του Δημητρίου-Μερκουρίου Κόντη*
- Ο Ελευθέριος Βενιζέλος επέλεξε να θυσιάσει τη Β. Ήπειρο για να εξασφαλίσει την κυριαρχία των νησιών του ΒΑ Αιγαίου, που απελευθέρωσε το ελληνικό ναυτικό κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο. Αν επέλεγε να κρατήσει τη Β. Ήπειρο, οι Μεγάλες Δυνάμεις θα επέστρεφαν τα νησιά του ΒΑ Αιγαίου στους Τούρκους.
ΜΥΘΟΣ: Το ζήτημα της Β. Ηπείρου είχε κλείσει τον Αύγουστο του 1913, όταν η Πρεσβευτική Συνδιάσκεψη του Λονδίνου αποδέχτηκε οριστικά τη γραμμή Στύλος-Κορυτσά, ως βάση χάραξης των ελληνοαλβανικών συνόρων. Όλες οι περιοχές βορείου του ακρωτηρίου του Στύλου, όπως οι Άγιοι Σαράντα και η Χιμάρα, θα εντάσσονταν στο νεοσύστατο αλβανικό κράτος, καθώς και η περιοχή της Κορυτσάς. Η αρχική συμφωνία προέβλεπε ως αντάλλαγμα τα Δωδεκάνησα. Τελικά όμως δεν εφαρμόστηκε καθώς οι Ιταλοί υπαναχώρησαν.
Τον Δεκέμβριο του 1913, όταν εξέπνεε το τελεσίγραφο Ιταλών και Αυστριακών για άμεση αποχώρηση του ελληνικού στρατού από τη Β. Ήπειρο μέχρι το τέλος του έτους, Ο Βενιζέλος ζήτησε από τους Βρετανούς να διευθετηθούν ταυτόχρονα το Νησιωτικό με το Βορειοηπειρωτικό. Επιδίωξη του Βενιζέλου ήταν να δείξει στο εσωτερικό, αλλά και στους Ηπειρώτες, ότι αποδέχεται την απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων για αποχώρηση του ελληνικού στρατού από την Β. Ήπειρο αλλά εξασφαλίζει τα νησιά. Δεν είχε άλλη επιλογή ο Βενιζέλος, καθώς είχε λάβει την προειδοποίηση από το Λονδίνο να μην προσμένουν στην Αθήνα σε βρετανική βοήθεια. Εάν η Ελλάδα αρνούνταν τη συμφωνία, θα εμπλεκόταν σε περιπέτειες είτε με τους Ιταλούς, είτε με τους Αυστριακούς.
- Ο Βενιζέλος ήταν εναντίον της αυτονομίας της Β. Ηπείρου και όχι μόνο δεν στήριξε τους Ηπειρώτες αλλά ήταν εχθρικός απέναντί τους.
ΜΥΘΟΣ: Η ελληνική κυβέρνηση είχε αναλάβει τη δέσμευση ότι δεν θα αντιτάξει ούτε θα ενθαρρύνει κανενός είδους αντίσταση, η οποία θα ανέτρεπε τις ισορροπίες που είχαν δημιουργήσει οι Μεγάλες Δυνάμεις στην Αλβανία. Όμως ο Βενιζέλος σε ιδιωτική συζήτηση που είχε με τον βρετανό πρέσβη στην Αθήνα Έλιοτ, τον Δεκέμβριο του 1913, ενημέρωνε άτυπα το Λονδίνο ότι είχε ήδη δώσει 500 τουφέκια στους Χιμαριώτες του Σπυρομήλιου. Ο Βενιζέλος αποκάλυψε στον Έλιοτ ότι οι Ηπειρώτες θα εξεγερθούν και πως δεν μπορούσε να κάνει τίποτα, ώστε τα όπλα που εγκατέλειπε ο ελληνικός στρατός να μην φτάσουν στα χέρια τους. Αν οι Ηπειρώτες εξοπλίζονταν με τα M1874 Gras του ελληνικού στρατού, θα τα είχαν προμηθευτεί από τη μαύρη αγορά και όχι από την ελληνική κυβέρνηση.
Ο Βενιζέλος δεσμεύτηκε μόνο ότι θα έκανε ότι μπορούσε, ώστε οι Ηπειρώτες να μην αποκτήσουν πρόσβαση σε βαρύ οπλισμό (πυροβολικό). Όμως ο Έλιοτ είχε διαφορετική ενημέρωση από τον Ιταλό ομόλογό του στην Αθήνα, ο οποίος είχε πληροφορίες για οπλισμό, πυρομαχικά και κανόνια, που μεταφέρονταν κρυφά προς τους επίδοξους επαναστάτες. Ο Έλιοτ δεν μπορούσε να αμφισβητήσει τη φήμη και την αξιοπιστία του Βενιζέλου, ο οποίος όταν οχλήθηκε αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες.
