Η βαριά σκιά του Ανδρέα

- Advertisement -

του Γιώργου Σωτηρέλη  – 14.11.17

Τα τελευταία χρόνια έχει καλλιεργηθεί, είτε επιτηδευμένα είτε λόγω εσφαλμένων προσλαμβανουσών παραστάσεων, μια διπλή παρανόηση ως προς τον Ανδρέα Παπανδρέου. Από την μια παρουσιάζεται απλώς σαν μια συνέχεια σε μια διαχρονική «δημοκρατική» ή «προοδευτική» παράταξη, αθροιζόμενος χωρίς ουσιαστικές διαφοροποιήσεις σε μια χορεία «κεντρώων» ηγετών (Τρικούπης, Βενιζέλος, Γεώργιος Παπανδρέου) και από την άλλη επιχειρείται να εμφανισθεί σαν ένας πρώιμος και ακαθόριστα «προοδευτικός» πολιτικός προάγγελος του σημερινού πρωθυπουργού.

Αμφότερες οι προσεγγίσεις, όμως, κατά την άποψή μου, πόρρω απέχουν από την πραγματικότητα. Θα προσπαθήσω να εκθέσω συνοπτικά –και κατ’ ανάγκην σχηματικά και ελλειπτικά– τους λόγους:

Α. Αναμφισβήτητα οι τρεις προαναφερθέντες ηγέτες διαδραμάτισαν κατά βάση προοδευτικό ρόλο, για τα δεδομένα της εποχής τους. Ωστόσο αυτό έχει επισκιάσει –προϊόντος και του χρόνου, που ευνοεί τις μυθοποιήσεις– ορισμένα ιδιαίτερα πολιτικά χαρακτηριστικά τους, τα οποία, πέρα από το ότι είναι κρίσιμα για μια συνολική αποτίμηση του πολιτικού ρόλου τους συνιστούν και την ειδοποιό διαφορά τους από τον Ανδρέα Παπανδρέου:

Εν πρώτοις και οι τρεις, παρά τις αποχρώσεις, πρέσβευαν έναν μονομερή κοινωνικά εκσυγχρονισμό, που εξέφραζε εν πολλοίς τα εγγενώς ατροφικά, συνήθως μεταπρατικά και συχνά παρασιτικά αστικά στρώματα ενός στρεβλά αναπτυσσόμενου κοινωνικού σχηματισμού. Ως εκ τούτου, και δεν έτειναν ευήκοον ούς στις αγωνίες και τα βάσανα των ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων, τα οποία όχι μόνον αντιμετωπίζονταν αφ’υψηλού αλλά και θεωρούνταν περίπου «αναλώσιμα» προκειμένου να επιτευχθούν κάποιοι μεγαλεπήβολοι «εθνικοί» στόχοι.

Κατά δεύτερον, ήταν προσδεδεμένοι άπαντες –με όρους έστω εθνικής αξιοπρέπειας– στο άρμα της Αγγλίας, κάτι που είχε τα οφέλη αλλά και τα κόστη του, με σημαντικότερο το ότι δεν είχαν πολλά περιθώρια για μια πιο ανοιχτή και πολυδιάστατη –δηλαδή πραγματικά ανεξάρτητη– εξωτερική πολιτική.

Αντίθετα, ο Ανδρέας Παπανδρέου σηματοδότησε μια μεγάλη και καθοριστικής σημασίας αλλαγή παραδείγματος στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα, προσδίδοντας διαφορετικό νόημα και περιεχόμενο αλλά και μια εντελώς νέα προοπτική στην έννοια της «δημοκρατικής» ή «προοδευτικής» παράταξης, τόσο σε σχέση με τα «εκσυγχρονιστικά» χαρακτηριστικά των περιόδων του Τρικούπη και του Βενιζέλου όσο και σε σχέση με τα «αντιδεξιά» χαρακτηριστικά της περιόδου του Γεωργίου Παπανδρέου.

