Του Αλκη Καλλιαντζίδη, Οικονομολόγου, [email protected], www.kalkis.eu
Πρώτα προγραμματίστηκε για το Μάρτιο 2020 και στη συνέχεια αναβλήθηκε λόγω του κορωναϊού, ένα Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη μετανάστευση και το άσυλο που θα πρέπει να προταθεί στα κράτη μέλη έως τα τέλη Ιουνίου από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή χωρίς την ψευδαίσθηση σχετικά με τη δυνατότητα συμφωνίας μεταξύ των αρχηγών των κρατών-μελών. Όπως οι μεταναστευτικές ροές στην Ευρώπη μειώθηκαν έως και 90% τον Μάρτιο με το κλείσιμο λιμένων και αεροδρομίων, τα κοινοτικά σχέδια για τη μεταρρύθμιση του συστήματος υποδοχής των αλλοδαπών κατέρρευσαν ταυτόχρονα, λόγω της κρίσης του κορωναϊού.
Και τώρα αυτός ο καυτός φάκελος περνάει στα χέρια του Βερολίνου που αναλαμβάνει την εκ περιτροπής προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης την 1η Ιουλίου 2020. «Το Βερολίνο προχωρά με προσοχή στο ζήτημα της μετανάστευσης, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ελπίζει να ξεπεράσει, χωρίς να το πιστεύει και πάρα πολύ, τις διαφορές μεταξύ των κρατών μελών, που εμφανίστηκαν στο απόγειο της κρίσης της το 2015». Συνόψισε ο Jean-Pierre Stroobants, ανταποκριτής στις Βρυξέλλες του Le Monde, στις 10-6-2020, με τίτλο : «Το Σύμφωνο για τη Μετανάστευση, ένας εκρηκτικός φάκελος για τη μελλοντική γερμανική προεδρία της ΕΕ» (Le « Pacte pour la migration », un dossier explosif pour la future présidence allemande de l’UE).
Αυτό είναι το πρόχειρο σχέδιο αυτού που θα έπρεπε να ήταν μία από τις κύριες προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, πριν : από την πανδημία Covid-19, από την ανάγκη αναζωογόνησης της οικονομίας, από τις διαφωνίες σχετικά με τον μελλοντικό προϋπολογισμό της Ένωσης (ΕΕ) ή από τη στασιμότητα των διαπραγματεύσεων για το Brexit.
Το «Σύμφωνο για τη Μετανάστευση», που ανακοινώθηκε μόλις ανέλαβε τα καθήκοντά της η Πρόεδρος Ursula von der Leyen, παραμένει αναμφίβολα ένα σημαντικό θέμα για τους 27, αλλά η μελλοντική γερμανική Προεδρία της ΕΕ δεν θα θέσει μάλλον αυτό το 20σέλιδο κείμενο στην κορυφή της ατζέντας της. «Υπάρχουν πολλές άλλες ανησυχίες και, επιπλέον, οι πολιτικές θέσεις δεν έχουν αλλάξει», δήλωσε διπλωμάτης στον Jean-Pierre Stroobants.
Δημοσιοποιημένη το πρώτο τρίμηνο του 2020, που αναμφίβολα θα αποκαλυφθεί επίσημα στο τέλος του δεύτερου τριμήνου, η πρωτοβουλία των Επιτρόπων Μαργαρίτη Σχοινά (προώθηση του ευρωπαϊκού τρόπου ζωής) και της Ylva Johansson (εσωτερικές υποθέσεις) αποσκοπεί να διευθετήσει μια συζήτηση που υπονομεύεται, εδώ και χρόνια, από την έλλειψη αλληλεγγύης μεταξύ των χωρών. Με τους ηγέτες ορισμένων από αυτές (όπως π.χ. του ‘Ορμπαν της Ουγγαρίας) που ευδοκιμούν πολιτικάντικα χάρη στην επίμονη άρνησή τους να αποδεχτούν «μετανάστες», που είναι συχνά αιτούντες άσυλο, και πρόσφυγες. Θα μπορούσε αυτό το κείμενο να θέσει τέρμα στις αντιπαραθέσεις που σημάδεψαν την επικαιρότητα από το 2015 ; Οι αντιπαραθέσεις αφορούσαν την υποδοχή των αιτούντων, τους αποκλίνοντες κανόνες που διέπουν το άσυλο, ανάλογα με τα Κράτη μέλη, τον κανονισμό του Δουβλίνου που υποχρεώνει την πρώτη χώρα εισόδου στην ΕΕ να φροντίσει για την εξέταση των φακέλων ή ακόμη και τους μηχανισμούς αποβίβασης των μεταναστών που διασώθηκαν στη θάλασσα. Σε κάθε περίπτωση, ήρθε η ώρα οι Βρυξέλλες να θέσουν τελικά τα θεμέλια για μια ήρεμη συζήτηση, ενώ ο αριθμός των παράτυπων αφίξεων στην ΕΕ βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδό του από το 2014 και, όπως αναφέρει το ίδιο το έγγραφο : «Ήρθε η ώρα να αναφερθούμε περισσότερο στα γεγονότα παρά στις απόψεις».
