Ενώ η Τουρκία χειρίζεται τις επενδύσεις και τη βοήθεια ως δαμόκλειο σπάθη πάνω από τα κεφάλια φτωχότερων και λιγότερο ισχυρών χωρών, όταν πρόκειται για το σκανδιναβικό δίδυμο, η αίτηση τους για το ΝΑΤΟ που κατατέθηκε τον Μάιο κρέμεται από μια κλωστή. [EPA-EFE/STEPHANIE LECOCQ]
Η κίνηση της Τουρκίας να πιέσει τη Σουηδία και τη Φινλανδία να εκδώσουν υποτιθέμενους ως «τρομοκράτες» που φιλοξενούν, είναι μια μέθοδος που η Άγκυρα χρησιμοποιούσε επί σειρά ετών εναντίον χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, συμπεριλαμβανομένων των υποψήφιων προς ένταξη χωρών στην ΕΕ, υπό το αδρανές βλέμμα των Βρυξελλών.
Ενώ η Τουρκία χειρίζεται τις επενδύσεις και τη βοήθεια ως δαμόκλειο σπάθη πάνω από τα κεφάλια φτωχότερων και λιγότερο ισχυρών χωρών, όταν πρόκειται για το σκανδιναβικό δίδυμο, η αίτηση τους για το ΝΑΤΟ που κατατέθηκε τον Μάιο κρέμεται από μια κλωστή.
Μεταξύ των απαιτήσεων της Τουρκίας είναι η έκδοση όσων υποστηρίζουν τον αυτοεξόριστο κληρικό Φετουλάχ Γκιουλέν, του οποίου τους οπαδούς θεωρεί «τρομοκράτες». Μόνο το Πακιστάν, το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου και η κατεχόμενη βόρεια Κύπρος, την οποία ελέγχει η Τουρκία, συμμερίζονται αυτή την άποψη.
Συχνά αναφέρονται ως γκιουλενιστές, ή “FETÖ” από τον Ερντογάν, και έχουν υποστεί ανελέητη καταστολή στην Τουρκία και όχι μόνο.
Μετά από το αποτυχημένο πραξικόπημα το 2016, ο Ερντογάν φυλάκισε και κήρυξε καταζητούμενους χιλιάδες γκιουλενιστές. Χιλιάδες άλλοι εγκατέλειψαν τη χώρα για τη Δύση, ενώ πολλοί περισσότεροι εργάστηκαν σε δίκτυα σχολείων και πανεπιστημίων που συνδέονται με τον Γκιουλέν σε όλο τον κόσμο.
Εν τω μεταξύ, ο Ερντογάν άρχισε να διοχετεύει χρήματα διασυνοριακά σε χώρες όπως η Αλβανία, το Κοσσυφοπέδιο και τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη.
Για την Αλβανία, η Τουρκία είναι ένας από τους σημαντικότερους επενδυτές σε υποδομές και επιχειρήσεις, αλλά οι επενδύσεις δισεκατομμυρίων ήρθαν με όρους.
«Προϋπόθεση για την υποστήριξη και την αδελφοσύνη μας», δήλωσε ο Ερντογάν στο αλβανικό κοινοβούλιο τον Ιανουάριο του 2022, «είναι η δέσμευσή σας στον αγώνα κατά της FETÖ».
Το 2020, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, χρησιμοποίησε παρόμοια ρητορική κατά την υπογραφή συμφωνιών οικονομικής συνεργασίας.
Η αλβανική κυβέρνηση φαινομενικά υπάκουσε.
Λίγους μήνες αργότερα, ένα δίκτυο σχολείων που ανήκει σε μια ολλανδική εταιρεία, αλλά φέρεται να συνδέεται με τον Γκιουλέν, δέχθηκε έφοδο από την αστυνομία, ενώ παιδιά βρίσκονταν στους χώρους, χωρίς όμως δικαστική εντολή.