Βαθιά τομή στο πολιτικό σύστημα

Είναι γεγονός βέβαια ότι ούτε ο ίδιος προήλθε από πολιτική παρθενογένεση. Αρχικά πάτησε πάνω στη δυναμική και στη συνέχεια αξιοποίησε σε μεγάλο βαθμό τις πλέον προοδευτικές παραδόσεις του προδικτατορικού κέντρου, ενώ, παράλληλα, ποτέ δεν αρνήθηκε και κάποιες αναγωγές στην θετική συνεισφορά του Βενιζέλου –εμμέσως δε και του Τρικούπη– στην όλη πορεία του σύγχρονου ελληνισμού.

Ωστόσο ο Ανδρέας Παπανδρέου, με την ίδρυση του ΠΑΣΟΚ –δηλαδή με την άρνηση να αναλάβει κληρονομικώ δικαίω την Ένωση Κέντρου– κατέστησε ευθύς εξ αρχής σαφές ότι δεν παίρνει απλώς την σκυτάλη από τους προαναφερθέντες ηγέτες αλλά ότι επιχειρεί μια βαθιά τομή μέσα στην συνέχεια της εν γένει δημοκρατικής και προοδευτικής παράδοσης, χρωματίζοντάς την με νέες ιδεολογικοπολιτικές πινελιές, που την απομάκρυναν εμφανώς από τις «αστικοφιλελεύθερες» καταβολές της.

Με άλλα λόγια, ο Ανδρέας Παπανδρέου αποφάσισε να ιδρύσει, μέσω μιας κινηματικής διαδικασίας –που συνιστά εν μέρει και «εκκίνηση ασυνέχειας»– έναν εντελώς νέο πολιτικό χώρο. Για τον λόγο αυτόν απευθύνθηκε μεν και στα τέσσερα υπαρκτά τότε προοδευτικά ρεύματα της ελληνικής κοινωνίας (το βενιζελογενές, το εαμογενές, του 1-1-4 και της γενιάς του Πολυτεχνείου) πλην όμως όχι για να τα συνενώσει τεχνητά, αλλά για να τα συνθέσει σε μια νέα πολιτική ποιότητα, η οποία τοποθετούνταν σαφώς στην ευρεία Αριστερά, ενώ παράλληλα είχε και έντονα πατριωτικά χαρακτηριστικά, σαν αντίβαρο στην υποτέλεια και την εξάρτηση της χώρας μας.

Συνονθύλευμα ιδεών

Είναι αλήθεια βέβαια ότι η εν γένει ιδεολογικοπολιτική φυσιογνωμία του ΠΑΣΟΚ πέρασε από αρκετές διακυμάνσεις, που έδωσαν λαβή σε μια έντονη και συχνά δικαιολογημένη κριτική. Εν πρώτοις, στο ΠΑΣΟΚ της πρώτης περιόδου συνέρρευσαν πολλές και ετερόκλητες εκδοχές της Αριστεράς, από αναρχίζοντες, τροτσκιστές και σταλινικούς μέχρι ριζοσπάστες σοσιαλιστές, σοσιαλδημοκράτες και κεντροαριστερούς.

Αυτό είχε ως συνέπεια να αναδειχθούν, ευθύς εξ αρχής, ορισμένες εγγενείς ιδεολογικές αντιφάσεις αλλά και να επικρατήσουν συχνά αριστερίστικες και λαϊκιστικές λογικές, ιδίως στο μέτρο που παραγνωρίζονταν ή υποτιμούνταν οι επικρατούντες εκείνη την εποχή διεθνείς και ευρωπαϊκοί συσχετισμοί και ετίθεντο στόχοι που υπερακόντιζαν εμφανώς τις πραγματικές πολιτικές δυνατότητες του προοδευτικού χώρου, τόσο στο επίπεδο της εσωτερικής όσο και στο επίπεδο της εξωτερικής πολιτικής.