Οι Ιταλοί ποτέ δεν αποδέχτηκαν ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν υποστήριξε με στρατιωτικό υλικό τους ηπειρώτες επαναστάτες. Ο Βενιζέλος ήταν όμως υποχρεωμένος να δείξει ότι συμμορφώνεται επίσημα με τις υποδείξεις των Μεγάλων Δυνάμεων. Αν ήθελε να καταπνίξει την επανάσταση εν τη γενέσει της θα είχε κηρύξει στρατιωτικό νόμο στη Β. Ήπειρο, που δεν το έπραξε. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όταν έγινε η διακήρυξη της Αυτόνομης Δημοκρατίας της Β. Ηπείρου στις 17 Φεβρουαρίου του 1914, δεν είχε ξεκινήσει ακόμα η αποχώρηση του ελληνικού στρατού. Μέχρι και τη δεύτερη Διακοίνωση των Έξι Δυνάμεων της 24ης Απριλίου του 1914 (ν.η.) δεν είχε ολοκληρωθεί η αποχώρηση του ελληνικού στρατού από τη Β. Ήπειρο, προς την απογοήτευση των Ιταλών και των Αυστριακών.
- Η Αυτόνομη Δημοκρατία της Β. Ηπείρου επιδίωκε απλώς «μειονοτικά δικαιώματα» μέσα στο νεοσύστατο αλβανικό κράτος
ΜΥΘΟΣ: Για τον Βενιζέλο αυτό που είχε συμβεί ήταν αδιανόητο. Οι Ηπειρώτες ήταν άνθρωποι που για 500 χρόνια αντιστέκονταν όχι μόνο στη δύναμη των Τούρκων αλλά στην τυραννία των Αλβανών Μουσουλμάνων: είχε πραγματοποιηθεί η απελευθέρωσή τους από τον ελληνικό στρατό το 1912 και την επόμενη χρονιά η Ευρώπη παρενέβη για να τους διατάξει να τεθούν ξανά κάτω από το μουσουλμανικό ζυγό. Ο Βενιζέλος θα συνέχιζε λέγοντας στον Έλιοτ πως η σύγκρουση όταν αποχωρούσε ο ελληνικός στρατός μεταξύ Ελλήνων και Αλβανών ήταν πιθανό να παραταθεί επ’ αόριστον. Στις 21 Ιανουαρίου του 1914 θα ζητούσε στο Λονδίνο από το βρετανό υπουργό των Εξωτερικών Έντουαρντ Γκρέι, όχι ως προϋπόθεση αποδοχής της επικείμενης απόφασης των Έξι Δυνάμεων αλλά ως αίτημα-παράκληση προς τις Δυνάμεις, να δοθούν εγγυήσεις για τα ελληνικά σχολεία και την ελληνική ορθόδοξη εκκλησία της Αλβανίας. Ο Βενιζέλος γνώριζε πολύ καλά πως αυτοί ήταν και οι δύο πυλώνες, που είχαν κρατήσει ζωντανό τον ελληνισμό στην Β. Ήπειρο κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας.
Τον Μάρτιο του 1914, ο νέος ηγεμόνας της Αλβανίας Πρίγκηπας Βηντ προτείνει αυτοδιοίκηση με χριστιανό διοικητή και δίνει τις εγγυήσεις, που είχε αιτηθεί ο Βενιζέλος για την εκκλησία και τα σχολεία. Η Αθήνα συμβουλεύει τους Ηπειρώτες να δεχτούν την πρόταση της αλβανική πλευράς, όμως ο Ζωγράφος, πρόεδρος της προσωρινής κυβέρνησης Β. Ηπείρου, την απορρίπτει. Επιδιώκει «πλήρη αυτονομία», με άλλα λόγια ανεξαρτησία, που μελλοντικά θα οδηγήσει σε ένωση με την Ελλάδα. Η Αυτόνομη Βόρειος Ήπειρος συμπεριλάμβανε εκτός από το Αργυρόκαστρο την Χιμάρα, Δέλβινο, Άγιους Σαράντα και Πρεμετή. Όχι την Κορυτσά, η οποία θα ακολουθούσε το δικό της απελευθερωτικό αγώνα μετά από λίγες μέρες προς τα τέλη Μαρτίου.
Οι διαθέσεις των Ηπειρωτών είναι έκδηλες από τον τρόπο που αντιμετώπισαν την επικύρωση του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας, καθώς θεωρούσαν το προνομιακό καθεστώς που τους αναγνώριζε ολέθριο. Η επιμονή του Βενιζέλου ήταν αυτή που ανάγκασε τους Ηπειρώτες να επικυρώσουν το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας στα τέλη Ιουλίου του 1914, εκτός από τους αντιπροσώπους της Χιμάρας που αποχώρησαν από το Ηπειρωτικό Συνέδριο στο Δέλβινο ζητωκραυγάζοντας υπέρ της ένωσης. Οι Ηπειρώτες ήταν οι τελευταίοι που επικύρωσαν το Πρωτόκολλο, που είχε αρχικά υπογραφεί στις 17 Μαΐου 1914 με την «επίσημη» αλβανική κυβέρνηση του Πρίγκηπα Βηντ.
- Οι Αλβανοί έβαλαν την υπογραφή τους στο Πρωτόκολλο της Κέρκυρας το 1914. Άρα πρέπει σήμερα να τη σεβαστούν και να αναγνωρίσουν την αυτονομία της Β. Ηπείρου.
