρόσωποι των χρεωμένων χωρών θα μπορούσαν να συμπράξουν με τους ευρωπαϊστές σας Βρυξέλλες και στη Φρανκφούρτη για να αναπτύξουν μια εναλλακτική λύση προς τη συχνά λαϊκίσακη πολιτική της Μέρκελ»28 . Στο σημείο αυτό ο Μπεκ δικαιώθηκε. Όπως φάνηκε από τον άξονα Μόντι-Ολάντ- Ραχόι που έστω παροδικά λειτούργησε.

Ο απρόθυμος ηγεμόνας και οι ηγεμονικές ευκαιρίες

Άλλοι αναλυτές ισχυρίζονται ότι η ΟΔΓ έχει εγκλωβιστεί στον ρόλο ενός «απρόθυμου ηγεμόνα»29 ο οποίος δεν αναλαμβάνει προς το παρόν σθεναρότερο ρόλο στην Ευρώπη γιατί δεν μπορεί να αυτοπροσδιοριστεί ως ηγεμόνας.

Αυτό όμως συμβαίνει όχι λόγω απροθυμίας, αλλά λόγω οικονομικού εγωισμού και βραχυπρόθεσμης στρατηγικής σκέψης.

Παρά την φαινομενική ένταση μεταξύ του στόχου της ηγεμονίας και του φόβου μπροστά σε αυτή από όλες τις πλευρές, οι προσδοκίες που απευθύνονται προς το Βερολίνο είναι τεράστιες και όπως εύστοχα παρατηρεί ο Erhard Crome δεν είναι μόνο οικονομικής φύσης.

Όλοι περιμένουν από την Γερμανία να αναλάβει τόσο την πολιτική καθοδήγηση της Ευρώπης όσο και την οικονομική ευθύνη για αυτήν.

Ol εκτιμήσεις αυτές δείχνουν30:

  • Η γερμανική ηγεμονία στην Ευρώπη 20 χρόνια μετά την ενοποίηση της Γερμανίας θεωρείται εν μέρει ως φυσιολογική εξέλιξη
  • Η οικονομική ισχύς της Γερμανίας κρίνεται ως το θεμέλιο της ηγεμονική θέσης της ΟΔΓ . Ol προκλήσεις ωστόσο που έχει η Ευρώπη μπροστά της τονίζονται ως πολιτικές
  • Υπάρχει γενική ομοφωνία ότι η χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση έφεραν μια αλλαγή τέτοια που επέτρεψαν στην Γερμανία να αποκτήσει την απαιτούμενη ισχύ και να αναλάβει τον κυρίαρχο ρόλο. .

Μια διαφορετική προσέγγιση όσον αφορά την ηγεμονική δυνατότητα της Γερμανίας εκφράζει ο καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Κωνστάντης Christoph Schonberger.

Όπως διατείνεται ο ίδιος, η Γερμανική ηγεμονία σήμερα είναι « περισσότερο εμφανής από ποτέ».

Η ΟΔΓ κατά την άποψη του, πρέπει αναπόφευκτα να ηγηθεί, ένα δεδομένο για το οποίο ούτε η εσωτερική πολιτική σκηνή εν γένει ούτε ο πληθυσμός είναι προετοιμασμένοι31.

Κατά την άποψη του καθηγητή. η Γερμανία ζει σε μια κατάσταση αυτόβουλου επαρχιωτισμού εσωστρέφειας και δημοκρατικής αυταπάτης.

Ο Schonenberger δεν υιοθετεί μόνο την παραδοσιακή θέση ότι η ΟΔΓ είναι ένας οικονομικός γίγαντας και παράλληλα ένας πολιτικός και στρατιωτικός νάνος, μια θέση που επανέρχεται στην επίκαιρη συζήτηση με την χαρακτηρισμό της ΟΔΓ ως «το απόλυτο παράδειγμα μιας γεω-οικονομικής δύναμης στο κόσμο σήμερα»32.

Αλλά ταυτόχρονα επιχειρεί να ανιχνεύσει τα επίκαιρα θεμέλια κάποιων δυνητικών πεδίων ανάπτυξης μιας ενδεχόμενης γερμανικής ηγεμονίας

Το πεδίο αυτό εντοπίζεται εν ολίγοις στην ζήτηση που υπάρχει σήμερα για ομοσπονδιακά συστήματα συνένωσης στα οποία τα κράτη μέλη δεν αυτονομούνται σε μεγάλο βαθμό από την ομοσπονδιακή εξουσία.

Σε κάθε περίπτωση η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γ ερμανίας είναι τελικά το μεγαλύτερο, πολυπληθέστερο και οικονομικά ισχυρότερο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης».

Το πραγματικό άνοιγμα της ηγεμονικής ευκαιρίας ανάπτυξης δίδεται από τέσσερα           δεδομένα:

  • η δραματική απώλεια επιρροής της Γαλλίας,

Η διακριτή στρατιωτική εξωτερική πολιτική της Γαλλίας, η μόνιμη έδρα της στο Συμβούλιο Ασφαλείας, και η θέση της ως πυρηνική δύναμη, στην σημερινή συγκυρία δεν είναι παράμετροι καθοριστικής σημασίας για την διαμόρφωση μιας ηγεμονικής θέσης.

Ως προς αυτές τις ιδιότητες επαρκεί η συμβολική επιβράβευση και ο γραφειοκρατικός συντονισμός όπως κατέδειξε παλιότερα ο Bismarck με την σχέση Πρωσίας προς την Βαυαρία.

  • η φάση κατά την οποία την ΟΔΓ απασχολούσαν κυρίαρχα τα καθήκοντα της επανένωσης” έχει ολοκληρωθεί και επομένως η χώρα μπορεί πλέον να στραφεί προς τις ανάγκες που προκύπτουν από το οφθαλμοφανές γεγονός ότι είναι το “πιο ισχυρό κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
  • οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αποδυναμωθεί μέσω της στρατιωτικής υπερανάπτυξης τους και επικεντρώνουν πλέον τις μειωμένες δυνάμεις τους σε άλλες περιοχές του κόσμου,
  • Σταδιακά χαλαρώνει η ειρηνική ένταξη της Γερμανίας στο ΝΑΤΟ

Γ ια να χρησιμοποιήσει η ΟΔΓ τις παραπάνω παραμέτρους προς αύξηση της ηγεμονικής της ικανότητας, θα πρέπει πάντα κατά τον καθηγητή, να εξαλείψει ορισμένα εσωτερικά εμπόδια. Αυτά είναι επί του παρόντος κυρίως τα ψυχικά και θεσμικά εμπόδια έξυπνης ηγεμονίας που έχουν παγιωθεί από τη δεκαετία του ’90 λόγω του “δημοκρατικού πάθους”.

Ο ρόλος της ηγεμονικής δύναμη κατά τον Schonberger απαιτεί μεγάλες χωρητικότητες ευελιξίας και μεγάλα περιθώρια ελευθερίας κίνησης, ώστε να συγκροτηθούν, να οργανωθούν και να διαταχθούν στρατηγικά οι αναγκαίες συναινέσεις.

Παρά το γεγονός ότι εκ των πραγματολογικών αναγκών της Ευρώπης, το έργο πέφτει στην ΟΔΓ , η ανάπτυξη του γερμανικού πολιτικού συστήματος όπως και του γερμανικού συνταγματικού δικαίου θέτουν ολοένα και περισσότερα εμπόδια στο δρόμο αυτό.

Ol εξουσίες της κυβέρνησης φθίνουν κατά τον καθηγητή, διότι το νέο πολυκομματικό σύστημα στην ΟΔΓ, η αναβάθμιση της βουλής των κρατιδίων (Bundesrat), η πρόσδεση της ευρωπαϊκής εξωτερικής και ευρωπαϊκής πολιτικής γενικότερα στα πεδίο των εθνικών κοινοβουλευτικών χειρισμών και εδρών και οι ταυτόχρονες λειτουργικές επεμβάσεις του Συνταγματικού Δικαστηρίου, περιορίζουν τις εσωτερικές ελευθερίες που προαπαιτούνται για μια ηγεμονική πολιτική θέση της Γερμανίας στην Ευρώπη.

Είναι προφανές ότι εκ των παραπάνω επισημάνσεων συνάγεται, η ειδεχθής ιδέα πώς μόνο μέσω της άρσης των «δημοκρατικών εμποδίων» θα μπορούσε να ξεδιπλωθεί μια βιώσιμη γερμανική πολιτική ηγεμονία.

Αυτό επείγει κατά τον συγγραφέα, διότι η υφιστάμενη κατάσταση είναι μεταβατική έως ότου αναδυθεί μια κεντρική ευρωπαϊκή δύναμη.

Μια εξέλιξη που σε καμία περίπτωση δεν θα συνέφερε την Γερμανία , η οποία εάν συμβεί κάτι τέτοιο θα έχανε μια μεγάλη ιστορική ευκαιρία.

