Η ελληνική επιστολή προς τον γ.γ. του ΟΗΕ καταρρίπτει τους ισχυρισμούς της Αγκυρας για τα νησιά του Αιγαίου
Η επιστολή της μόνιμης αντιπροσώπου στον ΟΗΕ Μαρίας Θεοφίλη προς τον γ.γ. του Οργανισμού Αντόνιο Γκουτέρες με ημερομηνία 27 Ιουλίου 2021 συνιστά ένα κείμενο το οποίο μπορεί να είναι τυπικό ως προς τις διατυπώσεις έναντι παγίων προκλήσεων και απαιτήσεων από την τουρκική πλευρά, παράλληλα όμως αποτελεί ένα πολύ διακριτό μήνυμα της Αθήνας προς τη διεθνή κοινότητα για τα επιμέρους χαρακτηριστικά του αναθεωρητισμού της Αγκυρας. Εν ολίγοις, η Αθήνα δηλώνει στη διεθνή κοινότητα ότι ο τουρκικός αναθεωρητισμός δεν εξαντλήθηκε στους θερινούς ερευνητικούς πλόες του «Ορούτς Ρέις» το 2020.
Κατ’ αρχάς η επιστολή της κ. Θεοφίλη (απάντηση στην επιστολή του Τούρκου ομολόγου της Φεριντούν Σινιρλίογλου από 13 Ιουλίου) θέτει το ζήτημα του έωλου χαρακτήρα που έχει η απαίτηση της Αγκυρας για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών αλλά και της σταθερής, πλέον, πρακτικής χαρακτηρισμού ελληνικών νησιών ως αμφισβητούμενης κυριαρχίας. Η μόνιμη αντιπρόσωπος της Ελλάδας τονίζει ότι με το άρθρο 12 της Συνθήκης της Λωζάννης (1923) το σύνολο των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου πέρασε στην Ελλάδα δίχως καμία υποχρέωση αποστρατιωτικοποίησης. Στην επιστολή θίγονται και έμμεσες πλην σαφείς τουρκικές επιθετικές αναφορές, όπως η παραδοσιακή θέση περί νησιών που «επικάθονται» στην τουρκική υφαλοκρηπίδα. Θέσεις όπως αυτή για νησιά που βρίσκονται στην προέκταση της ενδοχώρας της Ανατολίας και είναι σχετικά με την άμυνα και την ασφάλεια της τελευταίας, καταδεικνύουν την πρόθεση της Τουρκίας να αμφισβητήσει την κυριαρχία της Ελλάδας σε αυτά τα νησιά, σημειώνεται στην επιστολή.
Στο παρακάτω κείμενο –μεταφρασμένο από τα αγγλικά (τα κείμενα της μόνιμης αντιπροσώπου εκδίδονται πάντα στις δύο επίσημες γλώσσες του ΟΗΕ, δηλαδή αγγλικά και γαλλικά)– υπάρχουν αρκετές πάγιες διατυπώσεις, αλλά και χρήση αρκετά σκληρής διπλωματικής γλώσσας. Οπως για παράδειγμα ο χαρακτηρισμός ως «αστήρικτης, αβάσιμης και κακή τη πίστει», της τουρκικής διασύνδεσης ανάμεσα στο καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης και κυριαρχίας των νησιών του Αιγαίου. Αυτή η αποστροφή βρίσκεται στην καρδιά των ελληνικών επιχειρημάτων για τον τουρκικό αναθεωρητισμό, ο οποίος φαίνεται ότι είναι σε φάση μετεξέλιξης σε πιο επιθετικό ύφος και περιεχόμενο.
Η διπλωματική αποστολή της Ελλάδας στον ΟΗΕ παρείχε αδιάψευστα επιχειρήματα για την ορθότητα των θέσεων της Αθήνας στο θέμα των θαλάσσιων ζωνών, αναδεικνύοντας ως παραδείγματα τις διαρκείς παραβιάσεις του Εθνικού Εναέριου Χώρου αλλά και των υπερπτήσεων ελληνικού εδάφους από τουρκικά μαχητικά και –κυρίως– το τουρκολιβυκό μνημόνιο που συνήφθη ανάμεσα στην Αγκυρα και την κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας της Λιβύης με γνώμονα την αυθαίρετη παραδοχή ότι τα ελληνικά νησιά δεν έχουν ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα.