ΜΥΘΟΣ: Οι Μουσουλμάνοι Αλβανοί της κεντρικής Αλβανίας αντέδρασαν άμεσα. Στις 17 Μαΐου του 1914 ξεκίνησαν την επανάστασή τους εναντίον του Βηντ. Υποκινούμενοι πιθανότατα από την Υψηλή Πύλη, επιδίωκαν να ανακτήσουν τα προνόμια που είχαν επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ύψωναν την τουρκική σημαία στις πόλεις που καταλάμβαναν και επιδίωκαν ανοιχτά την ένωση με την Τουρκία. Οι καταβολές της εξέγερσης των Μωαμεθανών υπήρχαν από τον Δεκέμβριο του προηγούμενου έτους, όταν είχε αποτύχει το πρώτο κίνημα του Beqir Grebeneja, που αποδεδειγμένα είχε υποστηριχθεί από τους Νεότουρκους. Οι παραχωρήσεις του χριστιανού πρίγκηπα Βηντ προς τους Ηπειρώτες ξεχείλισαν το ποτήρι, καθώς οι Μουσουλμάνοι Αλβανοί φοβήθηκαν ότι ο πρίγκηπας θα αντιμετωπίζει πλέον προνομιακά τους χριστιανούς μέσα στην αλβανική επικράτεια. Η ανώμαλη κατάσταση, που θα επικρατούσε στην Αλβανία τους επόμενους μήνες, θα οδηγούσε τον Βηντ να αποχωρήσει άρον άρον από την Αλβανία τον Σεπτέμβριο του 1914.
Υπό αυτή την έννοια, η αυτονομία της Β. Ηπείρου ουδέποτε έγινε αποδεκτή από τους Μουσουλμάνους Αλβανούς, οι οποίοι μελλοντικά (μετά το 1920) θα αποκτούσαν και τον έλεγχο της Αλβανίας. Το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας ήταν θνησιγενές γιατί η εξέγερση των Μωαμεθανών οδήγησε άμεσα σε νέες εχθροπραξίες μεταξύ Ηπειρωτών και Αλβανών μουσουλμάνων. Οι Μεγάλες Δυνάμεις επικύρωσαν το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας αλλά αδυνατούσαν να το επιβάλλουν. Δεν μπορούσαν να ασκήσουν πλέον συλλογική ηγεμονία μέσω της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας, που διατηρήθηκε για σχεδόν έναν αιώνα μετά τους Ναπολεόντειους Πολέμους. Κάθε συνεννόηση μεταξύ των Δυνάμεων ήταν αδύνατη, καθώς οδηγούμασταν στον Α’ΠΠ.
- Το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας έχει νομική ισχύ, όπως για παράδειγμα η Συνθήκη της Λωζάννης. Η ελληνική κυβέρνηση είναι φοβική και δεν ζητάει την εφαρμογή του από τους Αλβανούς και την Ευρώπη.
ΜΥΘΟΣ: Το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας καταργήθηκε επίσημα από την απόφαση της Πρεσβευτικής Συνδιάσκεψης της 9ης Νοεμβρίου του 1921, όταν και οι νικήτριες Δυνάμεις του Α΄ΠΠ , επικύρωσαν εκ νέου τα σύνορα του αλβανικού κράτους στα όρια του 1913, σύμφωνα με το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας. Ο Βενιζέλος ποτέ δεν επικαλέστηκε το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας στη Συνδιάσκεψη των Παρισίων το 1919, καθώς επιζητούσε ανοιχτά την ένωση, όπως και για τα Δωδεκάνησα, την Θράκη και τη Μικρά Ασία.
- Καμία ελληνική κυβέρνηση δεν σκέφτηκε να ζητήσει επίσημα την εφαρμογή του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας μετά από το 1914.
ΜΥΘΟΣ: Το καλοκαίρι του 1922, η κατάσταση που επικρατούσε στην Αλβανία και η πλήρης καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του ελληνισμού της Β. Ηπείρου, οδήγησαν την ελληνική κυβέρνηση να αιτηθεί επίσημα στην ΚτΕ την άμεση εφαρμογή του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας από την αλβανική Κυβέρνηση. Η απάντηση που έλαβε από την Πρεσβευτική Συνδιάσκεψη ήταν αρνητική και ως ένδειξη διαμαρτυρίας, η Ελλάδα απέσυρε τους αντιπροσώπους της από την επιτροπή χάραξης των ελληνοαλβανικών συνόρων, μποϊκοτάροντας την όλη διαδικασία.
Άμεσα το Foreign Office καλούσε Παρίσι και Ρώμη να προβούν από κοινού σε ενεργητική διαμαρτυρία προς την Αθήνα, ώστε να σταματήσει να φέρνει σε αμηχανία τις διεργασίες της επιτροπής, ζητώντας την άμεση επιστροφή της ελληνικής αντιπροσωπίας. Τον Σεπτέμβριο του 1922, οι πρέσβεις της Μ. Βρετανίας, Γαλλίας και Ιταλίας συναντήθηκαν στην Αθήνα με τον έλληνα υπουργό των Εξωτερικών Γεώργιο Μπαλτατζή για να μεταφέρουν ένα ηχηρό μήνυμα των Μεγάλων Δυνάμεων, προς συμμόρφωση της ελληνικής κυβέρνησης. Ο Μπαλτατζής λίγους μήνες αργότερα θα εκτελούνταν στο Γουδή μετά τη Δίκη των έξι.