Η ΟΔΓ οφείλει λοιπόν με βάση το σκεπτικό του Schonberger να διαχειριστεί έξυπνα και με σύνεση την σημερινή κατάσταση και μέσω της ομοσπονδιακής ηγεμονίας να ανοίξει για το εαυτό της μεγάλες δυνατότητες επιρροής και διαμόρφωσης, καθορίζοντας τις σχεδιαστικές επιλογές της Ευρώπης του μέλλοντος

Η διατύπωση του Schonberger για το «βάρος της ηγεμονίας» παραπέμπει τελικά στην ρήση του Kippling για το «φορτίο του λευκού ανθρώπου» που επικαλέστηκε συχνά και ο νεοσυντηρητικός ιστορικός Niall Ferguson κατά την τελευταία δεκαετία για να βοηθήσει στην προσπάθεια των ΗΠΑ να υπερβούν οι αμερικανοί πολίτες τις εσωτερικές αμφιβολίες τους όσον αφορά την αυτοκρατορική και πολλές φορές μιλιταριστική αποστολή των ΗΠΑ.

Ο Schonberger φυσικά δεν μιλάει για μια αυτοκρατορική Γερμανία. Αλλά η συζήτηση στην Γερμανία μόλις ξεκίνησε.

Ηγεσία αντί ηγεμονίας;

Η κριτική που εισέπραξε το άρθρο του Schonenberger ώθησε τον συγγραφέα σε ένα δεύτερο εξίσου ενδιαφέρον άρθρο33 στο οποίο ούτε λίγο ούτε πολύ διευκρινίζει την έννοια της ηγεμονίας όπως την χρησιμοποιεί.

Όπως διευκρινίζει ο καθηγητής σημείο αφετηρίας της θεώρησης του είναι μια επιλεγμένη έννοια της ηγεμονίας, η οποία παραπέμπει στον Triepel34

Με βάση αυτή την έννοια δεν εννοείται ισχύς που επιβάλλεται μετά βίας, ακόμα και όταν αντιμετωπίζει αντιστάσεις.

Αντίθετα, η έννοια αυτή καταδεικνύει τον καθοριστικό βαθμό επιρροής που ασκεί το ηγετικό κράτος μέσα σε έναν ομοσπονδιακό συνδυασμό κρατών.

Σε κάθε περίπτωση, κατά τον Schonenberger «η δύναμη και η επιρροή μιας μεγάλης και σημαντικής χώρας είναι μια αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη για την ηγεμονία της.

Η ηγεμονία απαιτεί μια ειδική νομική και θεσμική διαπλοκή του ηγετικού κράτους με εκείνα τα κράτη τα οποία βρίσκονται στο πεδίο επιρροής της ηγεμονίας του.

Επιπλέον, η κυρίαρχη επιρροή μιας ηγεμονικής δύναμης πρέπει να είναι πάντα εξημερωμένη»35 . Ο λόγος αφορά λοιπόν μια ήπια ισχύ. Αλλά ποια;

«Ηγεμονία σημαίνει μια ενδιάμεση κατάσταση μεταξύ της μακράν μεγαλύτερης όχι όμως συντριπτικής δύναμης» 36.

Για τον Schonberger επομένως η ηγεμονία είναι «κατά κύριο λόγο ένα φαινόμενο των ομοσπονδιακών συνενώσεων κρατών και όχι η ακαταμάχητη ισχύς37.

Κατά συνέπεια λόγος γίνεται για μια υποφερτή έννοια ηγεμονίας που δύναται να αποσπάσει ακόμα και ευρύτερες συναινέσεις.

Είναι προφανές ότι ο στοχαστής χρησιμοποιεί μια πολύ εξειδικευμένη και στενή έννοια της ηγεμονίας, η οποία αφορά μόνο τις σχέσεις μεταξύ των κρατών και αγνοεί άλλους παράγοντες και ως εκ τούτου προαπαιτεί ομοσπονδιακές συνενώσεις κρατών.

Δεν είναι ωστόσο προφανές ότι η ΕΕ αποτελεί ένα τέτοιο μόρφωμα .

Περιγράφοντας άλλωστε τις αλλαγές που διαδραματίστηκαν στις γαλλο- γερμανικές σχέσεις ο καθηγητής επισημαίνει ότι η Γαλλία μετά βίας είναι σε θέση να ξεδιπλωθεί κατά της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας ως ανεξάρτητη δημιουργική δύναμη.

Στην ηγεμονική θέση στη Γερμανίας η Γαλλία δεν μπορεί να αντιτάξει τίποτα στο άμεσα προβλεπτό μέλλον.

Παραμένει ανοικτό στην ανάλυση του Schonenberger γιατί ενώ κατονομάζει την απεριόριστη αδυναμία της Γαλλίας έναντι της ΟΔΓ και ενώ παραδέχεται ότι τα πακέτα λιτότητας επιβλήθηκαν κυριολεκτικά από τη γερμανική κυβέρνηση στη νότια Ευρώπη, χρησιμοποιεί την έννοια της ηγεμονίας με την σημασία της ηγεσίας και όχι με το σκληρό νόημα της κυριαρχίας (Herrschaft) όπως την χρησιμοποιούσε ο Max Weber, ή με την έννοια της επιβολής εκτάκτων αναγκών όπως την χρησιμοποιεί ο Carl Schmitt.

O Schonenberger καμουφλάρει την γυμνή δύναμη του ηγεμόνα πίσω από την διάχυτη έννοια του «απρόθυμου ηγεμόνα».

Πρόκειται για έναν ηγετικό ρόλο που έπεσε στην Γερμανία λόγω της γεω- οικονομικής της κατάστασης, τον οποίο δεν μπορεί να αποφύγει.

Με άλλα λόγια η κρίση κατέστησε σαφές σε όλη την έκταση το αναπόφευκτο της γερμανικής ηγεσίας.

Η Γ ερμανία αναδείχτηκε όχι μόνο παρά την προθυμία της ως ηγεμόνας αλλά και κατά ανάγκη.

Αυτό σημαίνει ότι δεν ζήτησε η ΟΔΓ αυτό τον ηγεμονικό ρόλο και επομένως δεν είναι παρασκευασμένη για αυτόν.

Πρέπει όμως καλώς ή κακώς να υλοποιήσει αυτόν τον ρόλο.

Η χώρα κατά τον στοχαστή διαθέτει μια κεντρική γεω-οικονομική θέση και είναι το “μεγαλύτερο” κράτος μέλος της ΕΕ και άρα οι πράξεις της ως ηγεμόνας είναι αποδεκτές και υποστηρίζονται από τα άλλα κράτη.

Παρά το γεγονός ότι πολλές φορές η ηγετική ικανότητα της Γερμανίας εξακολουθεί να χωλαίνει έχει κατά νου το κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον περισσότερο από άλλα κράτη.

Αυτά τα επιχειρήματα που δεν είναι νέα, προέρχονται από τον κόσμο της τεχνοκρατικής νομιμοποίησης της εξουσίας.

Ως εκ τούτου επικαλούνται τους πραγματολογικούς περιορισμούς της πολιτικής και των τεχνικών αναγκών (γεω-οικονομική) και αποποιούνται από οποιαδήποτε μορφή πολιτικής ευθύνης.

Όπως για παράδειγμα, για την “αναγκαστική λιτότητα” που επιβλήθηκε σε όλη την Ευρώπη.

Στην συνέχεια είναι λογικό να παρουσιάζεται από τον συγγραφέα η ηγεμονία περισσότερο ως βάρος παρά ως προνόμιο,

Τα φορτίο που σηκώνει η Γερμανία παρουσιάζεται ως βαρύ και ασήκωτο και επιφορτίζεται με πολιτισμικά βάρη όλων των ειδών.

Καθήκον του Ηγεμόνα είναι να σκέφτεται για όλο το ομοσπονδιακό σύμπλεγμα κρατών και να συνυπολογίζει τις ανάγκες των μεμονωμένων κρατών στον σχεδιασμό του.

Στην πραγματικότητα βέβαια αυτός ο «συνυπολογισμός» των άλλων κρατών

Φορτίζεται από ένα ειδικό συμφέρον του ίδιου του ηγεμόνα όπως για παράδειγμα την γενίκευση, του νεοφιλελεύθερου καθεστώτος της λιτότητας.

Ο τύπος της επιχειρηματολογίας που εφαρμόζει ο στοχαστής έχει έναν κύριο σκοπό, να μην επιτρέψει την εκδήλωση του αντίλογου που αναφέρεται σε “προνόμια” – της Γερμανίας, για παράδειγμα, μέσα από την συσσώρευση κεφαλαίου ή εξουσίας σε βάρος των άλλων.

Τέλος, η επιχειρηματολογία του Schonenberger δεν περιέχει καμία σημαντική αναφορά στο ζήτημα της δημοκρατίας.

Η ανάδυση μεταδημοκρατικών τάσεων τόσο σε επίπεδο της ΕΕ και στους διάφορους νομικούς διακανονισμούς της όσο και στο επίπεδο των εθνών-κρατών συμπεριλαμβανομένης της Δυτικής Γερμανίας, δεν αξίζει καμία αναφορά του συγγραφέα.

Το ίδιο βέβαια ισχύει και για την μετα-δημοκρατική δυναμική στις σχέσεις εξουσίας μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών.