Οι καταβολές και η μετάλλαξη του Ανδρέα

Αλλά και ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε μια ιδιότυπη ιδεολογική ταυτότητα. Παλαιός τροτσκιστής, από τα μαθητικά του χρόνια, και αφού πέρασε στις ΗΠΑ μια μεγάλη περίοδο πολιτικής αγρανάπαυσης –αλλά και υψηλού επιπέδου επιστημονικής συγκρότησης– ριζοσπαστικοποιείται ραγδαία μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα και ιδίως κατά τη διάρκεια της χούντας.

Με δεδομένο, δε, αφ’ ενός μεν ότι δεν είχε ιδιαίτερη ευρωπαϊκή πολιτική διαπαιδαγώγηση αφ’ ετέρου δε ότι βίωσε πολύ τραυματικά την σχεδόν αποικιοκρατική στάση των αμερικανών αλλά και την σχεδόν υποτακτική στάση, απέναντί τους, των πολιτικών και οικονομικών ιθυνόντων (πολλοί από τους οποίους ήταν πρώην μαυραγορίτες και συνεργάτες των γερμανών…) ήταν εύλογο να στραφεί σε ρηξικέλευθα τότε ιδεολογικά ρεύματα της αμερικανικής μαρξιστικής παράδοσης, ιδίως όπως αυτά εκφράζονταν στο περιοδικό “Monthly Review”, και να εντρυφήσει σε ιδεολογικοπολιτικές προσεγγίσεις (ιδίως των Μπαράν, Σουήζυ, Αμίν, Μπετελέμ), που αναδείκνυαν με έμφαση το πρόβλημα της εξάρτησης, με επίκεντρο την θεωρία μητρόπολης – περιφέρειας.

Οι θεωρητικές αυτές αναζητήσεις είχαν μεν αξία σαν γενικό ερμηνευτικό εργαλείο (ιδίως των Αμίν, Μπετελέμ, που είχαν μια πιο ευρωπαϊκή ματιά) πλην όμως δεν βοηθούσαν ιδιαίτερα ούτε για μια ευρωκεντρική προσέγγιση –που θα του επέτρεπε να διαβλέψει ενωρίτερα την ιδιαίτερη πολιτική δυναμική και την ευρύτερη προοπτική της τότε ΕΟΚ– αλλά ούτε και για την κατανόηση της εξαιρετικά σύνθετης ελληνικής πραγματικότητας, που αποτελούσε πάντως, σε κάθε περίπτωση, μια sui generis εκδοχή της ευρωπαϊκής πραγματικότητας. Επιπλέον, δε, η θεωρία αυτή δημιουργούσε εσφαλμένες εντυπώσεις για τον ρόλο και την σημασία της ευρωπαϊκής Αριστεράς, είτε στην σοσιαλδημοκρατική είτε στην ευρωκομμουνιστική της εκδοχή.

Το ΠΑΣΟΚ σε μια περίοδο ανατροπών

Όλα αυτά οδήγησαν, ασφαλώς, σε αρκετές εσφαλμένες εκτιμήσεις τόσο για την μετάβαση από την δικτατορία στη δημοκρατία («αλλαγή φρουράς»…) όσο και ως προς τον ρόλο, τη φυσιογνωμία και την στρατηγική του προοδευτικού χώρου. Ωστόσο, πλανάται όποιος νομίζει ότι μπορεί να κατανοήσει τον Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά και το ΠΑΣΟΚ εκείνης της εποχής, ερήμην των ιδιαίτερων συνθηκών που επικρατούσαν τότε.

Τόσο η Αμερική (με τις αντιπολεμικές διαδηλώσεις κατά του πολέμου του Βιετναμ αλλά και τις εξελίξεις στην Κούβα και την Χιλή) όσο και η Ευρώπη, με τον Μάη του 68, είχαν βιώσει, ελάχιστα χρόνια πριν, μια έκρηξη αμφισβήτησης και πολιτικού ριζοσπαστισμού, με έντονα αντικαπιταλιστικά και αντιαμερικανικά χαρακτηριστικά.