Το 2019, ο Τούρκος πολίτης Χαρούν Τσελίκ εισήλθε στην Αλβανία με πλαστό διαβατήριο και προσπάθησε να ζητήσει άσυλο, αλλά απελάθηκε χωρίς να έχει τη δυνατότητα να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης, σε μια κίνηση που ο Αλβανός διαμεσολαβητής χαρακτήρισε ως παραβίαση της εθνικής νομοθεσίας και των διεθνών συμβάσεων.
Η ΕΕ και διάφοροι ευρωβουλευτές καταδίκασαν την κίνηση αυτή και κάλεσαν την κυβέρνηση να διασφαλίσει τη συμμόρφωση της με τη Σύμβαση της Γενεύης για τους πρόσφυγες.
Παρόμοια ιστορία αναφέρθηκε και στο Κοσσυφοπέδιο. Η εθνική υπηρεσία πληροφοριών ακύρωσε μονομερώς τις άδειες παραμονής τουλάχιστον έξι Τούρκων πολιτών, οι οποίοι στη συνέχεια κρατήθηκαν αυθαίρετα και απελάθηκαν.
Στη συνέχεια, μια κοινοβουλευτική έρευνα έκρινε ότι οι πράξεις αυτές συνιστούν αυθαίρετη κράτηση, βίαιη εξαφάνιση και παράνομη μεταφορά στην Τουρκία καθιστώντας τες άμεση παραβίαση των νόμων του Κοσσυφοπεδίου, της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα.
Τον Ιούλιο του 2020, οι εισηγητές των Ηνωμένων Εθνών διαπίστωσαν ότι η τουρκική κυβέρνηση είχε υπογράψει μια σειρά από «μυστικές συμφωνίες» με διάφορα κράτη για να επιτρέψει τις συστηματικές «εξωχώριες απαγωγές και τη βίαιη επιστροφή Τούρκων υπηκόων».
Τότε, ανέφεραν ότι περισσότεροι από 100 άνθρωποι είχαν υποστεί «αυθαίρετες συλλήψεις και κρατήσεις, εξαναγκαστικές εξαφανίσεις και βασανιστήρια» λόγω της συνεργασίας της τουρκικής κυβέρνησης με χώρες όπως η Αλβανία, το Κοσσυφοπέδιο, το Αζερμπαϊτζάν, το Καζακστάν, ο Λίβανος, το Πακιστάν, η Γκαμπόν, το Αφγανιστάν και η Καμπότζη.
Η Άγκυρα δοκίμασε επίσης την τύχη της με την Αθήνα, αφού οκτώ Τούρκοι αξιωματικοί αυτομόλησαν με ελικόπτερο λίγες ώρες μετά το πραξικόπημα του 2016. Η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε να υποχωρήσει παρά τις πολυετείς πιέσεις και, αντίθετα, υποδέχτηκε περισσότερους από 17.000 ανθρώπους που διέφυγαν από την Τουρκία, χωρίς να καταγραφούν επίσημα επιτρέποντας τους να φύγουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, σύμφωνα με ανώνυμη πηγή της ελληνικής αστυνομίας.
Παρόμοιες απόπειρες απέλασης έγιναν στο Μαυροβούνιο και τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη αλλά σταμάτησαν από τα δικαστήρια, ενώ η Βόρεια Μακεδονία δήλωσε ότι της ζητήθηκε να παραδώσει περίπου 86 φερόμενους ως γκιουλενιστές.
Την ίδια στιγμή, η Τουρκία συνέχισε να επενδύει στις χώρες από τις οποίες ζήτησε να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις της και υποστήριξε δυναμικά τις ελπίδες τους για την ΕΕ.
Έτσι φτάνουμε γρήγορα στο 2022, όπου η Τουρκία ασκεί πίεση στις ισχυρότερες και πλουσιότερες Σουηδία και Φινλανδία, χρησιμοποιώντας την αίτησή τους για ένταξη στο ΝΑΤΟ ως διαπραγματευτικό χαρτί, ενώ ο πόλεμος σιγοβράζει στα σύνορά τους.