Στην επιστολή εγείρεται, ακόμη, η απειλή πολέμου («casus belli») από πλευράς της Τουρκίας από το 1995 σε περίπτωση που η Ελλάδα ασκήσει «το νόμιμο δικαίωμά σε συμφωνία με το Διεθνές Δίκαιο για επέκταση των χωρικών υδάτων της από 6 σε 12 ναυτικά μίλια». Η επιστολή κλείνει με την υπόμνηση ότι η Τουρκία έχει εισβάλει σε τουλάχιστον τρεις χώρες (Κύπρος, Συρία, Ιράκ) και διατηρεί δυνάμεις και μισθοφόρους στη Λιβύη. Ως εκ τούτου το δικαίωμα της Ελλάδας να λάβει όλα τα απαραίτητα προληπτικά μέτρα ώστε να μπορέσει να εξασκήσει το δικαίωμά της στη νόμιμη άμυνα είναι απολύτως αιτιολογημένο.
Το κείμενο της ελληνικής επιστολής προς τον Αντόνιο Γκουτέρες
Νέα Υόρκη, 27 Ιουλίου 2021
Εξοχότατε,
Αναφερόμενοι στην επιστολή του μόνιμου αντιπροσώπου της Τουρκίας στα Ηνωμένα Εθνη, υπ’ αριθ. A/75/961-S/2021/651, με ημερομηνία 13 Ιουλίου 2021, που απευθύνεται στην εξοχότητά σας, επιθυμούμε να υπογραμμίσουμε τα εξής:
Κατ’ αρχάς, τα επιχειρήματα που περιέχονται στην παραπάνω τουρκική επιστολή ότι η κυριαρχία επί των ελληνικών νησιών του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου παραχωρήθηκε στην Ελλάδα με τη Συνθήκη της Λωζάννης της 24ης Ιουλίου 1923 και τη Συνθήκη των Παρισίων της 10ης Φεβρουαρίου 1947 «…υπό τον ειδικό και αυστηρό όρο να παραμείνουν αποστρατιωτικοποιημένα», είναι όχι μόνο προδήλως αβάσιμα και ατεκμηρίωτα, αλλά και νομικά και ιστορικά εσφαλμένα. Για άλλη μια φορά επιθυμούμε να επαναλάβουμε ότι η κυριαρχία επί των νησιών, νησίδων και βράχων του Αιγαίου παραχωρήθηκε οριστικά και άνευ όρων στην Ελλάδα με τις παραπάνω Συνθήκες και οποιαδήποτε ερμηνεία ενάντια στο γράμμα ή το πνεύμα αυτών των θεμελιωδών Συνθηκών θα ισοδυναμούσε με μη εξουσιοδοτημένη προσπάθεια μονομερούς αναθεώρησης και τροποποίησής τους.
Πιο συγκεκριμένα:
1. Οσον αφορά τη Συνθήκη Ειρήνης της Λωζάννης της 24ης Ιουλίου 1923, θα πρέπει να τονιστεί ότι η κυριαρχία της Ελλάδας επί των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου επικυρώθηκε επίσημα με το άρθρο 12 της Συνθήκης, η ελληνική κυριαρχία επί των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο, δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε υποχρέωση, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε υποχρέωσης αποστρατιωτικοποίησής τους.
2. Επίσης, στο άρθρο 13 της ίδιας Συνθήκης δεν υπάρχει καμία αναφορά στους όρους «αποστρατιωτικοποιημένη», «αποστρατιωτικοποίηση» ή «καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης» – αντίθετα, το εν λόγω άρθρο κάνει αναφορά σε συγκεκριμένους στρατιωτικούς περιορισμούς και μόνο σε σχέση με τέσσερα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, δηλαδή τη Μυτιλήνη, τη Χίο, τη Σάμο και την Ικαρία.
Επιπλέον, το γεγονός ότι τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου θεωρούνται ψευδώς στην ανωτέρω επιστολή ως «κείμενα στην προέκταση» της ηπειρωτικής χώρας της Μικράς Ασίας και ως συνδεόμενα με την «άμυνα και ασφάλεια» της τελευταίας, είναι ενδεικτικό της πρόθεσης της Τουρκίας να αμφισβητήσει την κυριαρχία της Ελλάδας επί των εν λόγω νησιών.