Βέβαια στα επιχειρήματα του Schonenberger υπάρχει σοβαρός και συγκροτημένος αντίλογος.

Ενδεικτικά και μόνον, κατά την άποψη της καθηγήτριας Gesine Schwan38, πρώην υποψήφιας των γερμανών σοσιαλδημοκρατών για την Προεδρία της Δημοκρατίας, η Γερμανία δεν διαδραμάτισε τον ρόλο του ηγέτη στην κρίση και αντί η γερμανική κυβέρνηση να δώσει ευρωπαϊκές απαντήσεις έκανε μικροκομματική πολιτική με γνώμονα τις εθνικές εκλογές.

Αντί να εξηγήσει στους πολίτες ότι η τρέχουσα κρίση είναι συνέχεια της τραπεζικής κρίσης του 2007/2008, άφηνε περιθώρια για άλλες ερμηνείες, ότι δηλαδή για την κρίση ευθύνονται ο χαρακτήρας των νοτιοευρωπαίων και υποτιθέμενες ελλείψεις στην λειτουργία της δημοκρατίας

«Εάν η Γερμανία είναι τόσο ισχυρή, τότε ηγεσία δεν σημαίνει να επιβάλεις μια συγκεκριμένη οικονομική πολιτική, δηλαδή την πολιτική της λιτότητας. Θα πρέπει να καταθέσεις μια πρόταση για το πως μπορεί να διατηρηθεί η συνοχή ολόκληρης της ευρωζώνης και της ΕΕ των 27 και όχι πως να σώσεις τον εαυτό σου. Αυτό δεν είναι ηγεσία» τονίζει η Schwan.

Είναι προφανές για την καθηγήτρια ότι η νυν γερμανική κυβέρνηση στηρίζει εθνικά συμφέροντα, κάτι που κατά την άποψη της συνέβαλε στην αύξηση της δυσπιστίας μεταξύ των μελών της ΕΕ. Καμία σχέση δηλαδή με το ηγεμόνα όπως περιγράφεται μέσα από την νεοσυντηρητική προσέγγιση του Schonenberger

Ο καλός ηγεμόνας

Στην ίδια κατεύθυνση με τον Schonenberger αλλά με το κέντρο βάρος της ανάλυσης στραμμένο πιο πολύ στην ευθύνη προς το σύνολο, μια άλλη εκδοχή ανάλυσης παρουσιάζει την Γερμανία ως καλό ηγεμόνα που προέκυψε μέσα από την μάχη για την σωτηρία της ζώνης του ευρώ.

Ένας αντιπροσωπευτικός εκπρόσωπος αυτής της σχολής σκέψης είναι μεταξύ άλλων και ο εκδότης της γερμανικής εφημερίδας «Die Zeit» Josef Joffe.

Κατά την άποψη του Joffe39 το Βερολίνο ανέλαβε απροετοίμαστο τον ρόλο του σωτήρα της ευρωζώνης,

Ο ρόλος αυτός αρμόζει σε έναν καλό ηγεμόνα που ξαφνικά κατέκτησε μια θέση στον ήλιο χωρίς την άμεση βούληση και επιδίωξη του και χωρίς την απόλυτη νοητική παρουσία του σε αυτή την εξέλιξη.

Ο καλός ηγεμόνας «Γερμανία» ανέλαβε τον ρόλο του χωρίς μπότες και όπλα και δεν κύλησαν τάνκς αλλά μόνο γερμανικά ευρώ, το πιο ισχυρό οπλοστάσιο της καγκελαρίου Μέρκελ.

Όπως τονίζει ο αναλυτής , κάποιες φορές με αυστηρό λόγο, άλλες φορές με ανοικτό πορτοφόλι – και στο μεταξύ ακούραστη διπλωματία, ο καλός ηγεμόνας γνωρίζει να ελίσσεται και δεν είναι ανιδιοτελής, αλλά ενσωματώνει τα δικά του συμφέροντα με αυτά του συνόλου.

Ο Joffe πιστός ευρωπαϊστής παραδέχεται άνευ όρων ότι το Βερολίνο χρειάζεται απαραίτητα το ευρώ και την Ευρώπη για ιδιοτελείς λόγους.

Τα δύο τρίτα των εξαγωγών της Γερμανίας -δεύτερου παγκόσμιου πρωταθλητή σε εξαγωγές- πάνε προς την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Μια διάλυση της ΕΕ, σημειώνει ο Joffe θα πυροδοτούσε χωρίς άλλο την ταυτόχρονη διάλυση της κλασικής μηχανής ανάπτυξης που λέγεται Ευρώπη ενώ η επανεθνικοποίηση των νομισμάτων θα απελευθέρωνε την ανταγωνιστική υποτίμηση των αδυνάτων χωρών και μέσω της μετάδοσης, θα εκτόξευε το νέο γερμανικό μάρκο στα ύψη. Η πολιτική καταστροφή αυτής της εξέλιξης θα ήταν κατά τον Joffe ακόμα πιο τρομερή.

Οι Γερμανοί θα γυρνούσαν πίσω σε ένα σημείο απομόνωσης στο οποίο δεν πρέπει ποτέ να ξαναβρεθούν.

Διότι εάν αυτή την φορά η Γερμανία μείνει μόνη της, θα είναι πάρα πολύ αδύναμη για να εκφοβίσει την υπόλοιπη Ευρώπη.

Το σοβαρότερο πρόβλημα ωστόσο που αντιμετωπίζει ο «καλός ηγεμόνας» είναι κατά τον αναλυτή το κόστος της ευρωπαϊκής διάσωσης.

Επειδή η Γερμανία έχει το μεγαλύτερο συμφέρον από την διατήρηση του “δημόσιου αγαθού”, που ονομάζεται “Ευρώπη” και διαθέτει ταυτόχρονα το μεγαλύτερο πλούτο, πρέπει να πληρώσει το μεγαλύτερο μέρος του τιμήματος του λογαριασμού διάσωσης.

Εκ των πραγμάτων επομένως η Γερμανία είναι η τελευταία που πρέπει να εκβιάζει και να οργίζεται και αν το κάνει μόνο σπάνια και απαλά.

Επιπλέον η ΟΔΓ πρέπει να συμπεριλάβει και να πάρει μαζί της τις άλλες χώρες στην οικοδόμηση των θεσμών που διασφαλίζουν την δημοσιονομική σταθερότητα.

Πεισματικά ,αλλά με θέα προς το σύνολό και χωρίς αλαζονεία – αυτή είναι η συνταγή για την νέα πολιτική (και πολιτισμένη) απρόθυμη υπερδύναμη .

Το βάρος της εξουσίας είναι μεγαλύτερο από την ευχαρίστηση αλλά ποιος άλλος θα μπορούσε να την επωμιστεί;, αναρωτιέται ο Joffe.

Η μεγάλη δύναμη απαιτεί μεγάλη ευθύνη.

Προγενέστερα οι Γερμανοί ήθελαν μόνο τη δύναμη, τώρα έχουν και την ευθύνη. Αυτή είναι η διαφορά ανάμεσα σε έναν “κακό” και έναν “καλό” ηγεμόνα. Η ευθύνη αυτή έχει σοβαρό κόστος.

Ο μη πεφωτισμένος ηγεμόνας

Με ‘ένα διαφορετικό πλουραλιστικό σκεπτικό ανάλυσης, οι θεωρητικοί της ηγεμονικής σταθερότητας θεωρούν ότι ο ηγεμόνας παράγει πρότυπα, αλλά δημιουργεί ταυτόχρονα και ένα σύστημα κινήτρων για όσους ανήκουν πιο κάτω στην ιεραρχία. από τα οποία επωφελούνται και ως εκ τούτου γίνονται μέρος του συστήματος40.

Συγκεκριμένα, ένας ηγεμόνας προβαίνει σε βραχυπρόθεσμες παραχωρήσεις σε εκείνους τους οποίους έχει ενσωματώσει μέσω πρόσκτησης στην ηγεμονική σφαίρα του, για να εξασφαλίσει μακροπρόθεσμα τα συμφέροντά του.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του τύπου ηγεμονίας έδωσαν οι Ηνωμένες Πολιτείες μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, κατά την δεκαετία του πενήντα, παραχωρώντας προς την Δυτική Ευρώπη εμπορικές προτεραιότητες και αυξάνοντας , έτσι σημαντικά τις αμερικανικές εισαγωγές για να επιτευχθεί ο στρατηγικός στόχος της ευρωπαϊκής σταθερότητας.

Με τον τρόπο αυτό, ol ΗΠΑ άσκησαν πεφωτισμένη ισχύ. Για τους θεωρητικούς της ηγεμονικής σταθερότητας, η εναλλακτική λύση στην ηγεμονία είναι η διεθνή πολιτική αστάθεια.

Στο βιβλίο του «Ο Κόσμος σε Ύφεση 1929-1939», το οποία δημοσιεύθηκε το 1973, ο Charles Kindleberger41, έχει εκφράσει την άποψη ότι η παγκόσμια οικονομία μπορεί να λειτουργήσει ομαλά μόνο όταν ένας ηγεμόνας προσφέρει εγγυημένη σταθερότητα. Μετά το κραχ της Wall Street το 1929 και την συνακόλουθη Μεγάλη Ύφεση, η έλλειψη ενός ηγεμόνα οδήγησε σε κατάρρευση του διεθνούς συστήματος.