Είναι προφανές ότι η διπλωματική επιρροή της ελληνικής κυβέρνησης το καλοκαίρι του 1922 ήταν μηδαμινή. Τον Νοέμβριο του 1920, ο Βενιζέλος θα έχανε τις εκλογές και η Ελλάδα θα έχανε οριστικά την υποστήριξη των Αγγλογάλλων στο ζήτημα της Β. Ηπείρου. Πλέον οι Αγγλογάλλοι δεν δεσμεύονταν ηθικά να στηρίξουν την Ελλάδα, καθώς η επιστροφή του Βασιλιά Κωσταντίνου είχε μεταστρέψει εντελώς τη στάση τους από αγαστή σε εχθρική προς τη νέα ελληνική κυβέρνηση.
Επίλογος
Σήμερα, τα δικαιώματα της ελληνικής εθνικής μειονότητας στην Αλβανία προστατεύονται από τις διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, την οποία η Αλβανία επικύρωσε το 1996.
Ο όρος «Βόρειος Ήπειρος» παραμένει δόκιμος ως ένας γεωγραφικός και ιστορικός όρος. Το 1914 δεν επαναστάτησαν οι «Νοτιοαλβανοί» αλλά οι Ηπειρώτες. Το αλβανικό κράτος ιδρύθηκε το 1912 και μέχρι το 1952 ήταν ακόμα υπαρκτός ο φόβος για την τριχοτόμησή του από Ελλάδα, Ιταλία και Γιουγκοσλαβία. Εκείνη την εποχή η Ελλάδα ακόμα επιθυμούσε και επιδίωκε την προσάρτηση τμήματος της νότιας Αλβανίας (δηλαδή την Β. Ήπειρο), η Γιουγκοσλαβία του Τίτο που είδε ήδη αλβανόφωνους πληθυσμούς στους κόλπους της (Κοσσυφοπέδιο και Σκόπια) θα ήθελε να προσαρτήσει ένα τμήμα του αλβανικού βορρά, ενώ οι Ιταλοί είχαν παραδοσιακά συμφέροντα στην περιοχή από το 1914, όταν και είχαν καταλάβει την Αυλώνα και το νησί Σάσων. Ιστορικά, η τριχοτόμηση της Αλβανίας είχε γίνει αποδεκτή από τις Μεγάλες Δυνάμεις το 1915 και την (μυστική) Συνθήκη του Λονδίνου.
Η παραπάνω ιστορική πραγματικότητα οδήγησε στην σκληρή γραμμή που ακολούθησαν τα Τίρανα μετά το 1922 έναντι της ελληνικής εθνικής μειονότητας, η οποία συνεχίστηκε και από το καθεστώς του Ενβέρ Χότζα.
*Ο Δημήτριος-Μερκούριος Κόντης είναι υποψήφιος διδάκτορας διπλωματικής ιστορίας της Νομικής Σχολής του Α.Π.Θ
“Παρόλο που το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας δεν αναιρέθηκε ποτέ από κάποια μεταγενέστερη συνθήκη, μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν εφαρμόστηκε ποτέ.” (απ’ εδώ).
Το Πρωτόκολλο της Κερκύρας στη Σύγχρονη πραγματικότητα
“Το Πρωτόκολλο της Κερκύρας, κατά την γνώμη μου, είναι έγκυρο και ισχυρό ακόμη και σήμερα και τούτο γιατί μια πολυμελής διεθνή συμφωνία για να καταργηθεί, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, πρέπει να συντρέξουν οι κάτωθι προϋποθέσεις. 1] Να έχει υπάρξει νεώτερη συμφωνία, που να την τροποποιεί η να την καταργεί. 2] Να έχει συντελεστεί η πλήρωση όρου η προθεσμίας, μετά την πάροδο της οποίας να επέρχεται η λήξη της, πλην όμως κάτι τέτοιο δεν προβλέφθηκε, ούτε υπήρξε. 3] Να υπάρχει πρόβλεψη για ημερομηνία λήξεώς της, πράγμα που θα ήταν αδύνατο να υπάρξει, αφού αναφέρεται σε ανθρώπινα δικαιώματα και 4] Να υπήρξε νόμιμη καταγγελία, προς ένα έκαστο των υπογραψάντων μελών και σχετική Απόφασή τους, περί της εγκυρότητάς της η όχι και αναγγελία της στην ΚΤΕ και σήμερα στον ΟΗΕ, που είναι ο διάδοχός της ,γεγονός το οποίο δεν προϋπήρξε κτλ.
Η Αλβανία με την υπογραφή και αποδοχή της του Πρωτοκόλλου της Κερκύρας, ανέλαβε διεθνείς νομικές υποχρεώσεις και εγγυήθηκε το σεβασμό και την εφαρμογή τους, σύμφωνα με τους διεθνείς συμβατικούς και εθιμικούς κανόνες [pacta sunt servanda].”