Ο απόηχος όλων αυτών των ιδεολογικοπολιτικών ανατροπών, σε συνδυασμό και με τον αντίκτυπο της Άνοιξης της Πράγας, ήταν ακόμη εμφανής σε πολλές χώρες (Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία), μεταξύ των οποίων, ευλόγως, και στην Ελλάδα, όχι μόνον γιατί είχε μόλις αποτινάξει μια δικτατορία αλλά και διότι όλες οι ευρωπαϊκές εξελίξεις φθάνουν στη χώρα μας με κάποια καθυστέρηση.

Ως εκ τούτου, αν θέλει κανείς να κατανοήσει αυτό που συνέβαινε στην χώρα μας, χωρίς τους παραμορφωτικούς φακούς των σημερινών προσλαμβανουσών παραστάσεων, πρέπει να έχει διαρκώς κατά νουν ποιο ήταν το πολιτικό κλίμα της εποχής, σε συνάρτηση βέβαια και με το γενικότερο πλαίσιο που έθετε ο μεταπολεμικός διπολισμός, με όλα του τα πολιτικά συμπαρομαρτούντα και ιδεολογικά συμφραζόμενα.

Σάρκα και οστά σε μια άλλη Αριστερά

Μέσα σε αυτό το κλίμα, και παρά τις έντονες αντιφάσεις και τις ετερόκλητες πολιτικές και ιδεολογικές αναφορές της νεότευκτης τότε σοσιαλιστικής Αριστεράς, ο Ανδρέας Παπανδρέου απέδειξε ότι διέθετε πολιτική οξύνοια, ιδεολογική διορατικότητα, αναλυτική ικανότητα αλλά και στρατηγικό νου. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την ρητορική του δεινότητα, την ρεαλιστική προσαρμοστικότητα και το σπάνιο προσόν να συναιρεί και να συνθέτει, διαθέτοντας ταυτόχρονα και την αναγκαία πυγμή, τον βοήθησαν να οδηγήσει με στιβαρό χέρι το ΠΑΣΟΚ στην πολιτική ενηλικίωση και στην εξουσία.

Στην πορεία αυτή, βέβαια, αποσαφηνίσθηκε σταδιακά η πορεία αφ’ ενός μεν του μεταρρυθμιστικού του οράματος και των οργανωτικών του επιλογών (ιδίως με την 2ηκαι την 5η Σύνοδο της Κεντρικής Επιτροπής, αντίστοιχα) αφ’ ετέρου δε ο ευρωπαϊκός αναπροσανατολισμός της πολιτικής του (ιδίως με το Ελληνικό Μνημόνιο του 1982, τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα και τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης).

Η άνοδος δε του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία –αλλά και η παραμονή του σε αυτήν– επετεύχθη όχι γιατί «λεηλάτησε», τάχα, τα συνθήματα της Αριστεράς αλλά διότι τόλμησε να δώσει σάρκα και οστά σε μια άλλη Αριστερά, ανοιχτή στα νέα ρεύματα, συνθετική, αντιδογματική, προσαρμοστική και ρηξικέλευθη.

Η προσχώρηση στη σοσιαλδημοκρατική οικογένεια

Η Αριστερά αυτή ήταν εν πρώτοις σοσιαλιστική, με έντονο το στοιχείο της δημοκρατικής συμμετοχής και της κοινωνικής απελευθέρωσης, αλλά και εκλεκτικιστική, διότι αφ’ ενός πήρε σαφείς αποστάσεις από το σοβιετικό μοντέλο –χωρίς πάντως να το δαιμονοποιεί, διότι ο Ανδρέας Παπανδρέου γνώριζε καλά και ήθελε να αξιοποιεί τις αντιφάσεις της ψυχροπολεμικής περιόδου– αφ’ ετέρου δε αντιμετώπισε με κριτική διάθεση (συχνά όμως και με υπέρμετρη επιφυλακτικότητα…), την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία.

Στο πλαίσιο αυτό, ανέπτυξε αρχικά επιλεκτικές σχέσεις με επί μέρους ριζοσπαστικά σοσιαλιστικά κόμματα και κινήματα, πριν προσχωρήσει, εν τέλει -μετά από μια νηφάλια αποτίμηση της έως τότε πορείας του αλλά και των προϊουσών ευρύτερων πολιτικών ανακατατάξεων- στην σοσιαλιστική διεθνή και στην ευρωπαϊκή σοσιαλιστική και σοσιαλδημοκρατική οικογένεια.

