του Κλοντ Σούλα*
Ζείτε καλύτερα απ’ ό,τι πριν από τέσσερα χρόνια; Στην ερώτηση αυτή που τους έθεσε ο Ντόναλντ Τραμπ, οι Αμερικανοί θα έπρεπε να έχουν απαντήσει «Ναι». Αυτό λένε τουλάχιστον οι οικονομικές στατιστικές της χώρας τους. Όλοι οι δείκτες είναι θετικοί και καλύτεροι από εκείνους της Ευρώπης: η ανάπτυξη, οι μισθοί, οι θέσεις εργασίας, το χρηματιστήριο… Κι όμως, δεν νιώθει έτσι ο πληθυσμός. Ο ισχυρός πληθωρισμός μετά την Covid και η αύξηση της τιμής της βενζίνης σόκαραν τους Αμερικανούς. Οι τελευταίοι νομίζουν ότι τα πράγματα ήταν καλύτερα επί Τραμπ, ο οποίος τους προτείνει τώρα ένα πρόγραμμα που σύμφωνα με όλους τους ειδικούς θα έχουν …πληθωριστικές συνέπειες!
Η αύξηση των δασμών στις εισαγωγές θα αυξήσει τις τιμές αυτών των προϊόντων, κάτι που θα πλήξει τα πιο χαμηλά στρώματα των Αμερικανών. Σε χρόνο, το μέτρο αυτό θα μπορούσε να επανεγκαταστήσει επιχειρήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες και να δημιουργήσει τοπικών θέσεις εργασίας. Δεδομένου όμως ότι στη χώρα υπάρχει ήδη πλήρης απασχόληση, θα γίνει η πρόσληψη μεταναστών, κάτι που αποτελεί ανάθεμα για τον Τραμπ και τους ψηφοφόρους του.
Τα μέτρα κατά των παράτυπων μεταναστών θα αυξήσουν τις πιέσεις στην αγορά εργασίας και θα οδηγήσουν τους μισθούς προς τα πάνω, κάτι που θα εισαχθεί θετικά από τον πληθυσμό, στη συνέχεια όμως θα αυξηθεί ο νέος ο πληθωρισμός. Μένει να φανεί αν ο πληθυσμός θα βγει κερδισμένος ή χαμένος.
Ανάλογα ερωτήματα τίθενται και στην Ευρώπη, αλλά οι αιτίες δεν είναι οι ίδιες. Ζούμε καλύτερα σήμερα απ’ ό,τι παλιότερα; Οι δείκτες δεν είναι τόσο κακοί, αλλά αυτό δεν αρκεί για να δίνει ελπίδα. Ασφαλώς η ανεργία δεν είναι τόσο μεγάλη και η εκπαίδευση ή η υγεία παραμένουν σχεδόν δωρεάν. Οι ανισότητες είναι μικρότερες απ’ ό,τι στις ΗΠΑ, χάρη στις κοινωνικές ανακατανομές μεταξύ πλουσίων και φτωχών. Γιατί όμως αυτές οι ανακατανομές έχουν γίνει απαραίτητες; Ο οικονομολόγος Αντουάν Φουσέ δίνει μια απάντηση στο βιβλίο του «Βγαίνοντας από την εργασία που δεν αποδίδει πλέον»: η παραγωγικότητα είναι πολύ βραδύτερη εδώ και 40 χρόνια, ενώ τα τελευταία 15 χρόνια έχει σχεδόν σταματήσει, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα μια γενική στασιμότητα της αγοραστικής δύναμης. Χαμένη βγαίνει η μεσαία τάξη.
Η σημερινή γενιά είναι η πρώτη που δεν μπορεί να ελπίζει σε βελτίωση του βιοτικού της επιπέδου στη διάρκεια της επαγγελματικής της σταδιοδρομίας, καθώς η παραγωγικότητα των ευρωπαϊκών προϊόντων δεν είναι πλέον διαθέσιμη. Η εργασία δεν επιτρέπει πλέον τη βελτίωση των βιοτικών συνθηκών.
Αυτό φταίει για την κοινωνική δυσφορία; Σε έναν βαθμό, ναι. Οι βιομηχανικές θέσεις εργασίας, που πλήρωναν καλά, είναι θύματα έλλειψης ανταγωνιστικότητας και παραγωγικότητας των προϊόντων, όπως δείχνει το κλείσιμο εργοστασίων της Michelin στη Γαλλία και οι μαζικές απολύσεις από τη Volkswagen στη Γερμανία. Η Ευρώπη γνωρίζει τις αιτίες αυτών των προβλημάτων. Η Κομισιόν παρήγγειλε μια έκθεση στον Μάριο Ντράγκι, ο οποίος ζητά να αλλάξουν επειγόντως όλοι οι οικονομικοί κανόνες της ηπείρου: να απλοποιηθούν οι προτάσεις, να καταργηθούν οι φραγμοί μεταξύ των χωρών, να ενοποιηθούν οι χρηματοπιστωτικές αγορές, να γίνουν επενδύσεις στην έρευνα, να προχωρήσει κάποιος. . κοινός δανεισμός για να χρηματοδοτηθεί η οικολογική μετάβαση…
κι αν υιοθετηθούν αυτά τα μέτρα, είναι σίγουρο, ακόμη και αν δεν εφαρμοστούν καθόλου. Στο ερώτημα λοιπόν αν «ήταν καλύτερα παλιά», οι Ευρωπαίοι συνεχίζουν να λένε «Ναι» και αυτό, όπως και στην Αμερική, θα δημιουργήσει πολιτικές που δεν είναι ευχάριστες.
(*) O Κλοντ Σούλα είναι αρθρογράφος του περιοδικού L’ Obs
(Πηγή: L’ Obs)