3. Οσον αφορά ειδικότερα τα ελληνικά νησιά της Λήμνου και της Σαμοθράκης, πρέπει να τονιστεί ότι τα νησιά αυτά είχαν υπαχθεί σε καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης, μαζί µε τα τουρκικά νησιά της Ιμβρου και της Τενέδου, δηλαδή στο καθεστώς των Στενών, βάσει των άρθρων 4 και 6 της Συνθήκης της Λωζάννης του 1923 περί του καθεστώτος των Στενών. Αυτό το καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης καταργήθηκε πλήρως, δεδομένου ότι η προαναφερθείσα Συνθήκη αντικαταστάθηκε στο σύνολό της από τη Συνθήκη του 1936 του Μοντρέ, η οποία ρυθμίζει το ίδιο θέμα. Συγκεκριμένα, το προοίμιο της εν λόγω Συνθήκης ορίζει ρητά ότι τα συμβαλλόμενα μέρη «ont résolu de substituer la présente Convention à la Convention signée à Lausanne le 24 juiilet 1923». Η Συνθήκη του Μοντρέ δεν προβλέπει την αποστρατιωτικοποίηση ή οποιονδήποτε άλλο στρατιωτικό περιορισμό στα νησιά αυτά.
Η Τουρκία έχει αναγνωρίσει επίσημα το κυριαρχικό δικαίωμα της Ελλάδας να στρατιωτικοποιήσει τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη, inter alia, με επίσημη επιστολή (αρ.7894/65), με ημερομηνία 6 Μαΐου 1936, την οποία απηύθυνε ο τότε Τούρκος πρέσβης στην Αθήνα στον Ελληνα πρωθυπουργό, καθώς και με σχετική δήλωση που έκανε ενώπιον της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης στις 31 Ιουλίου 1936 ο τότε Τούρκος υπουργός Εξωτερικών R. Aras, με αφορμή την επικύρωση της Σύμβασης του Μοντρέ. Συνεπώς, δεν υφίσταται υποχρέωση αποστρατιωτικοποίησης της Λήμνου και της Σαμοθράκης και, ως εκ τούτου, τα όποια επιχειρήματα περί του αντιθέτου είναι ψευδή και παραπλανητικά.
4. Οσον αφορά τα Δωδεκάνησα, θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων του 1947 με την Ιταλία παραχώρησε πλήρη και άνευ όρων κυριαρχία στην Ελλάδα επί αυτών και των παρακείμενων νησίδων. Θα πρέπει επιπλέον να σημειωθεί ότι οι διατάξεις της εν λόγω Συνθήκης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν την αποστρατιωτικοποίηση, αποτελούν res inter alios acta και δεν μπορούν να επικαλεστούν από την Τουρκία, η οποία δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος της εν λόγω Συνθήκης. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το άρθρο 89 της ανωτέρω Συνθήκης, σύμφωνα με το οποίο οι διατάξεις της δεν παρέχουν δικαιώματα και οφέλη σε κράτη που δεν είναι συμβαλλόμενα μέρη της.
5. Με βάση τα ανωτέρω, η Ελλάδα απορρίπτει όλους τους τουρκικούς ισχυρισμούς που περιέχονται στην προαναφερθείσα επιστολή σχετικά με την υποτιθέμενη «ουσιώδη παραβίαση των υποχρεώσεών της για αποστρατιωτικοποίηση», καθώς και τους ισχυρισμούς ότι η κυριαρχία της Ελλάδας επί των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου εξαρτάται από την αποστρατιωτικοποίησή τους, ως εντελώς αβάσιμους, αυθαίρετους και κακόπιστους. Στο σημείο αυτό, η Ελλάδα δεν μπορεί παρά να αδράξει την ευκαιρία να αναφερθεί στα πολυάριθμα περιστατικά παραβίασης του ελληνικού εναέριου χώρου πάνω, μεταξύ άλλων, από ελληνικά νησιά, από μη εξουσιοδοτημένα τουρκικά στρατιωτικά αεροσκάφη – οι πράξεις αυτές, ούτως ή άλλως παράνομες καθαυτές, παραβιάζουν, inter alia, τη σχετική απαγόρευση του σημείου (2) του άρθρου 13 της Συνθήκης Ειρήνης της Λωζάννης.