“Το πρωτόκολλο της Κέρκυρας, το οποίο ακολούθησε το πρωτόκολλο της Φλωρεντίας μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων, προβλέπει τοπική κυβέρνηση με τοπικό πρωθυπουργό στη Βόρειο Ήπειρο. Η συμφωνία υπογράφτηκε μετά την αποχώρηση του ελληνικού στρατού, δηλαδή εντελώς ελεύθερα. Θυμίζει το εσωτερικό καθεστώς της Γερμανίας ή της Ελβετίας. Μεσολάβησε, όμως, ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και δεν εφαρμόστηκε ποτέ αν και παρέμεινε εν ισχύει.” (απ’ εδώ).
Θα μπορούσα να γράψω πάρα πολλές γνώμες ακόμη για την ισχύ τού Πρωτοκόλλου τής Κερκύρας, αλλά νομίζω αρκούν υα παραπάνω.
“Πλέον οι Αγγλογάλλοι δεν δεσμεύονταν ηθικά να στηρίξουν την Ελλάδα, καθώς η επιστροφή του Βασιλιά Κωσταντίνου είχε μεταστρέψει εντελώς τη στάση τους από αγαστή σε εχθρική προς τη νέα ελληνική κυβέρνηση.”
Περίεργο για νέους επιστήμονες να επικαλούνται ακόμη την προ πολλού ξεπερασμένη κρατούσα αντίληψη τής Ιστορίας και να λένε ότι λόγω Κωνσταντίνου μετεστράφη η στάση των Αγγλογάλλων προς την Ελλάδα, όταν αποδεδειγμένα αμέσως μετά το πέρας τού Α’ΠΠ οι “σύμμαχοί” μας είχαν ήδη αρχίσει επαφές με την επαναστατική κυβέρνηση τής Αγκύρας. Έλεος!
“Δύο χρόνια μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, την 17η Δεκεμβρίου 1920, η Αλβανία έγινε δεκτή ως μέλος της Κοινωνία των Εθνών (ΚτΕ), η οποία την 2α Οκτωβρίου 1921 ενέκρινε αλβανική δήλωση περί μειονοτήτων και έτσι αντικαταστάθηκαν (ακυρώθηκαν) και οι διατάξεις του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας του 1914. Το αλβανικό κράτος, σύμφωνα με τη δήλωση του αλβανού αντιπροσώπου Φαν Νόλη, αναγνώριζε και επίσημα τους ελληνικούς πληθυσμούς στην επικράτειά της ως γλωσσική μειονότητα. Στις αρχές Φεβρουαρίου του 1922, το αλβανικό κοινοβούλιο επικύρωσε τη δεσμευτική δήλωση του Φαν Νόλη: Πλήρης ισότητα σε ό,τι αφορά τα πολιτικά, αστικά και κοινωνικά δικαιώματα, χωρίς φυλετικές και γλωσσικές διακρίσεις, παροχή εκπαιδευτικών δικαιωμάτων, θρησκευτική ελευθερία και άσκηση της θρησκευτικής λατρείας, συμπεριλαμβανόμενων και των ελευθεριών αλλαξοπιστίας.” (απ’ εδώ).
Δεν υπάρχει κατάργηση πρωτοκόλλου ή άλλης διεθνούς συμφωνίας, αν δεν γίνεται ΡΗΤΗ ΑΝΑΦΟΡΑ σ’ αυτήν και δεν προσυπογράψουν οι ίδιοι που υπέγραψαν το/την πρώτο/τη. Βλέπετε εσείς τίποτε απ’ αυτά;
Εγώ όχι. Άρα το Πρωτόκολλον τής Κερκύρας 1914 ισχύει ακόμη και μπορεί η Ελλάς να ζητήσει την ενεργοποίησή του από τον ΟΗΕ.
ΥΓ: Κάποιος κ. Βασίλειος Κόντης έχει γράψει επίσης εδώ μέσα σχετικά. Δεν ξέρω αν είναι απλή συνωνυμία.
Η Συνθήκη του Λονδίνου του 1915, που μεταξύ άλλων επέτρεπε την τριχοτόμηση της Αλβανίας, την υπέγραψε και η Τσαρική Ρωσία. Με την λογική των επισκεπτών, το 1919-20 για να ακυρωθεί θα έπρεπε να υπογράψει και ο Τσάρος. Άρα ισχύει σήμερα με ότι αυτό συνεπάγεται!
Η Πρεσβευτική Συνδιάσκεψη των Συμμαχικών Δυνάμεων στις αρχές της δεκαετίας του 1920 ήταν ένα ανώτατο εκτελεστικό όργανο, που δημιουργήθηκε για να λύσει όλα τα θέματα που θα προέκυπταν από την εκτέλεση και την ερμηνεία των συνθηκών ειρήνης του Πρώτου Παγκοσμίου. Ελλάδα και Αλβανία συμφώνησαν να επιδικάσει την διαφορά μας, ποιος θα πάρει τη Β. Ήπειρο. Η απόφαση της Συνδιάσκεψης του Νοεμβρίου του 1921 είναι γνωστή, ενώ όταν οχλήθηκε τον επόμενο χρόνο ενημέρωσε τον έλληνα αντιπρόσωπο στην ΚτΕ Β. Δενδραμή ότι επίσης ακύρωσαν και το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας.