Τουρκικές πηγές δήλωσαν στη EURACTIV ότι το ζήτημα μπορεί να έχει να κάνει και με τους γκιουλενιστές.
Η Σουηδία, ειδικότερα, έχει υποδεχτεί πολλά τέτοια άτομα και φιλοξενεί επίσης την πύλη Nordic Monitor που δημοσιεύει αρκετά άρθρα για το μακρύ χέρι των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών. Μια έρευνα συγκεκριμένα αποκάλυψε έγγραφα που δείχνουν ότι οι τουρκικές πρεσβείες σε άλλες χώρες χρησιμοποιούνταν για την κατασκοπεία επικριτών του Ερντογάν.
Η EURACTIV επικοινώνησε με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να ρωτήσει αν η ανάληψη δράσης κατά της συμπεριφοράς της Τουρκίας στα Δυτικά Βαλκάνια θα μπορούσε να αποτρέψει μια επανάληψη που επηρεάζει τόσο τα κράτη μέλη της ΕΕ όσο και το ΝΑΤΟ.
Απάντησαν ότι εναπόκειται στις επιμέρους χώρες να «διασφαλίσουν ότι οι πολίτες τους δεν υφίστανται κακομεταχείριση με τον τρόπο που περιγράφετε ή ότι το έδαφός τους δεν χρησιμοποιείται για τέτοιες ενέργειες».
Η Επιτροπή δήλωσε ότι «παρακολουθεί και αξιολογεί» τη συμπεριφορά της Τουρκίας και ότι αναμένει από την Άγκυρα να συμπεριφερθεί εποικοδομητικά και να απέχει από κλιμακούμενα βήματα.
Ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, βουλευτής και καθηγητής διεθνών σχέσεων Ιωάννης Βαληνάκης δήλωσε στη EURACTIV ότι ο «τουρκικός εκβιασμός» και οι προσπάθειες εκβιασμού παραχωρήσεων δεν αποτελούν έκπληξη.
«Εμείς στην Ελλάδα δεν εκπλησσόμαστε βλέποντας τους τουρκικούς εκβιασμούς. Ζώντας δίπλα-δίπλα ως γείτονες με την Τουρκία έχουμε βιώσει το bullying με το οποίο επιδιώκει εκβιαστικά να αποσπά συνεχώς κάθε είδους παραχωρήσεις —μέχρι και αλλαγή συνόρων. Κατά βάθος όλοι στην ΕΕ έχουμε επίγνωση του αυξανόμενου ελλείμματός της με όρους κράτους δικαίου, ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κακής γειτονίας. Ξέρουμε επίσης όλοι ότι κάθε αντιφρονών χαρακτηρίζεται στην Άγκυρα τρομοκράτης και κάθε Κούρδος «πρέπει να εξαφανιστεί». Τους αρχικά συνοδοιπόρους του Γκιουλενιστές ο Ερντογάν καταδιώκει τα τελευταία χρόνια αλύπητα και με όρους «κρατικής Μαφίας» στα Δυτικά Βαλκάνια, και όχι μόνο, προκειμένου να διασφαλίσει παντού τον πλήρη έλεγχο» είπε.
Συνεχίζοντας ο Ιωάννης Βαληνάκης σημειώνει ότι «βλέπουμε παράλληλα χώρες και πολιτικές δυνάμεις της νοτιοανατολικής Ευρώπης που «κόπτονται» για ένταξη στην ΕΕ να υποκύπτουν στην πράξη σε τουρκικούς εκβιασμούς που συνοδεύονται από οικονομική βοήθεια και έντεχνη διείσδυση ενός αντιευρωπαικού και αντιδυτικού Ισλάμ που υπόσχεται ένα άλλο μοντέλο κοινωνίας, πολύ διαφορετικό από τις ευρωπαϊκές αξίες. Μπορεί τα Δυτικά Βαλκάνια να είναι πιο ευάλωτα, αλλά και μεγαλύτερες χώρες της Ευρώπης αρχίζουν να αντιλαμβάνονται τους κινδύνους από την επιδίωξη του Ερντογάν να ποδηγετήσει και στρατεύσει τους Μουσουλμάνους της Ευρώπης στους δικούς του πολιτικούς στόχους εναντίον της Δύσης.»