Η Τουρκία, συνδέοντας αβάσιμα –με νομικούς όρους– τους ισχυρισμούς περί δήθεν υποχρέωσης αποστρατιωτικοποίησης των ελληνικών νησιών, με το δικαίωμα των νησιών αυτών σε θαλάσσιες ζώνες, επιβεβαιώνει ότι επιχειρεί να αρνηθεί την υφαλοκρηπίδα και την αποκλειστική οικονομική ζώνη (ΑΟΖ) των ελληνικών νησιών, σε αντίθεση με το άρθρο 121 παράγραφος 2 της UNCLOS, το οποίο αντικατοπτρίζει το διεθνές εθιμικό δίκαιο και το οποίο προβλέπει ρητά το δικαίωμα των νησιών σε όλες τις θαλάσσιες ζώνες. Οι προθέσεις αυτές έγιναν ακόμη πιο διαφανείς όταν η Τουρκία συνήψε με την κυβέρνηση εθνικής συμφωνίας της Λιβύης, στις 27 Νοεμβρίου 2019, το άκυρο και ανυπόστατο «μνημόνιο συνεννόησης» για την «Οριοθέτηση των περιοχών θαλάσσιας δικαιοδοσίας στη Μεσόγειο» [βλ. επιστολή του μόνιμου αντιπροσώπου της Ελλάδας, με ημερομηνία 9 Δεκεμβρίου 2019, η οποία επισυνάπτεται στην επιστολή της 14ης Φεβρουαρίου 2020 (A/74/706)].
Επιπλέον, η Τουρκία ισχυρίζεται ότι οι υποτιθέμενες υποχρεώσεις για αποστρατιωτικοποίηση «…καθορίστηκαν προς το συμφέρον της διατήρησης της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας», απηχώντας προφανώς το άρθρο 13 της Συνθήκης Ειρήνης της Λωζάννης. Ωστόσο, η Τουρκία διατηρεί μια μεγάλη στρατιωτική δύναμη με επιθετική στάση κατά μήκος των ακτών της απέναντι από τα ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, πραγματοποιώντας ταυτόχρονα στρατιωτικές αποβατικές ασκήσεις στην περιοχή. Επιπλέον, η Τουρκία είναι η χώρα που εισέβαλε στην Κυπριακή Δημοκρατία το 1974 και έκτοτε κατέχει το βόρειο τμήμα του νησιού, όπου δημιούργησε μια αποσχιστική οντότητα με υποτιθέμενη κρατική υπόσταση, που αναγνωρίζεται μόνο από την Αγκυρα, ενώ εξακολουθεί να διατηρεί 37.000 στρατιώτες εκεί. Την ίδια στιγμή, αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία σε μια σειρά από νησιά και παραβιάζει, σχεδόν σε καθημερινή βάση, τα ελληνικά χωρικά ύδατα και τον ελληνικό εναέριο χώρο – επιχειρεί να σφετεριστεί κυριαρχικά δικαιώματα ελληνικών νησιών στις θαλάσσιες ζώνες τους μέσω της σύναψης παράνομων συμφωνιών, όπως η προαναφερθείσα, ή της διενέργειας παράνομων σεισμικών ερευνών στην υφαλοκρηπίδα της Ελλάδας. Τέλος, η Τουρκία είναι η χώρα που εξακολουθεί να έχει ρητή και επίσημα διακηρυγμένη απειλή πολέμου (casus belli) σε ισχύ από το 1995 εναντίον της Ελλάδας, σε περίπτωση που η χώρα μου επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα πέραν του σημερινού ορίου των 6 ναυτικών μιλίων, ασκώντας το νόμιμο δικαίωμά της σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο για επέκταση μέχρι το όριο των 12 ναυτικών μιλίων. Μια τέτοια στάση, εκτός του ότι δεν ευνοεί την ειρήνη, όπως αναφέρεται στο άρθρο 13, προβάλλει ξεκάθαρα τη μακροχρόνια επιθετική στάση της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας.