Ο Kindleberger, επέκρινε μεταξύ άλλων, τις Ηνωμένες Πολιτείες διότι δεν ανέλαβαν την καθοδήγηση της παγκόσμιας οικονομίας από το Ηνωμένου Βασίλειο Ο ηγεμόνας- σταθεροποιητής πρέπει να παρέχει κατά τον ο Kindleberger – πέντε δημόσια αγαθά:

μία αγορά για αγαθά που δεν μπορούν να βρουν αγοραστή, αντι-κυκλικό μακροπρόθεσμο δανεισμό, σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες, συντονισμό της μακροοικονομικής πολιτικής και πραγματικό δανεισμό εσχάτης καταφυγής στη διάρκεια οικονομικών κρίσεων

Ενώ λοιπόν η Γερμανία εκείνη την περίοδο στην οποία αναφέρεται ο Kindelberger ήταν σε θέση παρόμοια με τα νοτιοευρωπαϊκά κράτη που πλήττονται από το χρέος σήμερα και επομένως διαθέτει «ιστορική εμπειρία» , δεν έχει προσφέρει κανένα από τα απαιτούμενα αγαθά σταθεροποίησης.

Αντίθετα όπως αποκαλύπτουν οι Matthias Matthijs και Mark Blyth42 με ενδιαφέροντα στοιχεία η Γερμανία τα εκμεταλλεύτηκε για λογαριασμό της:

  1. Αντί να προσφέρει στις χώρες του Νότου μια αγορά για να πουλήσουν τα προϊόντα τους που κινδυνεύουν η Γερμανία προωθεί με ένταση τα δικά της βιομηχανικά αγαθά προς τις χώρες αυτές. Μεταξύ 2000 και 2007, το ετήσιο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου της Ελλάδας με τη Γερμανία αυξήθηκε από 3 δις ευρώ στα 5,5 δισ. ευρώ, της Ιταλίας διπλασιάστηκε από 9,6 δις ευρώ σε 19,6 δις, της Ισπανίας σχεδόν τριπλασιάστηκε, από 11 δις σε 27 δις και της Πορτογαλίας τετραπλασιάστηκε από 1δις σε 4,2 δις. ευρώ. Την ίδια στιγμή η εγχώρια κατανάλωση στην Γερμανία έπεσε από 78,5% του ΑΕΠ σε 74,5%. και η αποταμίευσης αυξήθηκε από 19% του ΑΕΠ σε σχεδόν 26%.

2 Αντί να προχωρήσει σε αντι-κυκλικό δανεισμό, η Γερμανία την περίοδο οικονομικής απογείωσης 2003-2008, προέβη σε μαζική πίστωση για τις μεσογειακές χώρες της ευρωζώνης δίνοντας τους πρακτικά τα απαιτούμενα χρήματα για να αγοράσουν τα γερμανικά προϊόντα. Μόλις η κρίση κλιμακώθηκε, η Γερμανία έκλεισε απότομα το την στρόφιγγα του δανεισμού .

  1. Όσον αφορά τους κανόνες που διέπουν το σταθερό νόμισμα (ευρώ) το οποίο προσφέρει εξ ορισμού, αξιοπιστία και πιστοληπτική ικανότητα, η Γερμανία τους τήρησε κατά το δοκούν. Η ίδια παρουσίασε εκπληκτική έλλειψη ηγεσίας και ευθύνης όταν έπρεπε να τηρήσει κανόνες. Μετά το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) το 2003, έστειλε το μήνυμα προς τις μικρότερες χώρες ότι η δημοσιονομική ασωτία θα μένει ατιμώρητη, παροτρύνοντας στον αυξημένο δημόσιο δανεισμό και στην αύξηση των δημοσίων δαπανών. Τα ενθουσιώδη δάνεια της Γερμανίας προς την περιφέρεια απλά επιδείνωσαν το πρόβλημα43.
  1. Στο ζήτημα του συντονισμού της μακροοικονομικής πολιτικής , η Γερμανία απέτυχε με την επιμονή της στην μονοδιάστατη οικονομική φιλοσοφία της μεγέθυνσης μέσω εξαγωγών. Επιβάλλοντας την στιγμή λιτότητα, χωρίς να αντισταθμίσει τις αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις με αντίστοιχα προγράμματα ανάκαμψης ή με επεκτατική ενίσχυση της ζήτησης, η Γερμανία αποσταθεροποίησε τις οικονομίες στην περιφέρεια της Ευρώπης. Με την λογική της ισορροπίας του ισοζυγίου πληρωμών ενισχύεται όμως ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος προς συμφέρον της Γερμανίας αφού οι εξαγωγές μιας χώρας είναι οι εισαγωγές μιας άλλης και οι εισροές κεφαλαίων μιας χώρας είναι οι εκροές κεφαλαίων μιας άλλης.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ό όγκος των γερμανικών εξαγωγών υπερέβη το 2011 τα € 2 τρισεκατομμύρια. Το γερμανικό εξαγωγικό πλεόνασμα είναι η αντίθετη όψη και ταυτόχρονα το αποτέλεσμα του χρέους των άλλων χωρών της ΕΕ44. Η ΕΕ έχει ένα ΑΕΠ της τάξεως των 17,6 τρισεκατομμυρίων και η Γερμανία συνεισφέρει το ένα πέμπτο σε αυτό.

  1. Με την παροχή περιορισμένης ρευστότητας ως αντάλλαγμα σε αυστηρά δημοσιονομικά μέτρα λιτότητας η Γερμανία επιβάλει μια λογική στην Ευρώπη η οποία είναι σε αντίθεση με τη προσέγγιση Kindleberger που ζητούσε την ύπαρξη ενός εργαλείου παροχής ρευστότητας σε περιόδους κρίσης, δηλαδή ενός δανειστή έσχατης καταφυγής. Στην περίπτωση της Ευρώπης ο δανειστής αυτός δεν θα μπορούσε να είναι άλλος από την ΕΚΤ που ελέγχεται από τη Γερμανία. Εντούτοις η πολιτική ηγεσία της τελευταίας εμπόδισε την ΕΚΤ να παίξει το ρόλο που έπαιξε η Federal Reserve στις 2008- 2009, παρέχοντας αφειδώς ρευστότητα και εμποδίζοντας έτσι μια την οικονομική συρρίκνωση των ΗΠΑ 45

Από τα παραπάνω σημεία καθίσταται προφανές ότι η Γερμανία δεν λειτουργεί σύμφωνα με την συνταγή Kindleberger και ως η ηγέτιδα δύναμη δεν οριοθετεί αποδεκτά μοντέλα οικονομικής συμπεριφοράς ώστε να μπορέσουν μακροπρόθεσμα και τα υπόλοιπα κράτη να υπακούουν στους κανόνες-καθεστώτα που διέπουν τις διεθνείς οικονομικές δραστηριότητες,

Τουναντίον, η Γερμανία έχει τα τελευταία χρόνια, τις δικές της προτιμήσεις και επιδιώκει βραχυπρόθεσμους στόχους.

Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η χώρα έχει ένα σαφές ενδιαφέρον για την επιβίωση του ευρώ – αν μη τι άλλο λόγω Γερμανικών εξαγωγών, θα έπρεπε στην ουσία να μειώσει το εμπορικό της πλεόνασμα ως έναν βαθμό μέσα από έναν ελεγχόμενο πληθωρισμό (ενίσχυση της εσωτερικής ζήτησης) για να βοηθήσει τις χρεωμένες οικονομίες να εξέλθουν από την ύφεση και έτσι να μειώσουν τα χρέη τους. Δεν είναι δυνατόν οι χώρες αυτές να βγουν έξω από το τούνελ «μόνο με την άντληση πόρων από την κοινωνία»46

Εντούτοις η Γερμανία δεν μπορεί αφενός αν μπει στον ρόλο του κλασικού ηγεμόνα που δεν ήταν άλλος από αυτός του «καταναλωτή έσχατης καταφυγής» και αφετέρου δεν μπορεί να υπερβεί το εθνικό γερμανικό όφελος υπέρ του κοινού ευρωπαϊκού εγχειρήματος47.

Το τέλος του καπιταλισμού της Ρηνανίας και οι εσωτερικές ρωγμές της γερμανικής ηγεμονίας

Η συζήτηση που γίνεται σήμερα για την ανάδειξη της Γερμανίας σε πραγματική υπερδύναμη συναρτάται ασφαλώς κατά ένα μεγάλο μέρος με την σθεναρή οικονομική της κατάσταση.

Εντούτοις όμως απαιτείται και μια σθεναρή κοινωνική κατάσταση για να διεκδικήσει μια χώρα πράγματι τον ρόλο ενός πεφωτισμένου ηγεμόνα..

Η κοινωνική κατάσταση μιας χώρας κρίνεται από συγκεκριμένους δείκτες ευημερίας και κοινωνικής συνοχής.