«Πρακτικά εργαλεία»
Σύμφωνα με αυτό το «εμπιστευτικό» σχέδιο κειμένου, που έχει στην κατοχή της η εφημερίδα Le Monde, και που συζητείται, επί του παρόντος, με τις πρωτεύουσες των 27 κρατών-μελών, οι υπήκοοι τρίτων χωρών αντιπροσωπεύουν επί του παρόντος το 4,4% του συνολικού πληθυσμού της ΕΕ, η μετανάστευση θα παραμείνει ένα διαρκές φαινόμενο και θα ήταν απόλυτα διαχειρίσιμο στο πλαίσιο ενός αποτελεσματικού και ανθεκτικού συστήματος. Επιπλέον, το κείμενο τονίζει : μια γηράσκουσα Ευρώπη, που δεν διαθέτει εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, θα ήταν καλύτερα να «προσελκύσει εκείνους που χρειάζεται για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της και τη διατήρηση της ευημερίας της». Σε αυτό το σημείο, όπως και σε άλλα, το έγγραφο σημειώνει προσεκτικά «ορισμένες δισταγμούς».
Η Επιτροπή υποστηρίζει «μια ρεαλιστική πολιτική που δεν δημιουργεί ούτε ψευδείς ελπίδες ούτε φιλοδοξίες». Ενώ σέβεται το ανθρωπιστικό καθήκον και την αρχή της μη επαναπροώθησης, η πολιτική αυτή θα πρέπει συνακόλουθα να τονίζει την ανάγκη για πιο αποτελεσματική διαχείριση των επιστροφών, όταν το 66% των αιτήσεων ασύλου απορρίφθηκαν από τις χώρες μέλη το 2019 και ότι μόνο το ένα τρίτο των απορριφθέντων ανθρώπων εγκαταλείπουν πραγματικά το ευρωπαϊκό έδαφος. Κι εδώ ακριβώς φαίνεται ότι μάλλον θα σκοντάψει σοβαρά η σκληρή μεταναστευτική γραμμή του Κυριάκου Μητσοτάκη. Απορριφθέντες ή οι εγκριθέντες, μετανάστες ή πρόσφυγες μάλλον θα παραμείνουν στην Ελλάδα. Διαφορετικά η χώρα μας θα πρέπει να βιαιοπραγήσει εναντίον τους, εισπράττοντας βροχή διεθνών καταγγελιών. Και τα πρωτοβρόχια ήδη άρχισαν. Είναι πολύ δύσκολο να βγάλει από τα νοικιασμένα σπίτια τους αναγνωρισθέντες επίσημα ως πρόσφυγες από την Ελλάδα, παρά την έξωση που τους κάνουν οι ΜΚΟ, όπως έγραψα στις 17-6-2020 σε σχετικό άρθρο μου στις Ανιχνεύσεις και παρά την παύση των επιδομάτων που εισέπρατταν μέχρι τώρα.
Η Επιτροπή προτείνει σχετικά να εφαρμοστούν παράλληλα τρία «πρακτικά εργαλεία»:
@ «ισχυρές» διεθνείς εταιρικές σχέσεις με τις χώρες προέλευσης ή διέλευσης μεταναστών-προσφύγων,
@ καλύτερα ελεγχόμενα εξωτερικά σύνορα και
@ αποτελεσματικότερες και ταχύτερες διοικητικές διαδικασίες.
Οι συμφωνίες που έχουν συναφθεί με το Μαρόκο, τη Νιγηρία και ιδίως την Τουρκία, πρέπει συνεπώς να διατηρηθούν και να επεκταθούν, προβλέπει το 20σέλιδο προσχέδιο. Η Τυνησία, η Αιθιοπία, το Ιράκ, το Μπαγκλαντές και οι χώρες των Βαλκανίων πρέπει να δεχθούν επενδύσεις και χρήματα για να αναπτύξουν τον αγώνα κατά της παράνομης μετανάστευσης, να ελέγξουν τα σύνορά τους αλλά και να επαναπατρίσουν τους υπηκόους τους. Ο Λίβανος, η Αίγυπτος και η Ιορδανία, που φιλοξενούν πολλούς πρόσφυγες, θα πρέπει να επωφεληθούν από την αυξημένη βοήθεια, ως μέρος της αύξησης του προϋπολογισμού «Άσυλο και μετανάστευση», τον οποίο οι Βρυξέλλες ελπίζουν να αυξηθεί από 12 δισεκατομμύρια σε 32 δισεκατομμύρια ευρώ (κατά την προγραμματική περίοδο 2020-2027), σύμφωνα πάντα με το πρόχειρο σχέδιο της Επιτροπής.
