Της ΑΡΙΑΔΝΗΣ ΧΑΤΖΗΓΙΩΡΓΗ
Στα παιδιά αρέσουν τα πεζούλια. Κάθονται με την παρέα τους και τα ποτά τους. Γελάνε, πειράζονται, λένε βρισιές, κάνουν μούτρα, βαράνε ο ένας τον άλλο, ξαναλένε βρισιές, απαντάνε κοφτά στη μάνα τους στο κινητό, στέλνουν μηνύματα, σκουντιούνται, γελάνε. Έτσι κυλούν οι ώρες Παρασκευή και Σάββατο βράδυ. Το πιο βολικό πεζούλι είναι της Μητρόπολης, που έχει αρκετό σκοτάδι σε κάποια σημεία του. Υπάρχουν, εναλλακτικά, ψηλά πλατύσκαλα πολυκατοικιών. Εκεί αράζουν στη γωνία, απλώνουν τα πόδια, γελάνε, κοιμούνται για λίγο στον ώμο κάποιου, αν το έχουν παρακάνει με τα ποτά. Μετά σηκώνονται και παίρνουν το δρόμο για το σπίτι. Και η επιστροφή έχει τη γλύκα της, γιατί όλοι μαζί κυριαρχούν στο δρόμο και δεν αφήνουν τόπο να περάσει κανείς άλλος. Έτσι ενθουσιασμένοι το διαλύουν και μέχρι να φτάσουν σπίτι έχουν αποκαμωθεί κι έχουν νυστάξει. Όνειρα γλυκά και το άλλο Σάββατο τα ίδια.
Στα πεζούλια και στα γειτονικά πλατύσκαλα κάθονται τα παιδιά που δεν έχουν ή δεν θέλουν να δώσουν λεφτά στα ποτάδικα. Παίρνουν ό,τι θέλουν από το περίπτερο σε πλαστική σακούλα. Για φαΐ, κουτί από δίπλα με ξύλινο πιρούνι, ή σάντουιτς απ’ το καλό σαντουΐτσάδικο. Ή τίποτα ρε φίλε, μόνο μπύρες, μια εξάδα. Έτσι κυλούν οι ώρες, με τον κόσμο να πάει και νά’ ρχεται, τις παρέες των κοριτσιών, που περνάνε βαμμένες στην εντέλεια, που βρίζονται κι αυτές και πίνουν και απρόβλεπτα θεάματα, όπως τα μαλλιοτραβήγματα κοριτσιών, που η μια πήρε το αγόρι της άλλης.
Διαπίστωσα όμως ότι δεν βλέπουν όλοι με την ίδια ευμένεια αυτή την ανέξοδη διασκέδαση, που είναι ταυτόχρονα και μια γουστόζικη αντίσταση στις τρελλές τιμές και την εμπορευματοποίηση των πάντων. Έτσι, σε ένα πλατύσκαλο που βρέθηκαν πλειοψηφία αυτοί που δεν άντεχαν να βλέπουν τα παιδιά, δόθηκαν τα χρήματα και κάποιος αρχιτέκτονας βρήκε τη λύση με βίδωμα μεταλλικών κυλίνδρων –“σατινέ”, γιατί έχομε να κάνουμε με επίπεδο κι όχι αηδίες- στο τμήμα του πλατύσκαλου που είναι έξω από το πλάτος της πόρτας, ώστε να μην μπορούν πια να καθίσουν τα παιδιά, όπως οι ακίδες στα μπαλκόνια, που αναγκάζουν τα περιστέρια να πάνε αλλού. Με αυτές τις μεταλλικές τάπες, που δεν είναι και λίγες και θα κόστισαν ο κούκος αηδόνι, οι ενοχλημένοι ένοικοι κρατούν μακριά τους πισινούς των παιδιών, να μην αράζουν και απλώνουν τις αρίδες τους και τους χαλάνε την ησυχία.
Δε βαριέστε, πλατύσκαλα να φαν κι οι κότες. Όμως μόνο σ΄αυτή την πολυκατοικία κάποιος εφυής σκέφτηκε να στήσει εμπόδια για να μην μπορείς αν θέλεις να καθίσεις. Υπάρχει βέβαια και χειρότερη εκδοχή, που εύχομαι να μην ισχύει. Δεν θέλουν οι ιδιοκτήτες να κρατήσουν μακριά μονάχα τις παρέες των παιδιών του Σαββατόβραδου. Θέλουν να κάνουν το πλατύσκαλό τους ναρκοπέδιο για όποιον δύστυχο λογάριαζε, όταν θα αραίωνε η κίνηση, να γείρει στη γωνιά της τζαμαρίας να κοιμηθεί. Ενοχλητικούς άστεγους, ενοχλητικούς νέους που αράζουν με τους κολλητούς τους, θέλουν να διώξουν, μέσα από τη ζεστούλα του ακριβού διαμερίσματός τους οι συμπολίτες μας. Τον ανθρωποδιώχτη βίδωσαν οι αγαπητοί συμπολίτες, για να απολλαγούν από τους ανθρώπους, όπως ο απωθητής πουλιών και το εντομοαπωθητικό σε απαλάσσουν από τα περιστέρια και τις σκνίπες.