Με βάση αυτούς του δείκτες μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνεται η εισοδηματική ψαλίδα, η εκπαίδευση και κατάρτιση, η φτώχεια, η ανεργία, η κοινωνικές υπηρεσίες, το ύψος των συντάξεων κοκ., η κοινωνική συνοχή της Γερμανίας είναι πλέον διάτρητη.

Η υπέρβαση του οικονομικού μοντέλου με κοινωνικό πρόσωπο που ονομάστηκε καπιταλισμός του Ρήνου, έχει αφήσει εμφανή σημάδια ,με τους Γερμανούς σήμερα να φοβούνται ότι η κρίση θα εξουδετερώσει εκείνη την ευημερία που με τον ρηνανικό καπιταλισμό ήταν διάχυτη σε όλη την γερμανική κοινωνία.

Ο καπιταλισμός του Ρήνου ως έννοια εισήχθη το 1991 από τον γάλλο οικονομολόγο Michael Alberrt με το βιβλίο του «Καπιταλισμός εναντίον καπιταλισμού» (εκδόσεις Γαλλαίος , ελληνική μετάφραση 1993).

Με τον όρο αυτό σηματοδοτείται η λειτουργία του καπιταλισμού στη Γερμανία και σε όλη την Δυτική Ευρώπη μετά τον πόλεμο.

Επρόκειτο για μια εποχή των κοινωνικών εταίρων και της εμφανούς συμμετοχής των εργαζομένων στην καπιταλιστική παραγωγή και στην διοίκηση των επιχειρήσεων ( συνδιοίκηση).

Οι καπιταλιστές και οι εργαζόμενοι φαίνονταν να επιβαίνουν στην ίδια βάρκα..

Στην εκμετάλλευση των εργαζομένων τέθηκαν σαφή όρια και οι ταξικές αντιθέσεις εξομαλύνθηκαν ώστε να δημιουργηθούν συνθήκες κοινωνικής ειρήνης.

Μια διαρκής πολιτική συμβάσεων και συμβιβασμών κατέτεινε προς τη συνεχή βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης, την αύξηση της αγοραστικής δύναμης η οποία τόνωσε την οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία πλήρους απασχόλησης.

Η ευφορία της εποχής καταγράφεται στη δήλωση του πρώην καγκελάριου Χέλμουτ Σμιτ ότι «τα κέρδη του σήμερα, είναι οι επενδύσεις του αύριο και οι θέσεις εργασίας του μέλλοντος:».

Ο Albert αντιπαραβάλει τον «καπιταλισμό του Ρήνου» ο οποίος κατά την άποψη του εκφράζεται ιδιαίτερα στην γερμανική εκδοχή του και διαθέτει κοινωνικό πρόσωπο , με το νέο-αμερικανικό ή αγγλοσαξονικό μοντέλο καπιταλιστικής οικονομίας που υλοποίησαν οι κυβερνήσεις Ronald Reagan και Margaret Thatcher, υπό επιρροή των θεωριών του νεοφιλελευθερισμού.

Κατά τον Albert ο ρηνανικός καπιταλισμός είναι δικαιότερος, αποτελεσματικότερος και λιγότερος βίαιος.

Παρόλα αυτά το αγγλοσαξονικό μοντέλο επικράτησε διότι προσέφερε υψηλότερες δυνατότητες κέρδους ενώ ταυτόχρονα επέδρασαν πολύπλοκα ψυχολογικά φαινόμενα και η προπαγάνδα των ΜΜΕ με τέτοιο τρόπο ώστε το αμερικανικό μοντέλο να φαίνεται το δυναμικότερο και ελκυστικότερο .

Με βάση την θεώρηση του οικονομολόγου, στον καπιταλισμό του Ρήνου ήλεγχαν περισσότερο οι τράπεζες και όχι η χρηματιστηριακή αγορά την οικονομική δραστηριότητα .

Επιπλέον υπήρχαν στενοί οικονομικοί δεσμοί μεταξύ των τραπεζών και των επιχειρήσεων, μια πιο δίκαιη ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των μετόχων και του Managment επιχειρήσεων, κοινωνική εταιρική σχέση μεταξύ των συνδικάτων και των εργοδοτών, πιο εξειδικευμένο και πιο αξιόπιστο εργατικό δυναμικό μέσω της εναλλασσόμενης επαγγελματικής κατάρτισης, μια ισχυρότερη κρατική ρύθμιση της οικονομικής δραστηριότητας (ρύθμιση της αγοράς) και, τέλος, ιδιαίτερα στον πληθυσμό κοινές αξίες σε σχέση με μια πιο ισότιμη κοινωνία και μια συλλογική αντίληψη των κοινών συμφερόντων.

Κατά τον Albert δεν διαφοροποιείται η σύλληψη της αγοράς στα δύο μοντέλα όσον αφορά τα αγαθά που θεωρούνται μη εμπορεύσιμα.

Σημαντικές διαφορές υπάρχουν ωστόσο στην αξιολόγηση των εμπορεύσιμων και των μικτών (περιορισμένα εμπορεύσιμων) αγαθών.

Η εξέλιξη του καπιταλισμού της Ρηνανίας βέβαια δεν ήταν τυχαίο γεγονός, αλλά προέκυψε από της ανάγκες επιβολής των ΗΠΑ.

Οι Αμερικανοί συνειδητοποίησαν μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο ότι για να κερδίσουν στην επικείμενη αναμέτρηση των συστημάτων έπρεπε γρήγορα να ανορθώσουν οικονομικά τη Γερμανία και την Ιαπωνία.

Ειδικότερα στην μεταπολεμική Γερμανία, ήταν διάχυτη μια ισχυρή αντι- καπιταλιστική διάθεση του πληθυσμού, λόγω της υπαιτιότητας των μεγάλων επιχειρήσεων για το ξέσπασμα του πολέμου.

Κατά συνέπεια, έπρεπε άμεσα οι συνθήκες διαβίωσης του πληθυσμού να βελτιωθούν για να μην υπάρχουν μαζικές μετατοπίσεις προς τις «κομμουνιστικές» ιδέες. της αντίπαλης όχθης.

Είναι λογικό άλλωστε σε περιόδους υψηλής ανεργίας, ύφεσης και μειωμένων κοινωνικών προσδοκιών, να στοχοποιούνται οι κεφαλαιούχοι και να προσελκύουν το μένος του πληθυσμού.

Είναι ενδεικτικό ότι ακόμα και οι συντηρητικοί χριστιανοδημοκράτες ζήτησαν τότε στο “πρόγραμμα του Ahlen” (Φεβρουάριος 1947) την εθνικοποίηση των βασικών βιομηχανιών.

Με βάση την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και τις ανάγκες της εποχής η κερδοσκοπία του κεφαλαίου περιορίστηκε προσωρινά και εισήχθη καπιταλισμός της Ρηνανίας παρέχοντας στα εργατικά και λαϊκά στρώματα την αίσθηση ότι η φύση του καπιταλισμού είχε αλλάξει

Μετά την παγκόσμια επικράτηση του καπιταλισμού και την παλινόρθωση του στην Ανατολική Ευρώπη, δεν υπήρχε πλέον λόγος για τη περαιτέρω διατήρηση του μοντέλου ισορροπίας που εξασφάλιζε την κοινωνική συνοχή.

Κατά συνέπεια, από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 άλλαξαν ριζικά οι όροι λειτουργίας του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος.

«Οι χρηματοπιστωτικές αγορές πέρασαν τον καπιταλισμό του Ρήνου από την μηχανή του κιμά»48.

Die deutsche Regierung

Η οικονομία της Γερμανίας μετασχηματίστηκε ριζικά προς τα μέσα και προς τα έξω. Τα κεφαλαιακά κέρδη έγιναν αφορολόγητα, το πεδίο εφαρμογής της επαναγοράς μετοχών επεκτάθηκε όπως και το πεδίο για ευέλικτη αποζημίωση των Manager πχ. μέσω Bonus. Παράλληλα τροποποιήθηκαν τα δικαιώματα ψηφοφορίας των μετόχων .

Το κράτος εκποίησε τις επενδύσεις του σε μετοχές , και τα hedge funds είχαν τη δυνατότητα για πρώτη φορά να μπουν στις αγορές κεφαλαίων.

Από το 2004 και μετά η τότε κυβέρνηση Schroder με την περίφημη Agenda 2010, ώθησε γρήγορα, οριστικά και αμετάκλητα τον ρηνανικό καπιταλισμό της Γ ερμανίας προς τον αγγλοσαξωνικό πρότυπο καπιταλισμού.

Το μοντέλο της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς ετέθη στον πάγο.

H Agenda 2010, συνδέθηκε με την ολική απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων, την απορύθμιση του ωραρίου εργασίας με τους εργαζόμενους να εργάζονται περισσότερες ώρες για την ίδια αμοιβή, την κατάργηση της προστασίας κατά των απολύσεων, την καθιέρωση ενός ενιαίου κατά κεφαλήν συντελεστή για τα ασφάλιστρα υγείας, και την σύμπτυξη των επιδομάτων ανεργίας και των κοινωνικών επιδομάτων (Hartz IV)49.