Επίσης, και για να ολοκληρωθεί το περιφερειακό προφίλ της χώρας, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η Τουρκία έχει εισβάλει και κατέχει παράνομα, εκτός από ένα τμήμα της Κύπρου, και τμήματα του Ιράκ και της Συρίας, ισχυριζόμενη ότι το έκανε με γνώμονα την ασφάλειά της. Επιπλέον, εξακολουθεί να αρνείται να αποσύρει τις στρατιωτικές της δυνάμεις και τους μισθοφόρους της από τη Λιβύη, αψηφώντας τις σχετικές επίμονες εκκλήσεις ολόκληρης της διεθνούς κοινότητας, στο πλαίσιο των προσπαθειών αυτής για ειρηνική επίλυση της λιβυκής κρίσης.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα επαναλαμβάνει τη θέση της ότι είναι απολύτως δικαιολογημένο να λάβει όλα τα στοιχειώδη προληπτικά μέτρα για να διασφαλίσει ότι θα είναι σε θέση να ασκήσει το αναφαίρετο δικαίωμά της στην αυτοάμυνα, βάσει του άρθρου 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, ιδίως δεδομένης της προαναφερθείσας συμπεριφοράς της Τουρκίας από το 1974. Ως εκ τούτου, η Ελλάδα απορρίπτει όλους τους τουρκικούς ισχυρισμούς που περιέχονται στην προαναφερθείσα επιστολή της ως νομικά και πραγματικά αβάσιμους, αυθαίρετους και κακόπιστους.
Θα σας ήμουν ευγνώμων εάν φροντίζατε η παρούσα επιστολή να κυκλοφορήσει ως έγγραφο της Γενικής Συνέλευσης, στο πλαίσιο του σημείου 76 (α) της ημερήσιας διάταξης και του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Μαρία Θεοφίλη
Πρέσβης
Μόνιμος Αντιπρόσωπος
Α.Ε. κ. Antοnio Guterres
Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών
Ηνωμένα Εθνη, Νέα Υόρκη
πηγή: “Καθημερινή”
ΤΙ ΙΣΧΥΡΙΣΘΗΚΕ Η ΤΟΥΡΚΙΑ. Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΣΤΟΝ ΟΗΕ
Επιστολή με ημερομηνία 13 Ιουλίου 2021 από τον Μόνιμο Αντιπρόσωπο της Τουρκίας στα Ηνωμένα Έθνη που απευθύνεται στον Γενικό Γραμματέα
Μετά από οδηγίες της κυβέρνησής μου, θα ήθελα για άλλη μια φορά να σας επιστήσω την προσοχή στις συνεχιζόμενες κατάφωρες παραβιάσεις από την Ελλάδα των συνθηκών που συνήφθησαν με επισημότητα στην διακήρυξή τους τόσο στο Αιγαίο Πέλαγος όσο και στη Μεσόγειο Θάλασσα σχετικά με εκείνα τα νησιά στα οποία παραχωρήθηκε η κυριαρχία στην Ελλάδα συγκεκριμένα και με αυστηρή προϋπόθεση να διατηρούνται αποστρατιωτικοποιημένα.
Αρχικά, θα ήθελα να τονίσω ότι αυτά τα νησιά σε ποικίλους βαθμούς εγγύτητας με την ηπειρωτική χώρα της Ανατολίας και κείμενα στην προέκτασή της, είχαν πάντα μεγάλο αντίκτυπο στην άμυνα και την ασφάλεια της ηπειρωτικής χώρας. Αυτό το ζήτημα έχει γίνει ζωτικής σημασίας, ιδιαίτερα αφού, για πρώτη φορά στην ιστορία, η κυριαρχία στα νησιά παραχωρήθηκε σε διαφορετικά κράτη – Ελλάδα και Ιταλία – το 1923.
Μια πρόχειρη ματιά στο χάρτη αρκεί για να απεικονίσει τη σημασία που έχουν τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, σε απόσταση λίγων μιλίων από την ακτή, για την ασφάλεια της ηπειρωτικής χώρας της Ανατολίας. Για να αναφέρουμε μόνο μερικά παραδείγματα, το νησί της Σάμου απέχει 3 μίλια, η Λέσβος 10 μίλια, η Χίος 9 μίλια, η Κως 3 μίλια, η Σύμη 5 μίλια και το Μέις , (σσ. Καστελλόριζο) (βρίσκεται στη Μεσόγειο) μόλις 1 μίλι μακριά από τις ακτές της Ανατολίας.
