του Δημήτρη Τσαϊλά, Υποναυάρχου ε.α.
Την τελευταία τριακονταετία ο κόσμος έχει αλλάξει δραματικά, αφού το γεωπολιτικό πεδίο παρουσιάζει μια καινοφανή μεταβλητότητα, έτσι που η συνολική επανεκτίμηση είναι επιβεβλημένη. O κόσμος μας, έχει εισέλθει σε μια φάση που θα τολμούσα να την ονομάσω, “φάση της γεωπολιτικής δημιουργικής καταστροφής”. Βρισκόμαστε στη διαδρομή μιας περιόδου όπου τα έθνη της παγκόσμιας κοινότητας ξεδιπλώνουν την ισχύ τους. Είμαστε αντιμέτωποι με μια ριζική αναθεώρηση, διότι όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες, ήταν ακόμη η μοναδική στρατιωτική υπερδύναμη παγκοσμίως, δεν ακολούθησαν μια συνεκτική και συνετή στρατηγική εξωτερικής πολιτικής, μετά από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, και διαδραμάτισαν ηγεμονικό ρόλο ενεργώντας δαπανηρούς πολέμους στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν καθώς και διά αντιπροσώπων στη Συρία, στη Λιβύη, στην Υεμένη και οπουδήποτε αλλού θεωρούσαν χώρο επιρροής τους. Αυτή η εμπειρία κάνει την Ουάσινγκτον σήμερα, πιο απρόθυμη να αναλάβει κινδύνους και περισσότερο αντιδραστική από κάθε άλλη φορά από τη δεκαετία του 1930.
Ωστόσο, η Ρωσία επανεμφανίζεται στο γεωπολιτικό προσκήνιο, μάλιστα σε μια ιστορική αναγνωρίσιμη μορφή ανάκαμψης που παραπέμπει στη ρωσική αυτοκρατορία, στηριζόμενη σε παραδοσιακές αξίες, όπως η αίσθηση του ιστορικού μεγαλείου. Προσθέστε μια πιο δυναμική και εξωστρεφή Κίνα, μια όλο και πιο ασταθή Μέση Ανατολή, μια διακεκαυμένη Αφρική και την Ευρώπη να εξακολουθεί να αναζητά τη μοίρα της, αφού γνωρίζουμε πολύ καλά πως η Ευρώπη όπως υπάρχει σήμερα, δεν είναι μια εφεύρεση των Ευρωπαίων, αλλά ένα κατασκεύασμα των ΗΠΑ αμέσως μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, έτσι ώστε να τη διατηρήσουν υπό τον έλεγχό τους και να δημιουργήσουν μια ουδέτερη ζώνη έναντι της Σοβιετικής Ένωσης. Δούλεψε μέχρι την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Όμως σήμερα η παγκόσμια τάξη πραγμάτων βρίσκεται προ μιας διάλυσης.
Σ’ αυτό το “γεωπολιτικό εργόχειρο” αν διαπλέξουμε το άγχος που προκαλείται από τις εθνοτικές τις θρησκευτικές και τις ρεβιζιονιστικές διαμάχες, καθιστά πιο δύσκολα τα θέματα για όποια κυβέρνηση, ώστε να αγνοήσει τα προβλήματα των γειτόνων της. Μπορεί οι προκλήσεις να είναι παγκόσμιες, αλλά οι απαντήσεις παραμένουν τοπικές. Για όλους τους παραπάνω λόγους μπορούμε να πούμε ότι παγκόσμια τάξη πραγμάτων βρίσκεται προ μιας διάλυσης βάζοντας τέλος στον πολιτικό, οικονομικό και ιδεολογικό ανταγωνισμό της Ανατολής-Δύσης.
Η καθοδηγούμενη από τη Δύση, φιλελεύθερη παγκόσμια τάξη που προέκυψε στην αυγή της δεκαετίας του 1990 βιώνει τώρα πολύπλευρους μετασχηματισμούς, παρά τη φαινομενική σταθερότητα της. Αυτή η παρουσία έχει αποδυναμωθεί, ακόμη και αν εξακολουθεί να εμφανίζεται εδραιωμένη μέσω φαινομενικά καθολικής αποδοχής των πολιτικών και οικονομικών αξιών καθώς και των θεσμών της.