Με λίγα λόγια την κατάργηση πολλών κοινωνικών επιτευγμάτων. Την ίδια στιγμή τα κέρδη των επιχειρήσεων εκτοξεύτηκαν στα ύψη και η αναλογία του κεφαλαίου στο ΑΕΠ έφτασε σε ανήκουστα ύψη .

Από εκεί και μετά η τάση στην Γερμανία ήταν η μείωση των μισθών.

Τα συνδικάτα αδύναμα και χωρίς κάλυψη στην πολιτική σκηνή, στα ΜΜΕ και στον πληθυσμό προσπαθούσαν μόνο να αποτρέψουν τα χειρότερα

Όπως επισημαίνει ο Robert von Heusinger50, ο διακεκριμένος οικονομικός αναλυτής της εφημερίδας «Die Zeit» «η μετανάστευση της παραγωγής από την Γερμανία σε άλλες χώρες, η μόνιμη μελωδία που συνοδεύει τους αγώνες μεταξύ των εκπροσώπων του κεφαλαίου και της εργασίας ακούγονταν παντού με όμοιο τρόπο: Η εργασία στην Γερμανία θεωρείται ακριβή και ένας εργάτης στην ανατολική Ευρώπη κοστίζει μόνο το ένα πέμπτο σε σύγκριση με τον δυτικογερμνό συνάδελφο του. Με άλλα λόγια, τα κέρδη των γερμανικών επιχειρήσεων εκτιμήθηκαν ως χαμηλά από τις εταιρείες και για να διασφαλιστούν υψηλότερα κέρδη και μόνο διαχύθηκε απροκάλυπτα η απειλή μετάθεσης της παραγωγής προς την ανατολική Ευρώπη και την Ασία».

Σήμερα λοιπόν στην μεγάλη καπιταλιστική μητρόπολη Γερμανία, ζούνε 7 εκ. άνθρωποι που κερδίζουν από 400 έως ένα ευρώ τον μήνα μέσω του HARTZ IV το οποίο υποχρεώνει στην χαμηλά εκμισθωμένη απασχόληση σε διάφορους φορείς και κατόπιν στην προσφυγή στην πρόνοια51.

Εάν προσθέσουμε και τα τρία εκ, ανέργους. τότε γίνεται αντιληπτό ότι στην Μητρόπολη του Ευρωπαϊκού καπιταλισμού, περίπου 10εκ.άτομα – δηλαδή το 15% του πληθυσμού-.ζουν από την πρόνοια και την κοινωνική επιδότηση.

Η ψαλίδα μεταξύ φτωχών και πλουσίων ανοίγει επικίνδυνα από τότε που ολοκληρώθηκαν οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και το ασφαλιστικό.

Είναι ενδεικτικό52 ότι από τα 41 εκ. Γ ερμανών Εργαζομένων, το 45% ή τα 19 εκ. κερδίζουν έως 1600 Ευρώ μικτά, ένα 20% μέχρι 2500 Ευρώ, 21% έως 3750 Ευρώ και ένα 13% πάνω από 3750 Ευρώ.

Παράλληλα το 36% των μονογονεικών οικογενειών με ένα παιδί και το 45% με δύο παιδιά έχουν ανάγκη προνοιακών επιδομάτων, ενώ από τα 41 εκ. εργαζόμενων μόνο τα 28 εκ διαθέτουν κανονική, μη επισφαλή εργασία με ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές εισφορές.

Ανησυχητικό είναι ότι οι θέσεις πλήρους απασχόλησης μειώνονται συνεχώς, και η ημιαπασχόληση αυξάνεται,

Αυτό σημαίνει ότι ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού έχει ξαφνικά πολύ λιγότερα χρήματα στη διάθεσή μου και αναγκάζεται να ζητήσει κρατική βοήθεια53. Τα μωσαϊκό της οικονομικής ανέχειας στην Γερμανία διαφαίνεται ιδιαίτερα εάν λάβουμε υπόψη το φαινόμενο της «ενεργειακή φτώχεια» ένας νέος όρος που αναδύθηκε στην Γερμανία με

600.000 Πελάτες -Νοικοκυριά, στα οποία έχει διακοπεί η ηλεκτροδότηση λόγω αδυναμίας πληρωμής. Ακόμη, υ 8% των νοικοκυριών αδυνατούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς κοινής ωφέλειας.

Η κοινωνική ανισότητα αναπαράγεται όμως και από το γερμανικό εκπαιδευτικό σύστημα .

Στον τομέα της εκπαίδευσης όπως σημειώνεται και στη τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ για την παιδεία54.

Ενώ στις χώρες του ΟΟΣΑ το 60% μιας σχολικής φουρνιάς εισάγεται κατά μέσω όρο στο πανεπιστήμιο, στη Γερμανία το ποσοστό βρίσκεται στο 42% .Εξ ου οι πτυχιούχοι στην Γερμανία αμείβονται κατά 80% καλύτερα από έναν που δεν σπούδασε . Η διαφορά στον μέσο όρο του ΟΟΣΑ είναι 55%.

Ενώ στις υπόλοιπες ανεπτυγμένες χώρες το 37% των νέων ανθρώπων έχουν καλύτερη εκπαίδευση από τους γονείς τους, στη Γ ερμανία το ποσοστό της προόδου είναι μόλις 20%.

Όσον αφορά τις συντάξεις μετά την τελευταία ασφαλιστική μεταρρύθμιση, που θίγει όσους εντάχθηκαν στην αγορά εργασίας μετά το 1995, το ποσοστό αναπλήρωσης της σύνταξης πέφτει από το 51% σήμερα στο 43% του καθαρού μισθού προ φόρων. Επιπλέον τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης έχουν ανέβει στα 67 χρόνια.

Ο εργαζόμενος που λαμβάνει έως 2.500 ευρώ μεικτά τον μήνα, μετά από 35 χρόνια εργασίας, θα παίρνει 688 ευρώ σύνταξη. Το ίδιο ποσό αναλογεί σε εκείνους που θα έχουν εργαστεί 40 έτη , αμειβόμενοι με έως 2.200 ευρώ μεικτά55.

Ενώ λοιπόν η κυβέρνηση Μέρκελ επαίρεται ότι έχει μειώσει δραστικά την ανεργία, στην πραγματικότητα η ύφεση αρχίζει να δείχνει τα δόντια της και στην Γερμανία , κάτι που περιορίζει σταδιακά την ενίσχυση της απασχόλησης.

Η αβεβαιότητα που προκαλεί η οικονομική συγκυρία αναγκάζει πολλές γερμανικές επιχειρήσεις να «παγώσουν» τα σχέδια νέων προσλήψεων, ενώ παράλληλα μειώθηκε ο αριθμός των ακάλυπτων θέσεων εργασίας56.

Σε συνδυασμό με την συνεχώς διογκούμενη ημιαπασχόληση, και την διόγκωση της εξάρτησης από τα προγράμματα πρόνοιας η εικόνα που προδιαγράφεται στην Γερμανία δείχνει μάλλον μια κοινωνία των 3/5 στην οποία τα 2/5 δεν μπορούν πλέον να ακολουθήσουν την τάση του γερμανικού πολιτικοοικονομικού ηγεμονισμού

Το έλλειμμα κοινωνικής συνοχής που επεκτείνεται στην γερμανική κοινωνία ανάγεται προφανές στο «σύνδρομο της ανταγωνιστικότητας» που διακατέχει την γερμανική οικονομική ελίτ.

Κατά συνέπεια δικαιώνεται η θέση του Joseph Stiglitz o οποίος θεωρεί ότι οι δυνάμεις της αγοράς συμβάλλουν καθοριστικά στην διαμόρφωση του επιπέδου ανισότητας.

Οι δυνάμεις αυτές ωστόσο κατά την άποψη του διαμορφώνονται κατά ένα μεγάλο μέρος από τις πολιτικές του κράτους με « όσα κάνει και με όσα δεν κάνει». Εάν λοιπόν λάβουμε υπόψη την διατύπωση του Stiglitz ότι «το κράτος έχει την δυνατότητα να μετακινεί χρήμα από την κορυφή ως την βάση και την μέση , η το αντίστροφο»57 , τότε είναι εμφανές ότι από το 1990 και μετά το γερμανικό κράτος προτίμησε την μετακίνηση του χρήματος από την βάση προς την κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας.

Ο στόχος της κατάκτησης της κινεζικής αγοράς και η ανταπόκριση στα νέα δεδομένα ανταγωνιστικότητας που ανακύπτουν με την απογείωση ποικίλων ανερχόμενων οικονομιών ^RIC: Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία , Κίνα νέες αναδυόμενες οικονομίες Τουρκία, Μεξικό, Ινδονησία, Μαλαισία, Περού, Κολομβία, Βενεζουέλα, Βιετνάμ κα58} αυξάνει τις πιέσεις προς την ίδια την Γερμανία να κινεζοποιηθεί εσωτερικά και να κινζοποιήσει εσωτερικά την Ευρώπη.