Για λόγους άμυνας και ασφάλειας της Τουρκίας που αποτελούν προϋπόθεση ύψιστης σημασίας, επιβλήθηκαν σαφείς και ρητές υποχρεώσεις στα κράτη στα οποία η κυριαρχία υπεβλήθη να τηρούν αυτούς τους λόγους, κυρίως μέσω της υποχρέωσης να απέχουν από την ανατροπή του καθεστώτος αποστρατικοποίησης που έχει θεσπιστεί για αυτά τα νησιά στο πλαίσιο των κυβερνητικών οργάνων, δηλαδή τη Συνθήκη της Λωζάνης της 24ης Ιουλίου 1923 και τη Συνθήκη που υπεγράφη στο Παρίσι στις 10 Φεβρουαρίου 1947. Επιπλέον, οι υποχρεώσεις αυτές καθορίστηκαν προς το συμφέρον της διατήρησης της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας και ήταν στο επίκεντρο του αντικειμένου και του σκοπού των προαναφερθέντων συνθηκών.
Ξεκινώντας από τη δεκαετία του 1960, η Ελλάδα, ενεργώντας μονομερώς και σωρευτικά, και σε σαφή παράβαση των σχετικών διατάξεων αυτών των συνθηκών, παραβίασε ουσιαστικά τις υποχρεώσεις της αποστρατικοποίησης μέσω συγκεντρώσεως στρατευμάτων, ίδρυσε μόνιμες στρατιωτικές εγκαταστάσεις και διεξήγαγε πολλές στρατιωτικές δραστηριότητες στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Μέχρι το 1975, η Ελλάδα αρνιόταν σταθερά τα σχετικά γεγονότα και ισχυριζόταν ότι τηρούσε τις υποχρεώσεις αποστρατικοποίησης. Στη συνέχεια, η Ελλάδα
21-09774 (Ε) 160721
παραδέχτηκε ρητά ότι δεν τηρούσε τις υποχρεώσεις της, αλλά αιτιολόγησε με αποδεικτικά αβάσιμα επιχειρήματα.
Η Τουρκία διαμαρτύρεται επίμονα και με συνέπεια για όλες αυτές τις παραβιάσεις μέσω ρητών διπλωματικών σημειώσεων στην Ελλάδα και έχει επίσης φέρει το θέμα στην προσοχή της Γενικής Συνέλευσης και του Συμβουλίου Ασφαλείας περισσότερες από μία περιπτώσεις στο παρελθόν.
Η τουρκική κυβέρνηση διαθέτει λεπτομερείς και τεκμηριωμένες πληροφορίες σχετικά με τη συνεχιζόμενη στρατιωτικοποίηση των νησιών κατά παράβαση των ειρηνευτικών συνθηκών της Λωζάνης και του Παρισιού.
Η συνεχιζόμενη εσκεμμένη και επίμονη ουσιαστική παραβίαση των διατάξεων αποστρατικοποίησης των συνθηκών ειρήνης της Λωζάνης και του Παρισιού, οι οποίες είναι απαραίτητες για την επίτευξη του αντικειμένου και του σκοπού τους, αποτελεί σοβαρή απειλή για την ασφάλεια της Τουρκίας. Εξίσου σημαντικό, και δεδομένης της κλιμακούμενης φύσης τους, τέτοιες παραβιάσεις έχουν ευρύτερες επιπτώσεις όσον αφορά την απειλή για την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή.
Σε αυτό το πλαίσιο, θα ήθελα να τονίσω το γεγονός ότι η Ελλάδα παραβιάζει τις βασικές διατάξεις των συνθηκών βάσει των οποίων απέκτησε κυριαρχία στα νησιά, κάτι που, από νομική άποψη, σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν μπορεί, έναντι της Τουρκίας , να βασίζεται στον τίτλο τους βάσει των ίδιων συνθηκών για σκοπούς οριοθέτησης θαλάσσιων συνόρων. Αυτό συμβαίνει επειδή η Ελλάδα, αφού δεν εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις της βάσει των συνθηκών, δεν μπορεί ταυτόχρονα να αναγνωριστεί ότι διατηρεί τα δικαιώματα που ισχυρίζεται ότι απορρέουν από αυτές.
Ως εκ τούτου, η Τουρκία, και πάλι, στο πνεύμα σχέσεων καλής γειτονίας και συνεργασίας, καλεί την Ελλάδα να τηρήσει τις διατάξεις αποστρατικοποίησης των προαναφερθέντων συνθηκών και να επαναφέρει το αποστρατιωτικοποιημένο καθεστώς των Νήσων του Ανατολικού Αιγαίου, όπως ήταν πριν από την εμφάνιση των παραβιάσεων.