Δύο παράγοντες εξηγούν αυτές τις τάσεις. Ο ένας, όπως ήδη αναφέρθηκε, είναι η εμφάνιση των μη-δυτικών αμφισβητιών, Κίνας και Ρωσίας, που επιθυμούν να αντισταθούν στην κυριαρχία των ΗΠΑ στην παγκόσμια πολιτική σκηνή. Ο δεύτερος παράγοντας είναι η διεύρυνση του χάσματος Βορρά-Νότου, η οποία τονίζει την οικονομική, την κοινωνικοπολιτική ανισότητα, και τα παράπονα του αναπτυσσόμενου κόσμου. Εκτός αυτού, οι δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης έχουν προκαλέσει θεμελιώδεις μετασχηματισμούς, όχι μόνο για τη σταθερή πτώση της κρατικής κυριαρχίας υπέρ των καθολικών κανόνων και κανονισμών, αλλά και μια επαναστατική άνοδο στο ρόλο ορισμένων εθνοτήτων και διακρατικών θεσμών, οι οποίοι ολοένα και περισσότερο επιθυμούν την πολιτική τους αυτονομία, επιδεικνύοντας φαντασιακές πολιτισμικές ιδιαιτερότητες. Τα πενιχρά αποτελέσματα (αν όχι η προφανής αποτυχία) των υφιστάμενων διεθνών πολιτικών και οικονομικών θεσμών για την αντιμετώπιση των παγκόσμιων προκλήσεων του σήμερα, δείχνει ότι η τρέχουσα κατάσταση έχει πάρει το δρόμο προς τον γκρεμό. Τι σημαίνει λοιπόν ο παρατεταμένος πόλεμος για τη Ρωσία και την Ουκρανία. Επίσης ποια θα είναι η λύση που θα δοθεί στο μέτωπο της Μέσης Ανατολής;
Δύο χρόνια μετά τη μαζική επίθεση στην Ουκρανία, το Κρεμλίνο εμμένει στους μέγιστους στόχους του, χωρίς να διαφαίνεται ακόμη μια λύση με διαπραγματεύσεις. Στο Ισραηλινό μέτωπο οι προσπάθειες των ΗΠΑ είναι να προωθήσουν ένα πολιτικό πλαίσιο για την επόμενη ημέρα του πολέμου. Η αμερικανική διοίκηση επικεντρώνεται στην προσπάθεια εδραίωσης μιας φόρμουλας που θα περιλαμβάνει την επιστροφή των ομήρων, ενώ ταυτόχρονα θα αναστέλλει την ισραηλινή στρατιωτική δραστηριότητα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Εάν συμβεί αυτό, ελπίζουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, θα υπάρξει πιθανότητα για μόνιμη κατάπαυση του πυρός και προώθηση μιας διττής διευθέτησης. Όπως η εξεύρεση μιας συμφωνημένης λύσης για την κυβερνητική εξουσία στη Λωρίδα της Γάζας ως μέρος της προώθησης μιας πολιτικής διαδικασίας που περιλαμβάνει επίσης ευθύνη για μια «αναζωογονημένη» Παλαιστινιακή Αρχή. Παράλληλα, είναι πρόθυμοι να προωθήσουν τη διαδικασία ομαλοποίησης μεταξύ Ισραήλ και Σαουδικής Αραβίας και να δημιουργήσουν έναν αντιιρανικό περιφερειακό άξονα.
Συμπεράσματα
Η ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας που βασιζόταν στις αρχές του Ελσίνκι και στους μεταψυχροπολεμικούς γεωπολιτικούς σχηματισμούς έχει καταρρεύσει. Οι περισσότερες συμφωνίες που συνήφθησαν από τη Δύση και τη Ρωσία τη δεκαετία του 1990 υπάρχουν μόνο στα χαρτιά. Επιπλέον ο Ρωσο-Ουκρανικός πόλεμος ήταν μια προσπάθεια της Μόσχας να αποτρέψει τον προσανατολισμό των ΗΠΑ προς την Ασία, να αναδείξει τη διατλαντική ευθραυστότητα και την αδυναμία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) να επιβάλει τη δική της αντίληψη για ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο ασφάλειας.
Κάποια στιγμή τα ρωσικά στρατεύματα μπορεί να επιστρέψουν στους στρατώνες τους. Ωστόσο, το ευρωπαϊκό χάσμα ασφάλειας θα παραμείνει όσο οι Ευρωπαίοι δεν είναι σε θέση να προσαρμοστούν στον νέο γεωπολιτικό πλαίσιο ή όσο η Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν δεν εγκαταλείψει τις φιλοδοξίες της να γυρίσει τον χρόνο πίσω. Κανένα από τα δύο δεν φαίνεται να συνβεί, οπότε δικαίως τα χρονιά που έρχονται χαρακτηρίζονται ως χρόνια «φωτιάς και οργής».
Ακόμα κι αν η κυβέρνηση των ΗΠΑ προσπαθούν να μετατρέψουν τον πόλεμο στο Ισραήλ σε πολιτική ευκαιρία, δεν μπορεί κανείς να υποψιαστεί ότι είναι άπειροι πολιτικοί και είναι σαφές ότι γνωρίζουν ότι πρόκειται για μια δύσκολη διαδικασία που έχει ήδη αντιμετωπίσει πολλές αντιρρήσεις και από τις δύο πλευρές. Ωστόσο, κατά την άποψη της αμερικανικής κυβέρνησης, ο σωστός και μόνος τρόπος είναι να μεγιστοποιήσει την ευκαιρία, και ως εκ τούτου είναι επίσης πρόθυμη να επενδύσει χρόνο, πόρους και κύρος. Στον απόηχο όλων αυτών είναι το ρολόι των επερχόμενων προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ.
*Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος Αξιωματικός του ΠΝ, δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Σήμερα είναι συνεργάτης και ερευνητής του Institute for National and International Security(INIS), και του Strategy International (SI). Συγγραφέας του βιβλίου «Ο Σύγχρονος Πόλεμος» Προκλήσεις για την Ελληνική Ασφάλεια. Εκδόσεις Ινφογνώμων.