Η διάσπαση όμως της ίδιας της Γερμανίας και στην συνέχεια ολόκληρης της Ευρώπης σε ζώνες, φτώχειας και ανεργίας αφενός και σε ζώνες ημιπολιτελούς και πολυτελούς διαβίωσης αφετέρου θα είναι δύσκολο να νομιμοποιηθεί ακόμα και με την επίκληση των προκλήσεων του παγκόσμιου ανταγωνισμού.

Δεν μπορεί καμία περιοχή της Ευρώπης να ανταγωνιστεί το εργατικό κόστος της Κίνας. Ούτε είναι δυνατόν να αποδιαρθρωθεί κατά το δοκούν το κοινωνικό κράτος σε μια περιοχή που τροφοδοτείται από τον πολιτισμό του διαφωτισμού

Οι Γερμανία επιζητά την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα, «αλλά χωρίς τα εργαλεία τα οποία, λόγου χάρη, οι Αμερικανοί διαθέτουν και χρησιμοποιούν, δηλαδή χωρίς δυνατότητες άσκησης επεκτατικής νομισματικής πολιτικής. Με αυτόν τον τρόπο, όμως, το «κόστος της ανταγωνιστικότητας» μεταφέρεται ολόκληρο στην ευρωπαϊκή κοινωνία. Πρόκειται, δηλαδή, για το πρότυπο της Κίνας59» .

Εάν η Γερμανία αποδεχτεί ότι το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο δεν έχει κανένα μέλλον, αναπόφευκτα, το κόστος αυτής της πολιτικής θα μεταφερθεί στην ίδια τη Γερμανία, δημιουργώντας μια καθημαγμένη κοινωνία που δεν πρόκειται να παρακολουθήσει αν μη τι άλλο να συναινέσει στις βλέψεις γερμανικής ηγεμονίας.

Επίμετρο

Η Γ ερμανία είναι η χώρα που άντλησε τα περισσότερα πλεονεκτήματα τόσο από την εισαγωγή του ευρώ όσο και από την εξέλιξη της οικονομικής κρίσης.

Η εισαγωγή του ευρώ την κατέστησε κατά μια έννοια σε γεωοικονομική δύναμη ενώ η οικονομική κρίση σε ηγεμονική.

Εύλογα λοιπόν, μια ενδεχόμενη κατάρρευση της ευρωζώνης θα καταστήσει την χώρα πρώτιστο θύμα60.

Εντούτοις η στρατηγική που ακολουθεί η Γερμανία εντείνει την «απωλεσθείσα ασφάλεια», κατά την ορολογία του Ulrich Beck61 , η οποία δεν εκτείνεται μόνο στις ατομικές βιογραφίες και τις αντίστοιχες προοπτικές αλλά και στην ασφάλεια των πολιτικών συστημάτων.

Στις νότιες χώρες που υπόκεινται σε αυστηρά δημοσιονομικά προγράμματα προσαρμογής παρατηρείται ένας εμφανής κατακερματισμός των πολιτικών δυνάμεων και μεγάλη ρευστότητα στο πολιτικό τοπίο.

Τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ιταλία, την Ισπανία και την Πορτογαλία οι ισχυρές κυβερνήσεις αποτελούν πλέον ένα ρομαντικό αν και εν μέρει αμφιλεγόμενο παρελθόν.

Την ίδια στιγμή διαχέονται παντού οι «αντισυστημικές» ρητορικές και οι αντίστοιχες πολιτικές δυνάμεις επελεύνουν βρίσκονται σε ανοδική πορεία»

Οι μεταρρυθμίσεις της Γερμανίας του 1990, του 2004 όσο και τα πρόσφατα προγράμματα δημοσιοοικονομικής σταθεροποίησης που επιβάλλονται στον ευρωπαϊκό νότο δείχνουν ότι η Γερμανία έχει ολοκληρωτικά αποποιηθεί το μοντέλο του καπιταλισμού του Ρήνου λόγω του συνδρόμου υπερπληθωρισμού που την διακατέχει62.

Όσο δελεαστικό ήταν το μοντέλο του Ρήνου τόσο αποκρουστικό είναι το μοντέλο της νέας Βαϊμάρης και του νομισματικού εθνικισμού που προτάσσει η Γερμανία σήμερα..

Επόμενο είναι να αναπτύσσονται φυγόκεντρες τάσεις από την πολιτική της Γερμανίας όπως εκφράζονται από όλες τις χώρες του Νότου, κυρίως όμως από την Ιταλία και την Γαλλία αλλά και από χώρες του βορρά όπως η Μεγάλη Βρετανία η διάσωση του ευρώ δεν μπορεί να γίνει με ηγεμονία αλλά μόνο μέσω συνεργασίας.

Το μείγμα πολιτικής που επιβάλει στις ημέρες μας η ΟΔΓ δεν μπορεί να ευδοκιμήσει επί μακρόν, διότι αφενός «απαιτείται παροχή μεγαλύτερης ρευστότητας με ποσοτική χαλάρωση και ένα περισσότερο παρεμβατικό μείγμα πολιτικής (που) θα βοηθήσουν την ΕΕ να βγει από την ύφεση»63 .

Δεν είναι τυχαίοι οι μύδροι εξαπολύει κατά καιρούς ο Πέτερ Μπόφιγκερ , ενός από τους σοφούς καθηγητές της γερμανικής οικονομίας, κατά της πολιτικής που ασκεί η Μέρκελ.

Ο καθηγητής έχει την πεποίθηση ότι οι αγορές θα αποδυναμώνονταν εν μιά νυκτί με την έκδοση ευρωομολόγου και θεωρεί ότι η Μέρκελ αντιτάσσεται λυσσαλέα στην έκδοσή του, «ακριβώς επειδή επιθυμεί τη συνέχιση των επιθέσεων των αγορών στα κράτη, επιθυμώντας με αυτόν τον τρόπο να τούς ασκούνται πιέσεις για εφαρμογή της δημοσιονομικής προσαρμογής. Το Βερολίνο φαίνεται να χρησιμοποιεί τις «αγορές» για να επιβάλει την πολιτική του στην υπόλοιπη ευρωζώνη αντί να τις κατευνάσει και να τις ελέγξει ακολουθώντας την κλασική συνταγή που εφαρμόζουν και σήμερα η Ιαπωνία, η Βρετανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες για τον έλεγχο της κρίσης, δηλαδή την εκτύπωση χρήματος»64

Υπό αυτή την έννοια οι ΗΠΑ του Ομπάμα διαθέτουν μια πιο ορθολογική προσέγγιση των εξελίξεων, θεωρώντας ότι ο πραγματικός κίνδυνος είναι ένα ντόμινο στην παγκόσμια οικονομία (το αποκαλούμενο systemic risk) και όχι η δήθεν χαλάρωση του πλαισίου με αποτέλεσμα μια υποτιθέμενη ανεύθυνη συμπεριφορά (το αποκαλούμενο moral hazard)65.

Κατά συνέπεια όσο μεγαλύτερη είναι η αμερικανική παρουσία τόσο μεγαλύτερη θα είναι η σχετικοποίηση της (ήπιας) γερμανικής ισχύος.

Όσοι επομένως φαντάζονται μια νέα και μακρά περίοδο γερμανικής ηγεμονίας θα πρέπει αφενός να συνυπολογίσουν τον ρόλο των ΗΠΑ και αφετέρου την ιστορική δύναμη που διαθέτει το έθνος κράτος στην ευρωπαϊκή πολιτική και πολιτειακή παράδοση και πόσο εύκολη είναι μια νέα εκτροπή σε μια εθνικιστική Ευρώπη.

Άλλωστε είναι μεν προφανές ότι ο «ότι ο ευρωπαϊκός πυρήνας προσπαθεί να φτάσει σε ένα ομοσπονδιακό επίπεδο, κάνοντας ενδεχομένως λάθη, αστοχίες ή προκαλώντας και θύματα, αλλά οι χώρες όπως η Ελλάδα, με προβλήματα, θα βρεθούν σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση όταν ξεκινήσει η διαπραγμάτευση για τις αλλαγές που χρειάζονται» 66, εάν δεν χαλαρώσει όμως η πίεση που ασκείται στις χώρες που πάσχουν από υπερχρέωση, υπάρχει η πιθανότητα φυγόκεντρων τάσεων μεγάλης έντασης και με αβέβαιη έκβαση.

Πράγματι η ΕΕ, όπως συγκροτήθηκε θεσμικά από το 1950 αντιτίθεται και αποκλείει μια ηγεμονική πολιτική.

Οι άτυπες προσπάθειες άσκησης μιας τέτοιας πολιτικής σκοντάφτουν στο τέλος στους κανόνες και θεσμούς του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.

Εάν η ΕΕ ήταν μια προσπάθεια να επιλυθούν ειρηνικά και έννομα εντός των θεσμικών οργάνων της, εκείνες οι αντιθέσεις μεταξύ των κρατών που προγενέστερα επιλύονταν στα χαρακώματα των πολέμων, τότε σήμερα αξίζει η πολιτική διαμάχη να συνεχιστεί.

Τα θέματα της διαμάχης αυτής είναι το σβήσιμο ή κούρεμα του χρέους, η αλλαγή του δημοσιονομικού συμφώνου, τα ευρωομόλογα, ο ρόλος της ΕΚΤ, η καταπολέμηση της μεταδημοκρατικής δυναμικής, η επαναφορά του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου και τελικά η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.