Θα έκανε ο Βενιζέλος το 0/2; Στην ιστορία δεν υπάρχει what if, υπάρχουν όμως ενδείξεις:
Οι παραπάνω θέσεις του βρετανού ΥΠΕΞ Κέρζον καταγράφτηκαν στις 11 Οκτωβρίου του 1920, έναν μήνα πριν τις καθοριστικές ελληνικές εκλογές. Αποδεικνύουν πως η Βρετανία δεν είχε εγκαταλείψει εντελώς την Ελλάδα στο ζήτημα της Β. Ηπείρου, καθώς το Foreign Office ήταν θετικά διακείμενο σε τροποποιήσεις στα ελληνοαλβανικά σύνορα, σύμφωνα με τις προτάσεις που είχαν συζητηθεί στο Παρίσι:
Η άποψη του Κέρζον ήταν πως η Αλβανία δεν ήταν ακόμα έτοιμη να γίνει ένα εθνικό κράτος, καθώς στην παρούσα κατάσταση η εσωτερική ενότητα της Αλβανίας διατηρούνταν από την εξωτερική απειλή που τροφοδοτούσε τον αλβανικό εθνικισμό, ο οποίος όμως θα καταλάγιαζε μόλις η Αλβανία γινόταν ανεξάρτητη. Υπό αυτήν την έννοια η δημιουργία ενός ανεξάρτητου Αλβανικού κράτους προϋπέθετε την συναίνεση της Αθήνας και του Βελιγραδίου. Σε αντίθετη περίπτωση θα δημιουργούνταν εθνικά και θρησκευτικά φέουδα εντός του νέου αλβανικού κράτους, που θα το υπονόμευαν και τελικά θα επέφεραν την διάλυσή του. Ως αποτέλεσμα, η βρετανική κυβέρνηση αναγνώριζε πως τα σύνορα του 1913 επιδέχονταν κάποιες τροποποιήσεις, κυρίως στο νότο, στην βάση των προτάσεων που είχαν γίνει από την επιτροπή των ελληνικών εθνικών διεκδικήσεων στο Παρίσι το 1919.
Οι δεσμεύσεις του Φαν Νόλη στην ΚτΕ ισχύουν, όπως και ο χάρτης της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
“Με την λογική των επισκεπτών, το 1919-20 για να ακυρωθεί θα έπρεπε να υπογράψει και ο Τσάρος. Άρα ισχύει σήμερα με ότι αυτό συνεπάγεται!”
Η ΕΣΣΔ δεν ήταν συνέχεια τής Αυτοκρατορικής Ρωσσίας; Δεν ίσχυσε εκεί η συνέχεια τού κράτους;
Δεν είναι πολλοί επισκέπτες. Εγώ χρησιμοποιώ αυτό το ψευδώνυμο.
Ευχαριστώ για την απάντηση.
Η ΕΣΣΔ ήταν συνέχεια της Αυτοκρατορικής Ρωσσίας. Απλά δεν χρειάστηκε να υπογράψει, ώστε να ακυρωθεί η συνθήκη του Λονδίνου. Το Ανώτατο Συμβούλιο των Συμμάχων και μετέπειτα η Πρεσβευτική Συνδιάσκεψη είχαν απόλυτη εξουσία μετά τον Α’ΠΠ. Τα σύνορα της Ευρώπης επανακαθορίστηκαν.
Το ίδιο έγινε και μετά τον Β’ΠΠ, τότε το εκτελεστικό όργανο ήταν το Συμβούλιο των υπουργών των Εξωτερικών.
Παρετήρησα ότι ο εξαίρετος ιστορικός ερευνητής κ. Κόντης δεν απαντά σε όσους χρησιμοποιούν ψευδώνυμο και θα γνωρίζει -γιατί μας διαβάζει στις φιλόξενες Ανιχνεύσεις- ότι το συγκεκριμένο ψευδώνυμο με βρίζει συνεχώς και σκαιώς αρνούμενος το δικαίωμα της ελευθέρας έκφρασης μου.
Τελικώς η παράγραφος 1 στην αρχή του άρθρου σας για τον Ελευθέριο Βενιζέλο είναι αποδεκτή ιστορικώς κύριε Δημήτρη Κόντη;.
Σταύρος Αθαν.Ναλμπάντης
“Τον Δεκέμβριο του 1913 ο Βενιζέλος βρισκόταν κάτω από μεγάλη πίεση. Στο μέτωπο της Β. Ηπείρου είχε δεχτεί τελεσίγραφο από την Ιταλία και την Αυστρία, ώστε να αποχωρήσει ο ελληνικός στρατός μέχρι τα τέλη του έτους. Οι δύο αυτές Δυνάμεις είχαν ενεργήσει ανεξάρτητα από την Ευρωπαϊκή Συμφωνία και χωρίς να περιμένουν να ολοκληρωθεί η διαδικασία καθορισμού των ελληνοαλβανικών συνόρων που ήταν σε εξέλιξη . Ως προς το νησιωτικό μέτωπο, οι Τούρκοι δεν είχαν εγκαταλείψει τις αναθεωρητικές βλέψεις τους και ο Γκρέι είχε πληροφόρηση πως ορισμένες Δυνάμεις ενθάρρυναν την Τουρκία να προσπαθήσει μια ανακατάληψη της Μυτιλήνης και της Χίου.
