Πριν από αρκετά χρόνια είχα πληροφορηθεί τυχαία πως ένας θείος μου εν ονόματι Βασίλειος Τσιουρής (πρώτος ξάδερφος του πατέρα μου), είχε κάποια βιώματα απο τα γεγονότα της Κύπρου το 1974. Συγκεκριμένα ήταν μέλος πληρώματος πτήσης σε ένα από τα NORATLAS, τα μεταγωγικά αεροσκάφη που πέταξαν από τη Σούδα στην Κύπρο μεταφέροντας καταδρομείς και οπλισμό.
Σήμερα ο θείος μου Βασίλης Τσιουρής δεν είναι εν ζωή, αλλά πριν αρκετά χρόνια, ίσως περισσότερα από 20, είχα έναν διάλογο μαζί του.
Γνωρίζοντας πως το θέμα είναι λεπτό, κάποια στιγμή που βρέθηκα κατ’ ιδίαν με τον θείο μου Βασίλη Τσιουρή, τον ρώτησα εάν θα ήθελε να μου πεί κάτι από εκείνα τα γεγονότα.
Ο θείος μου, μου απάντησε «συνήθως δε μιλάω για αυτά, αλλά θα σου πω ένα γεγονός το οποίο το σκέφτομαι κάθε μέρα».
«Θείε Βασίλη είμαι “όλος αυτιά” του απάντησα!».
Σας μεταφέρω όσο μπορώ πιο πιστά τον διάλογο που είχα με τον θείο μου Βασίλη Τσιουρή.
– B.Tσιουρής: Στο στρατόπεδο, όλοι με κάποιο τρόπο ξέραμε τις πεποιθήσεις και από πού κρατάει η σκούφια του καθενός μας, είτε με καμιά ατάκα, είτε με κανένα υπονοούμενο, είτε με την εφημερίδα που κρατούσαμε.
Όλοι ξέραμε για όλους μας, ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΕΝΑΝ, ο οποίος ήταν μία “σουπιά”! (το αναγράφω όπως ακριβώς μου το είπε ο θείος μου!), πολύ μυστικοπαθής, δεν εκδηλωνόταν και δεν ξέραμε τίποτα για αυτόν!
Όταν δόθηκε το σήμα για να απογειωθούμε, όλα τα NORATLAS άρχισαν να τροχοδρομούν (στο αεροδρόμιο της Σούδας) και εμείς περιμέναμε τα προπορευόμενα αεροσκάφη να απογειωθούν.
Γύρω στις 12 παρά, βλέπουμε έκπληκτοι τον κυβερνήτη ενός από τα NORATLAS (δηλ. “την σουπιά”) να έχει κατέβει από το αεροσκάφος του, και έχοντας μία πολύ περίεργη συμπεριφορά με αλλόκοτες κινήσεις, επιθεωρεί το σκάφος, τα λάστιχα κτλ., καθυστερώντας την απογείωση όλων των υπολοίπων αεροσκαφών. Όταν του είπαμε “τι κάνεις εκεί ρε;;;” αυτός πρώτα κοίταξε το ρολόι του και μας είπε: “είναι 00:01 και επικαλούμαι τις εντολές που μας δόθηκαν να μην απογειωθούμε μετά τη δωδεκάτη νυχτερινή…”.
Ουσιαστικά χρονοτρίβησε για να πάει 00:01 και να μην απογειωθεί!
Ο θείος μου σταμάτησε άλλο να περιγράφει…
Τον ρώτησα «θείε Βασίλη, τελικά αυτή η “Σουπιά” πέταξε προς την Κύπρο;;;».
– Β.Τσιουρής: “ΌΧΙ δεν πέταξε!”.
– Α.Β.: «Θείε, αυτά που μου είπες μήπως πρέπει να τα πείς και δημοσίως;».
– Β.Τσιουρής: «Αριστείδη, έγινε μία εκπομπή στο TV Μακεδονία για τα γεγονότα της Κύπρου, την οποία ετοίμασε ένας γνωστός δημοσιογράφος του καναλιού. Εγώ πριν την έναρξη της εκπομπής περιέγραψα στο δημοσιογράφο αυτό το συμβάν, λέγοντάς του πως αυτά δεν φοβάμαι να τα πω και δημοσίως με ονόματα και διευθύνσεις. Ο δημοσιογράφος όμως «κώλωσε» λέγοντας μου «καλύτερα να μην τα πείτε αυτά, γιατί θίγουν την Πατρίδα και το πατριωτικό αίσθημα κτλ….».
– Β. Τσιουρής: «Αριστείδη τους έχω σιχαθεί όλους…».
Κλείνοντας κι εγώ αυτή την, όχι και ιδιαίτερα ευχάριστη, συγγραφή αυτού του κειμένου θα ήθελα να πω πως είναι ευθύνη των Ελλήνων να απομονώνουν και όχι να θαυμάζουν τους ανθρώπους με τέτοιες δειλές και προδοτικές συμπεριφορές.
Τουλάχιστον θα έπρεπε όταν έρχονται σε επαφή με τους “ριψάσπιδες οσφυοκάμπτες” (ο ρίψασπις στην αρχαιότητα ήταν ο στρατιώτης που έριχνε κάτω την ασπίδα του, για να το βάλει ευκολότερα στα πόδια από δειλία) να στρέφουν το κεφάλι τους από την άλλη πλευρά και να μην τους λεν ούτε καλημέρα.
Βέβαια δεν πρόκειται να ιδρώσει το αυτί των “ριψάσπιδων οσφυοκαμπτών”, αλλά το “χρέος” των υπολοίπων προς αυτούς πρέπει να γίνεται…
Για τούς ριψάσπιδες, υπήρξε κι άλλη επιβράβευση από την μεταδικτατορική κυβέρνηση Καραμανλή, η οποία δήλωσε ότι “οι μή παρουσιασθέντες (σσ στην επιστράτευση) θα θεωρηθούν ως μηδέποτε κληθέντες” (!!), άρα επιβράβευσε τούς “έξυπνους” ανυπότακτους, οι οποίοι έπρεπε να είχαν περάσει από στρατοδικείο, εις βάρος των “κορόιδων” που πήγαν κι έχασαν τον καιρό τους στην επιστράτευση. Τού είχαν πει τότε ότι μ’ αυτό τον τρόπο ενθάρρυνε την ανυπακοή και ότι σε τυχόν μελλοντική επιστράτευση, ασφαλώς δεν θα παρουσιαζόταν κανείς. Δεν βαριέσαι, να φεύγουν τα προβλήματα στα γρήγορα και ας είναι όπως νάναι.