Θα ήμουν ευγνώμων εάν η παρούσα επιστολή μπορούσε να κυκλοφορήσει ως έγγραφο της Γενικής Συνέλευσης, στο σημείο 76 (α) της ημερήσιας διάταξης, και του Συμβουλίου Ασφαλείας.
(Υπογραφή) Feridun H. Sinirlioglu Μόνιμος Αντιπρόσωπος
*Η μετάφραση της τουρκικής επιστολής έγινε απο τις “Ανιχνεύσεις”.
|
||||
|
||||
|
||||
General Assembly Seventy-fifth session
Agenda item 76 (a)
Oceans and the law of the sea: oceans and the law of the sea
Letter dated 13 July 2021 from the Permanent Representative of Turkey to the United Nations addressed to the Secretary-General
Upon instructions from my Government, I should like to once more bring to your attention the continuing flagrant violations by Greece of her solemn treaty obligations in both the Aegean Sea and the Mediterranean Sea concerning those islands over which sovereignty was ceded to Greece on the specific and strict condition that they be kept demilitarized.
At the outset, I wish to emphasize that those islands in varying degrees of close proximity to the Anatolian mainland and lying on its prolongation have always had a great impact on the defence and security of the mainland. This question has become one of vital importance, particularly since, for the first time in history, sovereignty over the islands was ceded to different States – Greece and Italy – in 1923.
A cursory glance at the map will suffice to illustrate the significance that the Eastern Aegean Islands, lying within a few miles of the coast, have for the security of the Anatolian mainland. To mention but a few examples, the island of Samos is 3 miles, Lesbos 10 miles, Chios 9 miles, Kos 3 miles, Symi 5 miles and Meis (located in the Mediterranean) only 1 mile away from the Anatolian coast.
The defence and security considerations of Turkey being a condition of paramount importance, clear and express obligations were imposed on the States to which sovereignty was conveyed to respect these considerations, primarily through the obligation to refrain from upsetting the regime of demilitarization established for those islands under the governing instruments, namely the Treaty of Lausanne of 24 July 1923 and the Treaty signed at Paris on 10 February 1947. Additionally, those obligations were set forth in the interest of the maintenance of international peace and security and were at the heart of the object and purpose of the aforementioned treaties.
Starting in the 1960s, Greece, acting unilaterally and cumulatively, and in clear contravention of the relevant provisions of these treaties, has been in material breach of its demilitarization obligations through troop concentrations, establishing permanent military installations and conducting several military activities in the Eastern Aegean Islands. Until 1975, Greece consistently denied the relevant facts and claimed that it was honouring demilitarization obligations. Subsequently, Greece
21-09774 (E) 160721
expressly admitted that it was not honouring its obligations, but sought justification by demonstrably baseless arguments.
Turkey has been protesting persistently and consistently against all these violations through diplomatic notes verbales to Greece and has also brought the matter to the attention of the General Assembly and the Security Council on more than one occasion in the past.
The Turkish Government is in possession of detailed and well-documented information regarding the ongoing militarization of the islands in contravention of the Lausanne and Paris peace treaties.
Greece’s continuing deliberate and persistent material breach of the demilitarization provisions of the Lausanne and Paris peace treaties, which are essential to the accomplishment of their object and purpose, constitutes a serious threat to the security of Turkey. Equally importantly, and given their escalatory nature, such breaches carry wider implications in terms of a threat to peace and security in the region.
In this context, I wish to emphasize the fact that Greece is in breach of basic provisions of the treaties under which it acquired sovereignty over the islands, which, from a legal point of view, means that Greece cannot, vis-a-vis Turkey, rely on its title under the same treaties for the purposes of a maritime boundary delimitation. This is because Greece, having failed to fulfil its obligations under the treaties, cannot at the same time be recognized as retaining the rights that it claims to derive from them.
Turkey therefore, yet again, in the spirit of good-neighbourly relations and cooperation, calls upon Greece to abide by the demilitarization provisions of the above-mentioned treaties and reinstate the demilitarized status of the Eastern Aegean Islands, as it was before the occurrence of breaches.
I would be grateful if the present letter could be circulated as a document of the General Assembly, under agenda item 76 (a), and of the Security Council.
(Signed) Feridun H. Sinirlioglu Permanent Representative
|
|
||||