«Θα έρθουμε ξαφνικά μια νύχτα…». Αυτή η «αγοραία», πουτινικού χαρακτήρα, φράση του προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με σκοπό να εκφοβίσει την Αθήνα για πιθανά αντίποινα σε περίπτωση που επιδιώξει να προχωρήσει σε κινήσεις που δεν είναι της αρεσκείας του, αναμφίβολα δεν περιποιεί και τιμή σε αρχηγό κράτους, οι επίσημες αρχές του οποίου εξακολουθούν να δηλώνουν ότι ενδιαφέρονται για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Αναμφίβολα δε, συνιστά μείζονα πρόκληση για τον ίδιο τον πυρήνα της συμμαχικής αλληλεγγύης εντός του ΝΑΤΟ, το οποίο αίφνης έχει μετατραπεί σε φόρουμ της αρεσκείας της Αγκυρας.
Εμπειρος παρατηρητής των ελληνοτουρκικών σχέσεων σημείωνε σε πρόσφατη συζήτηση ότι είναι χρήσιμο να βλέπει κανείς τη «μεγάλη εικόνα» και να μη χάνει «το δάσος για το δέντρο». Ο ίδιος παρατηρητής προσέθετε ότι το τελευταίο επεισόδιο της «επιστολικής διπλωματίας» που εκτυλίχθηκε υπήρξε βαρετό. Η τουρκική επιστολή υπήρξε μία σύνθεση ακραίων θέσεων και διεκδικήσεων κινούμενη στο πάγιο μοτίβο της Αγκυρας, η δε ελληνική ήταν ένα κείμενο που γράφτηκε περισσότερο με το θυμικό παρά με ξεκάθαρη στόχευση.
Ωστόσο, αυτό που θα έπρεπε να ενδιαφέρει την Αθήνα είναι το περιεχόμενο της τουρκικής στρατηγικής. Η Αγκυρα κινείται με μικρά αλλά σταθερά βήματα στη γραμμή της αμφισβήτησης ή ακόμη και της απαξίωσης ενός από τα βασικότερα επιχειρήματα της ελληνικής πλευράς. Πρόκειται για την εικόνα της Ελλάδος ως μιας χώρας που σέβεται το Διεθνές Δίκαιο και τους κανόνες του και επιθυμεί να λύνει τα ζητήματα με οδηγό τη δικαιοσύνη.
Η βασική αιχμή της στρατηγικής της Αγκυρας είναι (πάντα κατά την ίδια) η καταστρατήγηση από την Ελλάδα των διεθνών συμφωνιών που έχει υπογράψει. Η εμμονή με την παραβίαση των όρων αποστρατιωτικοποίησης των Συνθηκών της Λωζάννης και των Παρισίων εντάσσεται απόλυτα στη γραμμή αυτή, με την Τουρκία να ομιλεί για «ουσιώδη παραβίαση» (material breach) των υποχρεώσεων της Ελλάδας. Και βέβαια, η Αγκυρα έχει επαναφέρει, δυναμικά και αναβαθμισμένα, μέσα από την αποστρατιωτικοποίηση τη θεωρία των «γκρίζων ζωνών», που πλέον έχει επεκτείνει σε σχέση με την αρχική εκδοχή, ώστε να καλύπτει όλο τον θαλάσσιο χώρο από το Βορειοανατολικό Αιγαίο ως και το Καστελλόριζο. Με τον τρόπο αυτόν, η γειτονική χώρα επιδιώκει να ασκήσει πίεση εν όψει μιας πιθανής μελλοντικής διαπραγμάτευσης για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών.
Ο δεύτερος κρίκος της τουρκικής επιχειρηματολογικής αλυσίδας είναι το Μεταναστευτικό. Η Αγκυρα επιχειρεί να απαξιώσει την Ελλάδα στα μάτια της ευρωπαϊκής και διεθνούς κοινής γνώμης, προωθώντας ουσιαστικά την άποψη ότι αν και μέλος της ΕΕ δεν πληροί τα ευρωπαϊκά standards σε επίπεδο ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ακούγεται αστείο και θλιβερό αλλά, ναι, αυτή είναι η επιδίωξη μιας χώρας στην οποία τα ανθρώπινα δικαιώματα έχουν πάρει την κατηφόρα.
Το ύστατο πεδίο στο οποίο αναπτύσσεται η τουρκική στρατηγική είναι αυτό που έχουμε δει τις τελευταίες δύο εβδομάδες με αφορμή την υπόθεση της διαψευσθείσης από την ελληνική πλευρά κατηγορίας ότι το αντιπυραυλικό σύστημα S-300 στην Κρήτη εγκλώβισε τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη F-16. Η Αγκυρα θέλει να αμαυρώσει την εικόνα της Αθήνας ως ενός συμμάχου που ιδιαίτερα στον τρέχοντα πόλεμο στην Ουκρανία έχει αποδείξει την αξιοπιστία και σοβαρότητά του. Βλέπει ότι στο περιφερειακό παίγνιο ισχύος οι ελληνικές «μετοχές» κινούνται ανοδικά και επιθυμεί να βάλει ένα όριο, υπενθυμίζοντας παράλληλα τη δική της χρησιμότητα. Και βέβαια, προσπαθεί να διεμβολίσει εκείνα τα κέντρα αποφάσεων στην Ουάσιγκτον που αντιστέκονται στην ικανοποίηση του τουρκικού αιτήματος για προμήθεια νέων και αναβάθμιση παλαιότερων F-16.
Στο παρασκήνιο, πολλοί διερωτώνται αν μία ελληνοτουρκική κρίση επί του πεδίου είναι πια πολύ κοντά. Οι προβλέψεις αυτού του είδους είναι πολύ δύσκολο να γίνουν με απόλυτη ακρίβεια. Θα έλεγε κανείς ότι ο Ερντογάν δεν θα έφθανε στο απόλυτο άκρο ενός πολέμου τώρα που επιδιώκει να γεφυρώσει τις διαφορές στο εγγύς εξωτερικό του, αν και ένα στοχευμένο επεισόδιο μπορεί να του αρκεί. Θα συνεχίσει όμως «να γαβγίζει» κατά της Ελλάδας όσο οι περισσότεροι τον χαϊδεύουν. Αυτή η αμεριμνησία, εν μέσω και προεκλογικής περιόδου, ίσως τροφοδοτήσει «σκοτεινά ένστικτα» με απρόβλεπτες συνέπειες.
“Θα συνεχίσει όμως «να γαβγίζει» κατά της Ελλάδας όσο οι περισσότεροι τον χαϊδεύουν”
Αυτός ας κάνει ό,τι θέλει. Εμείς να μην απαντούμε γιατί ήδη έχομε υπεργελοιοποιηθεί. Η απάντηση πρέπει να δοθεί, αν και εφόσον κάμει κάτι περισσότερο από το να γαβγίζει.
Το κακό είναι ότι πάει ο Μητσοτάκης και … “συζητά” μ’ αυτόν τον κάφρο, τοις ξένων ρήμασι πειθόμενος και τού ΕΛΙΑΜΕΠ βεβαίως-βεβαίως.