Ως αποτέλεσμα, η εξέλιξη των γεγονότων είχε πάρει αρνητική τροπή και στα δύο φλέγοντα για την Ελλάδα ζητήματα, καθώς η αρνητική συνέπεια για την Ελλάδα ήταν οι αποφάσεις που είχαν ληφθεί κατά τη διάρκεια της Πρεσβευτικής Συνδιάσκεψης να μείνουν στο συρτάρι του γραφείου του Γκρέι. Η άποψη του Κρόο ήταν πως οι αποφάσεις της συνδιάσκεψης για τα νησιά είχαν ισχύ μόνο ανάμεσα στις Δυνάμεις, από τη στιγμή που δεν είχε γίνει καμία επίσημη όχληση σε Αθήνα και Κωνσταντινούπολη. Επίσης, δεν είχε καταγραφεί με ακρίβεια ποια ήταν η οριστική συμφωνία μεταξύ των Δυνάμεων, εκτός από τα προβλεπόμενα του άρθρου 5 του Λονδίνου.
Στις 10 Δεκεμβρίου του 1913, Ο Βενιζέλος συναντήθηκε με τον Βρετανό Πρεσβευτή στην Αθήνα Έλιοτ και ζήτησε τη βοήθεια των Βρετανών και του Γκρέι προσωπικά, ώστε το νησιωτικό ζήτημα να διευθετηθεί ταυτόχρονα με το ζήτημα των ελληνοαλβανικών συνόρων. Στόχος του Βενιζέλου ήταν να δείξει στον ελληνικό λαό αλλά και στους πολιτικούς του αντιπάλους ότι η αποχώρηση του ελληνι-κού στρατού από τη Β. Ήπειρο ήταν αναγκαία, ώστε να εξασφαλιστούν τα νησιά του Αιγαίου. Στην περίπτωση που δε θα γινόταν αποδεχτό το αίτημά του, ο Βενιζέλος γνωστοποίησε στον Έλιοτ πως σκεφτόταν να παραιτηθεί.
Ο Γκρέι δεν επιθυμούσε η Βρετανία να πάρει την πρωτοβουλία των κινήσεων, αλλά πίστευε πως αυτός ήταν ο μόνος τρόπος, ώστε να αποφευχθεί μια καταστροφή στο αλβανικό ζήτημα, καθώς ο Βε-νιζέλος ήταν ο μοναδικός Έλληνας πολιτικός που είχε το ειδικό βάρος να διατάξει την αποχώρηση του ελληνικού στρατού από τη Β. Ήπειρο. Ο Γκρέι γνώριζε πως από το καλοκαίρι του 1913, ο Βενι-ζέλος είχε δεχτεί να αποστερηθεί την Κορυτσά (Αύγουστο) και τις ελληνικές περιοχές της Β. Ηπείρου βορειότερα από το ακρωτήριο του Στύλου (Ιούνιο), ώστε η Ελλάδα να πάρει τα νησιά, εκτός από την Ίμβρο και την Τένεδο. Είναι φανερό πως το ζήτημα της κατανομής των νησιών του Αιγαίου δεν ήταν μια υπόθεση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αλλά ένα ευρωπαϊκό ζήτημα, που απαιτούσε να βρεθεί μια συναινετική λύση μεταξύ των Δυνάμεων. Επίσης, είναι δεδομένο πως ο Βενιζέλος δεν είχε τη δυνατότητα επιλογής, καθώς οι φιλικά διακείμενες προς την Ελλάδα Μ. Βρετανία και Γαλλία δεν ήταν διατεθειμένες να έρθουν σε ρήξη με τις Κεντρικές Δυνάμεις για το ζήτημα της Κορυτσάς. Στη συνομιλία που έλαβε χώρα στις 26 Ιουνίου του 1913 στο Λονδίνο μεταξύ Γκρέι-Νίκολσον και Πισόν-Καμπόν, ο Γκρέι είχε δηλώσει πως δεν υπήρχε καμία περίπτωση η Βρετανία να κάνει πόλεμο με την Ιταλία και την Αυστρία, ώστε η Κορυτσά να πάει στην Ελλάδα. Οι Γάλλοι θα έκαναν απλώς μια προσπάθεια για την τιμή των όπλων να μεταπείσουν τους Αυστριακούς στις συζητήσεις της Πρεσβευτικής Συνδιάσκεψης του Αυγούστου.” [Από το βιβλίο τα Νησιά του Αιγαίου…]
Οπότε είναι εμφανές ότι το όλο ζήτημα το ανακίνησε ο Βενιζέλος τον Δεκέμβριο του 1913, δεν τέθηκε ποτέ τελεσίγραφο των Μεγάλων Δυνάμεων για επιλογή. Νομίζω ότι ο μύθος αυτός προέκυψε από την πρώιμη ελληνική ιστοριογραφία, που προφανώς δεν είχαν πρόσβαση στα βρετανικά αρχεία που αποχαρακτηρίστηκαν αργότερα.
Μαζί μου βέβαιος ,κύριε Δημήτριε Κόντη , ότι σας ευχαριστούν πολύ όλοι οι αναγνώστες των Ανιχνεύσεων και ιδίως οι φιλίστορες- εγώ πάρα πολύ-για το τελευταίο σχόλιό σας ,από το οποίο συγκράτησα την φράση της τελευταίας παραγράφου ”δεν τέθηκε ποτέ τελεσίγραφο των Μεγάλών Δυνάμεων για την επιλογή ”(των νήσων του Αιγαίου ή της Βορείου Ηπείρου), οπότε και η εγκατάλειψη της Βορείου Ηπείρου-για την οποίαν τώρα ολοφυρόμαστε – ήταν επιλογή του ”ούτως έδοξε τω Βασιλεί και Θεώ Βενιζέλω” ν , ο οποίος όσο κυβερνούσε νόμιζε ότι από γεννησιμιού του εκπροσωπούσε ολόκληρο τον Ελληνισμό γιαυτό και δεν τον ρωτούσε μετά το 1915 και όταν τον ρώτησε το 1920 ήξερε ότι δεν θα τον εξέλεγε πάλι ως πρωθυπουργό.
Άντε τώρα να είσαι Βορειοηπειρώτης-και όχι μόνο – και να ζητωκραυγάζεις ακόμη και τώρα αυτόν τον Βενιζέλο , ο οποίος μέχρι το 1915 ήταν ο ηγέτης της καρδιάς όλων των Ελλήνων ,την οποίαν μαύρισε μετά μέχρι τον θάνατό του.
Σταύρος Αθαν.Ναλμπάντης
Αγαπητέ Κύριε Ναλμπάντη,
Casus Belli έθεσαν επίσημα οι Ιταλοί στην Αθήνα για τη Β. Ήπειρο. Επίσης έστειλαν τελεσίγραφα (όχι μόνο ένα) μαζί με τους Αυστριακούς. Ο Βενιζέλος μόνο να παραιτηθεί μπορούσε και να αναλάβει ο Θεοτόκης, που ήταν με το Παλάτι. Γνωρίζουμε όμως ότι ο Κωσταντίνος έστειλε τον Θεοτόκη σε μυστική διπλωματική αποστολή τον Ιούνιο του 1913, προσφέροντας ανοικτά συμμαχία με τους Γερμανούς και τους συμμάχους τους, ελπίζοντας σε μια καλύτερη λύση για το Βορειοηπειρωτικό, inter alia. Αλλά οι Γερμανοί αρνήθηκαν την προσφορά από το Παλάτι.
Καλή σας Μέρα,
ΔΜΚ
Μήπως ,αγαπητέ κ. Κόντη, -μετά την απάντησή σας- κάπως έτσι θα έπρεπε να διαμορφωθεί και να γράφεται η παράγραφος 1 του άρθρου σας ”για να μη τρώμε το δίκιο” του Βενιζέλου;.
Άραγε συνεσκέφθησαν Βασιλεύς και πρωθυπουργός για την επιλογή -και αν ναι-συμφώνησαν ή διαφώνησαν-αν αυτά φυσικά προκύπτουν από αρχεία .
Δεν ήταν θέμα για προκήρυξη εκλογών , αλλά στις Δημοκρατίες μια απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου είναι αναγκαία και έγκριση (για δέσμευση) και του Βασιλέως -που ως Στρατηλάτης απελευθέρωσε πολεμώντας τα μέρη εκείνα -περισσότερο από αναγκαία.
Δεν είχε ενσωματωθεί η Βόρειος Ήπειρος για να θεωρηθεί παραχώρηση επικράτειας -με τις γνωστές συνταγματικές συνέπειες για τον παραχωρούντα- ,αλλά ας επέμειναν άπαντες εφόσον δεν τους είχε επιδοθεί τελεσίγραφο- αλά Μουσολίνι προς Μεταξά την 28η Οκτωβρίου 1940- να μη εκκενώσουν ην Βόρειο Ήπειρο ,όπως την Ανατολική Θράκη μετά την Συμφωνία των Μουδανιών(Θρακιώτης είμαι και αυτό το θέμα με πονάει).
Μια φοβικότητα ή ένα παραπανίσιο δέσιμο με τους Συμμάχους την είχε και προ του Εθνικού διχασμού ο μεγάλος Βενιζέλος .
Χάσαμε την Άνω Μακεδονία υπέρ των Σέρβων, χάσαμε και την Βόρειο Ήπειρο υπέρ των Αλβανών, γιατί και τώρα αποφεύγουμε να αποδώσουμε ”τα του Βενιζέλου” ή όποιου άλλου συνυπευθύνου γιατί άφησαν αλύτρωτες αυτές τις δύο περιοχές ;.
Οι ηγέτες από τα αποτελέσματα της πολιτικής τους κρίνονται από την Ιστορία και τους πολίτες.
Λόγια και καλές προθέσεις όλοι έχουν .
Καλή σας νύχτα.
Υ.Γ Δεν επιμένω στην απάντηση σας για θέματα μη ανακοινώσιμα.
Σταύρος Αθαν.Ναλμπάντης