Στα εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε., η ενίσχυση του οργανισμού Frontex (που ενδιαφέρει ιδιαίτερα την Ελλάδα λόγω της Τουρκίας), σε συνδυασμό με την ανάπτυξη τεχνικών τεχνητής νοημοσύνης, που προβλέπονται, στην καλύτερη περίπτωση για το 2023-2025, θα πρέπει να επιτρέψει αποτελεσματικότερους ελέγχους και ενισχυμένη μάχη ενάντια στα δίκτυα διακινητών που μεταφέρουν σήμερα περίπου το 90% των παράνομων μεταναστών στις πύλες της Ευρώπης. Φυσικά δεν αναφέρεται στο «κράτος Διακινητή» που λέγεται Τουρκία. Οι Βρυξέλλες υποστηρίζουν επίσης τη γενίκευση των λεγόμενων διαδικασιών «άσυλο στα σύνορα», δηλαδή μεθόδους ταχείας εξέτασης των αιτήσεων.
«Επιδερμική» συζήτηση
Δεν αρκεί, ωστόσο, για να ηρεμήσει η συζήτηση για το μεταναστευτικό-προσφυγικό, που ένας διπλωμάτης περιγράφει, ως «επιδερμική» σε δύο βασικά και αδιαχώριστα ζητήματα :
@ την αλληλεγγύη για τη υποδοχή – το κείμενο προτιμά επίσης να αναφέρει «μια πραγματική κοινή ευθύνη» – και
@ τις διατάξεις του κανονισμού του Δουβλίνου, που θεωρούνται αφόρητοι από τις χώρες του Νότου, της Ιταλίας, της Ελλάδας, της Κύπρου ή της Μάλτας, που απαιτούν ένα επιμερισμό των βαρών.
Εάν η Επιτροπή αναφέρει την ανάγκη για μια «συντονισμένη, εναρμονισμένη, στρατηγική» πολιτική, οι χώρες της Ομάδας του Visegrad – Ουγγαρίας, Πολωνίας, Τσεχικής Δημοκρατίας, Σλοβακίας – εμμένουν στην στείρα άρνησή τους να υποδεχθούν κάθε αλλοδαπό από τρίτη χώρα . Η Αυστρία, η Ολλανδία και η Δανία , αυτές, έχουν αναπτύξει περιοριστικές πολιτικές. Και μια περιορισμένη ομάδα (της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας, της Σουηδίας, του Λουξεμβούργου) είναι έτοιμη να ξεκινήσει μια συζήτηση, γνωρίζοντας ότι αυτές οι χώρες έχουν υποδεχθεί περίπου το 90% των «επανεγκαταστάσεων» από το 2015. Δηλαδή περίπου 100.000 άτομα, ενώ τα Ηνωμένα Έθνη τοποθετούν τις ανάγκες υποδοχής σε 1,44 εκατομμύρια θέσεις μόνο για το 2020…
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή αναζητά έναν συμβιβασμό τον οποίο θα μπορούσε να προωθήσει η γερμανική Προεδρία, με διαφορετικά πιθανά σενάρια (μια χαμηλή, μια έντονη ή μια πολύ έντονη μεταναστευτική πίεση), η οποία θα συνεπαγόταν μια δέσμευση με μεταβλητή γεωμετρία από τα διάφορα κράτη μέλη. Πρέπει ακόμη να βρει την «κρίσιμη μάζα» χωρών που, πέρα από τη Γαλλία και τη Γερμανία, θα δεχόταν μετεγκαταστάσεις μεταναστών-προσφύγων, ενώ οι άλλες θα υποχρεόνονταν να τις βοηθήσουν οικονομικά – και μαζικά.
«Θα μπορούσαμε να χορηγήσουμε εξαιρέσεις σε ορισμένες χώρες αλλά να τους αναγκάσουμε ταυτόχρονα να «περάσουν από το ταμείο». Δηλαδή να πληρώσουν ακριβά για αυτήν την εξέραιση. Ωστόσο, απομένει να βρούμε τις χώρες που δέχονται να υποδεχθούν αλλοδαπούς και, στο τρέχον πλαίσιο, απαίχουμε πραγματικά από αυτό το σημείο», κρίνει ένας εμπειρογνώμονας. Διακυβεύεται μόνο μία βεβαιότητα: το Βερολίνο δεν θα παίξει με μια συζήτηση, που θα αποκαλύψει για άλλη μια φορά, διαφωνίες χασμουρητών εντός της ΕΕ.
Παρά ταύτα, ας κρατήσουμε μικρό καλάθι, γιατί οι πρόσφυγες-μετανάστες πέφτουν λίγο μακριά από τις δυνητικές χώρες μετεγκατάστασής τους.