«Για την ΕΕ τα Δυτικά Βαλκάνια, είναι ζώνη πολιτικής προτεραιότητας» επισημαίνει ο πρώην Υφυπουργός Εξωτερικών προσθέτοντας ότι «ασφαλώς όμως απαιτείται και η ενεργή ανταπόκριση των υποψήφιων αυτών κρατών για να ενταχθεί πλήρως η περιοχή.»
«Η ενταξιακή πορεία εξαρτάται από σειρά μεταρρυθμίσεων αλλά και από ειλικρινείς δεσμεύσεις στο ευρωπαϊκό μοντέλο κοινωνίας, στη μη αμφισβήτηση διεθνώς αναγνωρισμένων συνόρων και στη μη άσκηση βίας — στόχοι που ακόμη δεν έχουν επιτευχθεί» σημειώνει.
«Παράλληλα, οι περισσότεροι στην ΕΕ, στο όνομα της δήθεν στρατηγικής σημασίας της Τουρκίας, εδώ και χρόνια καταπίνουν αδιάφορα κάθε απαράδεκτη συμπεριφορά του καθεστώτος Ερντογάν οδηγώντας τον έτσι σε αποθράσυνση. Μετά την εισβολή της αναθεωρητικής Ρωσίας στην Ουκρανία και τώρα που η ωμά εκβιαστική τακτική του Ερντογάν θίγει άμεσα τους Ανατολικοευρωπαίους και Σκανδιναβούς φίλους της Τουρκίας, ίσως οι ίδιοι και η ΕΕ επιτέλους αναγνωρίσουν πόσα κοινά έχουν ο Ερντογάν με τον Πούτιν και την κοινή ανάγκη να υπερασπιζόμαστε τα εξωτερικά ευρωπαϊκά σύνορα από οποιαδήποτε αναθεωρητική και βίαιη απειλή και από όποιον γείτονα κι αν προέρχεται» καταλήγει ο καθηγητής Ιωάννης Βαληνάκης.
Όμως, στο πλαίσιο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, το θέμα γίνεται ακόμη πιο σοβαρό, καθώς «οι ωμές τακτικές εκβιασμού του Ερντογάν επηρεάζουν άμεσα τους φίλους της Τουρκίας στην Ανατολική Ευρώπη και τη Σκανδιναβία, ίσως [τώρα] αυτοί και η ΕΕ να αναγνωρίσουν επιτέλους πόσα κοινά έχουν ο Ερντογάν και ο Πούτιν», πρόσθεσε.
Το τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών δεν απάντησε στις ερωτήσεις που απέστειλε η EURACTIV.
Εν τω μεταξύ, η Επιτροπή έχει διαθέσει περισσότερα από 700 εκατ. ευρώ στα Δυτικά Βαλκάνια για τη βελτίωση του κράτους δικαίου στα υποψήφια και δυνητικά υποψήφια κράτη και δεσμεύτηκε να διαθέσει ένα αντίστοιχο ποσό για τα επόμενα επτά χρόνια.
Πρόσφατη έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου, ωστόσο, διαπίστωσε ότι αυτό ήταν «αναποτελεσματικό» και «όχι επιτυχές» σε αυτές τις χώρες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που έχουν εμπλακεί στην απέλαση Τούρκων πολιτών χωρίς να ακολουθηθεί η νόμιμη και δικαστική διαδικασία.