Η διαμάχη για αυτά τα θέματα δεν κοστίζει θύματα πολέμου και είναι παρήγορο ότι δεν έχει καθοριστεί η έκβαση της ακόμη, ούτε από την Γ ερμανία.

Σε κάθε περίπτωση πάντως, είναι ωφέλιμο να κατανοηθεί από όλες τις πλευρές ότι η οικονομική κρίση κινδυνεύει να εξελιχθεί σε μια κρίση νομιμοποίησης του αγγλοσαξωνικού καπιταλισμού67 με την νοσταλγία για τον καπιταλισμό του Ρήνου να αυξάνεται.

Το ζητούμενο σήμερα είναι η μεταρύθμιιση του καπιταλισμού μέσα από τον κοινωνικό εξανθρωπισμό του .

States in a Globalized World : Deconstructing a Paradox”, Les Cahiers europeens de Sciences Po, n° 03, Paris: Centre d’etudes europeennes at Sciences Po. σ, 3

  • Peter J. Katzenstein (ed.), Tamed Power. Germany in Europe (Ithaca and London : Cornell University

Press, 1997), p. 2.

  • Ulrich, Bernd: Wofur Deutschland Krieg fuhren darf. Und muss. Reinbek bei Hamburg, Rowohlt 2011
  • Μαλούχος Γ εώργιοςΧωράει στην Ευρώπη η Μεγάλη Γερμανία; http: //tovima.gr/vimagazino/views / article/?aid=456634
  • Στο ίδιο
  • Στο ίδιο
  • Carlo Bastasin Saving Europe: How National Politics Nearly Destroyed the Euro Brookings Institution Press March 2012
  • Gideon Rachman Welcome to Berlin, Europe’s new capital.

The price of assistance will be rules made in Germany

http://www.ft.com/intl/cms/s/0/01db45ba-1c32-11e2-a63b-

00144feabdc0.html#axzz2JUmuXSGc

http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=479378

  • Στο ίδιο
  • Στο ίδιο
  • Στο ίδιο
  • Στο ίδιο
  • Στο ίδιο
  • Στο ίδιο
  • Paterson William E : The Reluctant Hegemon? Germany Moves Centre Stage in the European Union JCMS: Journal of Common Market Studies

September 2011, pp. 57-75

  • Erhard Crome Deutschland in Europa /Eine neue Hegemoniedebatte. Weltrends 86 Sept- Okt 2012

30 Στο ίδιο 30 Στο ίδιο

30 Wolfgang Munchau Η Ευρώπη πληρώνει τα σπασμένα της γερμανικής επανένωσηςhttp://www.antinews.gr/2012/10/05/182616/

30 Daniela Schwarzer και Kai-Olaf Lang Ο μύθος της γερμανικής ηγεμονίας

http://foreignaffairs.gr/articles/68979/daniela-schwarzer-kai-kai-olaf-lang/o-

mythos-tis-germanikis-igemonias

Sept/Okt 2012

  • Christoph SchonbergerHegemon wider Willen

Zur Stellung Deutschlands in der Europaischen Union. Merkur (Heft 752 Nr. 1/2012

http://www.sgh.waw.pl/ogolnouczelniane/forum/download/Deutschland%20als

%20Hegemon%20wider%20Willen%20-%20Merkur%201-2012.pdf

  • Kundnani Hans Germany as a Geo-economic

Power http://csis.org/files/publication/twq11summerkundnani.pdf

  • Christoph Schonberger: Nochmals: Die deutsche Hegemonie” Merkur Heft 764, 1/2013 S.25-33
  • Heinrich Triepel : Die Hegemonie. Ein Buch von fuhrenden Staaten, Stuttgart 1938
  • Christoph Schonberger: Nochmals: Die deutsche Hegemonie”Merkur Heft 764, 1/2013 S.25-
  • Στο ίδιο 27
  • Στο ίδιο 29
  • Παναγιώτης Κουπαράνης «Η Γερμανία να αναλάβει ευθύνη για την Ευρώπη»

www.dw.de/η-γερμανία-να-αναλάβει-ευθύνη-για-την-ευρώπη/a-16270780

39 Josef Toffe Der “gute Hegemon”. Die wundersame Wandlung der einst gefurchteten Deutschen DIE ZEIT, 5.1.2012 Nr. 02

http://www.zeit.de/2012/02/P-Zeitgeist

40Kundnani, Hans Was fur ein Hegemon ? Berlins Politik fuhrt zu keinem deutschen , sondern zu einem chaotischen Europa. Internationale Politik 3 Mai / Juni 2012 s 21-25

41Ο Kindleberger ήταν ένας από τους αρχιτέκτονες του σχεδίου Μάρσαλ

εθνική-στρατηγική-εντός-ευρωζώνης

  • Kundnani, Hans Was fur ein Hegemon ? Berlins Politik fuhrt zu keinem deutschen , sondern zu einem chaotischen Europa. Internationale Politik 3 Mai / Juni 2012 s 21-25

48Dierk Hirschel Das Ende des rheinischen Kapitalismus ist gefahrlich

http://www.welt.de/print-wams/article143541/Das-Ende-des-rheinischen-

Kapitalismus-ist-gefaehrlich.html)

49 Robert von Heusinger Eine Trane fur den Rheinischen Kapitalismus

http://blog.zeit.de/herdentrieb/2005/12/04/eine-trane-fur-den-rheinischen-

kapitalismus_27

50(Robert von Heusinger Das Ende des Rheinischen Kapitalismus

http://www.portfolio-institutionell.de/newsdetails/article/das-ende-des-

rheinischen-kapitalismus.html)

  • Sabine Kinkartz/Κώστας Συμεωνίδης Πόσο κοινωνικό κράτος μπορεί να αντέξει η Γερμανία;

http://www.dw.de         /πόσο-κοινωνικό-κράτος-μπορεί-να-αντέξει-η-γερμανία^-

5285865-1

  • Τα στοιχεία προέρχονται από τα ακόλουθα site

https://www.destatis.de/DE/ZahlenFakten/GesamtwirtschaftUmwelt/Arbeitsmark

t/Arbeitsmarkt.html

http://de.answers.yahoo.com/question/index?qid=20071222235939AAxoDWR

http://www.sueddeutsche.de/panorama/minderiaehrige-hartz-iv-empfaenger-

kinderarmut-in-deutschland-nimmt-ab-1.1267365

  • Klaus Deuse/Κώστας Συμεωνίδης Ζώντας από τα κοινωνικά επιδόματα

http://www.dw.de /ζώντας-από-τα-κοινωνικά-επιδόματα^-5389690-1

 

  • Rolf Wenkel/Σταμάτης Ασημένιος Οικονομία Έφτασε η κρίση στη γερμανική αγορά εργασίας;

http://www.dw.de /έφτασε-η-κρίση-στη-γερμανική-αγορά-εργασίας^-16272441

  • Stiglitz , Joseph; Το τίμημα της ανισότητας . Εκδόσεις Παπαδόπουλος . Αθήνα 2012, σελ 66
  • Στροφή στις νέες αναδυόμενες gr 25/01/13

http://www.express.gr/news/diethnisoz_oikonomia/679679oz_20130125679679.

php3

  • Μαλούχος ΓεώργιοςΧωράει στην Ευρώπη η Μεγάλη Γερμανία; http: //tovima.gr/vimagazino/views / article/?aid=456634
  • Erhard CromeWiederkehr der deutschen Frage?

http://das-blaettchen.de/2012/07/wiederkehr-der-deutschen-frage-14182.html

  • Beck, U.: WeltrisikogeseUschaft. Auf der Suche nach der verlorenen Sicherheit. Suhrkamp, Frankfurt am Main, 2007.
  • Μαριλένα Κοππά: Ο καπιταλισμός του Ρήνου δεν είναι και τόσο φρικτός!

http://www.enimerosi.com/2011-02-14-11-50-23/2011-02-14-11-56-07/10191-

2011-12-17-11-51-55.html

  • Κ.Λάβδας: “Μπορούμε να κερδίσουμε το στοίχημα”!

http://www.cretalive.gr/crete/view/k.labdas-mporoume-na-kerdisoume-to-

stoichhma/52387

http://www.sueddeutsche.de/wirtschaft/soziologe-ulrich-beck-merkel-greift- in-die-kostuemkiste-1.71775

πηγή: Academia.edu

spot_img

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. Ερασίνος.
    Ο Μακιαβέλι στόν ηγεμόνα γράφει ότι: τόν εχθρόν σου όταν τόν νικάς πρέπει νά τόν καταστρέφεις ολοσχερώς, διότι όταν ανασυγκροτηθεί η εκδίκησή του θά είναι τρομακτική.
    Καλά νά πάθει λοιπόν η Ευρώπη πού όταν έπρεπε καί μπορούσε δέν κατέστρεψε αυτό τό όνιδος πού λέγεται Γερμανία, καί ακόμη δέν έχομε βιώσει τίποτε από αυτά πού ακολουθούν.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
37,300ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα