του Δημήτρη Τσαϊλά*
Ένα ισχυρό σύστημα ραντάρ θα τεθεί σε λειτουργία για την Αιγυπτιακή Πολεμική Αεροπορία στην Ανατολική Μεσόγειο, το οποίο θα ελέγχει τις δραστηριότητες των επιχειρούντων Αεροπορικών Δυνάμεων. Με αυτό το σύστημα, κάθε αεροσκάφος που μπορεί σήμερα να κρύβεται πίσω από ορεινές περιοχές και λόφους κατά μήκος των Συριακών-Λιβανέζικων συνόρων στην Ανατολική Μεσόγειο αλλά και τα τουρκικά αεροσκάφη που απογειώνονται από τα τουρκικά αεροδρόμια, θα είναι ορατά στις οθόνες της Αιγυπτιακής Πολεμικής Αεροπορίας πολύ έγκαιρα.
Το βεληνεκές αυτού του ραντάρ θα επιτρέψει στους αιγυπτίους να αναγνωρίζουν όλα τα αεροσκάφη απειλές πριν φτάσουν στο ενεργό εύρος των ρωσικών πυραύλων που είναι εγκατεστημένοι στην Αίγυπτο. Σε αυτήν την περίπτωση, αυτά τα αεροπλάνα θα αναχαιτιστούν άμεσα και θα καταρριφτούν με τη δυνατότητα λειτουργίας των αιγυπτιακών συστημάτων αεροπορικής άμυνας S-300.
Τα ρωσικά συστήματα αεράμυνας βρίσκονται σε ένα μεγάλο μέρος της Κεντρικής Μεσογείου (Αλγερία) και σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο (Συρία-Αίγυπτο) με αποτέλεσμα ο εναέριος χώρος να ελέγχεται με συστήματα ραντάρ και αεράμυνας (Ραντάρ Resonance-NE 3D και S-300) ρωσικής κατασκευής. Στο εγγύς μέλλον, αυτή η κατάσταση θα αυξήσει περαιτέρω την επιρροή της Ρωσίας στην περιοχή στο πλαίσιο της διείσδυσης στις θερμές θάλασσες, εάν η Ρωσία αποκτήσει και μια νέα αεροπορική και ναυτική βάση στη Λιβύη εκτός από τις βάσεις της στη Συρία. Σε αυτό το σημείο, έρχεται στο μυαλό μας η ακόλουθη ερώτηση: Θα χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικά τα ρωσικά συστήματα άμυνας εναντίον ρωσικών συστημάτων επίθεσης ή άμυνας; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι απλούστατη, και είναι αρνητική. Με αυτή τη μέθοδο φαίνεται ότι η περιοχή βρίσκεται υπό ρωσική επιρροή, ειδικά εάν είναι εξοπλισμένη με ρωσικά οπλικά συστήματα άμυνας.
Η σημασία της Ανατολικής Μεσογείου όσον αφορά τον έλεγχο των θαλάσσιων μεταφορών και των αποθεμάτων υδρογονανθράκων συνεχίζει να εντείνεται με τον χρόνο. Ο πρωταρχικός στόχος των παράκτιων κρατών σε αυτήν την περιοχή είναι η εκμετάλλευση στο μεγαλύτερο μερίδιο κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου. Επίσης είναι σαφές ότι το κράτος, το οποίο θα επηρεάζει τις πλατφόρμες αυτής της περιοχής, θα έχει σημαντική επιρροή στα μελλοντικά αναπτυξιακά σχέδια.
Ο δεύτερος στόχος της επιρροής στη περιοχή είναι το ποιος θα είναι η αποτελεσματική δύναμη για τα κυριαρχικά δικαιώματα στην περιοχή, να μεταφέρει ενέργεια από την ανατολή προς τη δύση. Όταν συμβεί αυτό, το κράτος που κυριαρχεί στην περιοχή θα είναι το κλειδί για τη μετάβαση στην Ευρώπη για πόρους υδρογονανθράκων στη Μέση Ανατολή και την Ασία. Σε αυτό το πλαίσιο, η συμφωνία για τον αγωγό East Med διαμορφώνει πρωτοβουλίες που αφορούν τα κράτη της περιοχής, που έχουν δεσμευτεί για την προστασία των δικαιωμάτων στην ανατολική Μεσόγειο.
Είναι γνωστός ο ανταγωνισμός στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένων του Ισραήλ της Αιγύπτου, και του Ελληνισμού (Ελλάς-Κύπρος) ο οποίος κυρίως είναι στόχος καταπάτησης και οικειοποίησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων από την Τουρκία στην περιοχή. Όταν σε αυτό το ζήτημα προστίθεται η κατάσταση στη Λιβύη, η οποία περιλαμβάνει τη Ρωσία, τη Γαλλία, την Ιταλία, τα ΗΑΕ, τη Σαουδική Αραβία, την ΕΕ και τη Μάλτα αντιλαμβανόμαστε πως διάγουμε μια νέα περίοδο, που διαφαίνεται ότι σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο και μέρος της Κεντρικής Μεσογείου να γίνεται ανταγωνισμός πολλών κρατών.
Εξετάζοντας τις στρατιωτικές δραστηριότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε αυτήν την περιοχή, με τνη «Επιχείρηση EUNAVFOR MED IRINI» η οποία ξεκίνησε πρόσφατα στην Ανατολική Μεσόγειο για την εφαρμογή του εμπάργκο όπλων, με εντολή των Ηνωμένων Εθνών, στη Λιβύη υπό την αιγίδα της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας (ΚΠΑΑ).
Στο πλαίσιο των θαλασσίων επιχειρήσεων της ΕΕ, σύμφωνα με την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, διατάχθηκε η παρακολούθηση της παράνομης εξαγωγής πετρελαίου, αργού πετρελαίου και εξευγενισμένων προϊόντων πετρελαίου από τη Λιβύη στα ανοικτά της Λιβύης και στη Λιβύη και για πλοία που είναι ύποπτα ότι μεταφέρουν όπλα ή σχετικό υλικό. Επίσης σχεδιάζει να συγκεντρώσει πληροφορίες. Η ΕΕ σκοπεύει επίσης να συνεισφέρει στην ακτοφυλακή και το ναυτικό της Λιβύης μέσω εκπαίδευσης για τη βελτίωση της ικανότητάς της για αποστολές επιβολής του νόμου στη θάλασσα, για να συμβάλει στη διακοπή της ροής μεταναστών που διακινούνται και των δικτύων παράνομου εμπορίου συλλέγοντας πληροφορίες και περιπολίες με αεροσκάφη.
Ωστόσο κάτι το οποίο με προβληματίζει έντονα για την επιχείρηση IRINI, είναι το πώς θα αντιδράσει η Τουρκία η οποία έδειξε ότι οποιαδήποτε επιχείρηση δεν τη συμφέρει, προσπαθεί να φέρνει προσχώματα. Ένα, λοιπόν, από τα πιο αμφιλεγόμενα ζητήματα που προκύπτουν από τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, είναι εάν τα παράκτια κράτη μπορούν να ελέγξουν τη συλλογή πληροφοριών από άλλα κράτη στην αποκλειστική οικονομική ζώνη (ΑΟΖ). Πολλοί μελετητές προσπάθησαν να απαντήσουν σε αυτή την ερώτηση. Επί του παρόντος, η πλειοψηφική θέση είναι ότι «τέτοια συγκέντρωση πληροφοριών» ή δραστηριότητες ξένων κρατών στην ΑΟΖ του παράκτιου κράτους είναι ασκήσεις με ελευθερία πλοήγησης και δεν υπόκεινται στη δικαιοδοσία του παράκτιου κράτους. Ωστόσο, ελλείψει έγκυρης νομικής απόφασης για το θέμα, και με πολλά κράτη, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας και Κίνας, να είναι έντονα προκλητικά γι’ αυτή τη θέση, το ζήτημα αυτό παραμένει πολύ αμφισβητούμενο. Εξίσου σημαντικό είναι το ζήτημα εάν ένα παράκτιο κράτος μπορεί να παρέμβει στα δικαιώματα πλοήγησης και πτήσης άλλων κρατών στην ΑΟΖ για σκοπούς συλλογής πληροφοριών για θέματα ασφάλειας στη θάλασσα. Η συλλογή πληροφοριών είναι ιδιαίτερα δύσκολη στην ΑΟΖ λόγω του υβριδικού ή sui generis χαρακτήρα της ζώνης, που απαιτεί εξισορρόπηση ελευθεριών ανοικτής θάλασσας, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας, και τα κυρίαρχα δικαιώματα και δικαιοδοσία του παράκτιου κράτους. Επομένως, η Τουρκία η οποία αποδίδει μεγάλη σημασία στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου στο πλαίσιο των περιοχών θαλάσσιας δικαιοδοσίας θα το θεωρήσει ως κόκκινη γραμμή στην εξωτερική της πολιτική. Αναμένεται λοιπόν ένταση, τόσο στρατιωτικά όσο και με ενέργειες στο πλαίσιο των εργασιών έρευνας και γεωτρήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο, μαζί με τη Λιβύη στις θαλάσσιες περιοχές που πιστεύει ότι έχει δικαιοδοσία.
Οπότε αντιλαμβανόμαστε, τη γεωστρατηγική σημασία της Αιγύπτου με την απόκτηση των νέων συστημάτων ραντάρ, και την ικανότητα επιτήρησης του εναέριου χώρου της ανατολικής Μεσογείου. Έτσι η ισορροπία δυνάμεων θα συμβάλει θετικά στον αέρα για τους συμμάχους της Αιγύπτου, όμως, οι όροι της ισορροπίας αφορούν και τον αριθμό των ναυτικών δυνάμεων στην περιοχή καθώς οποιαδήποτε ανεπάρκεια των συμμαχικών κρατών, διαμορφώνει θαλάσσια υπεροχή υπέρ της Τουρκίας. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη την συνεχώς αυξανόμενη στρατιωτική κινητικότητα στην περιοχή και τις δραστηριότητες των παραγόντων εντός και εκτός της περιοχής, δείχνει πως το μέλλον θα μοιραστεί μεταξύ των ισορροπιών ισχύος στην περιοχή, των διαδρομών μεταφοράς ενέργειας, των εξορύξεων υδρογονανθράκων και της εκ νέου κατανομής των θαλάσσιων δικαιοδοσιών σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Στο πλαίσιο των νέων επιλογών, εκτιμάται ότι πρέπει να ενισχύσουμε αυτή τη συμμαχία.
*Ο Υποναύαρχος ε.α. Δημήτριος Τσαϊλάς είναι Senior Researcher of Strategy International και Member of Institute for National and international Security.