Παράλληλα, όμως, η Αριστερά αυτή ήταν και πατριωτική, με έντονο το πρόταγμα της εθνικής ανεξαρτησίας, το οποίο αξιοποίησε πλήρως ο Ανδρέας Παπανδρέου, αναλαμβάνοντας (ή συμμετέχοντας σε) πρωτοβουλίες που υπερέβαιναν τον ψυχροπολεμικό διπολισμό και αναπτύσσοντας σχέσεις με όλα τα προοδευτικά κόμματα και κινήματα της εποχής (έστω και, ενίοτε, με κάποια στοιχεία υπερβολής).

Εν πάση περιπτώσει, είναι νομίζω ο μόνος ηγέτης, στην ελληνική πολιτική ιστορία, που κατάφερε να υπερβεί αποφασιστικά το έως τότε κεκτημένο της εθνικής αξιοπρέπειας, που διέκρινε εν πολλοίς όχι μόνον τους τρεις προαναφερθέντες –αγγλόφιλους κατά βάσιν– ηγέτες αλλά και τον μεταπολιτευτικό Κωνσταντίνο Καραμανλή του «ανήκομεν ει την δύσιν». Πράγματι, ο Ανδρέας Παπανδρέου όχι μόνο χάρισε στη χώρα μας, αφ’ ότου ανέλαβε την κυβέρνηση, το 1981, μοναδικές και άκρως συγκινητικές στιγμές εθνικής ανάτασης και υπερηφάνειας αλλά και μπόρεσε να «κοιτάξει στα μάτια» ηγέτες πανίσχυρων χωρών και διεθνών κέντρων ισχύος, μη διστάζοντας, ενίοτε, να αναμετρηθεί ευθέως μαζί τους.

Οι ιδεολογικές συγγένειες και οι αδυναμίες

Αν, λοιπόν, θέλουμε να αναζητήσουμε τις πραγματικές ιδεολογικές συγγένειες του Ανδρέα Παπανδρέου στην ελληνική πολιτική παράδοση θα ξεκινούσαμε, τιμής ένεκεν, από τους πρωτοπόρους Ρόκκο Χοϊδά και Αριστείδη Οικονόμου, θα συνεχίζαμε με τον Στρατή Σωμερίτη και θα φθάναμε, ιδίως, στους Αλέξανδρο Σβώλο, Αλέξανδρο Παπαναστασίου, Νικόλαο Πλαστήρα, και Γεώργιο Καρτάλη.

Β. Με βάση τα παραπάνω, ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν ένας προοδευτικός πολιτικός μεγάλου διαμετρήματος και διεθνούς εμβέλειας. Τα σπάνια προσόντα του (πανεπιστημιακός διεθνώς αναγνωρισμένος και με εγνωσμένες οργανωτικές ικανότητες, διανοούμενος της σοσιαλιστικής Αριστεράς με ευρύτατη θεωρητική κατάρτιση και με αποδεδειγμένες κοινωνικές και εθνικές ευαισθησίες, πολιτικός άνδρας με σπάνια επίγνωση της διαλεκτικής σχέσης τακτικών και στρατηγικών στόχων) και εμπνευστής ρηξικέλευθων και πολλαπλώς απελευθερωτικών δημοκρατικών και κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, που άλλαξαν την εικόνα της χώρας), υπερκαλύπτουν κατά πολύ τις αδυναμίες του, οι οποίες εντοπίζονται κυρίως:

α) σε περιοδικές εξάρσεις έντονου λαϊκισμού (που αδικούσαν την γνήσια και εγγενή λαϊκότητα που κατά βάση τον χαρακτήριζε, και που συνήθως υποτιμάται…),

β) σε σοβαρά ελλείμματα πολιτικής διαχείρισης της καθημερινότητας (δεν παρακολουθούσε επαρκώς την εφαρμογή των πολιτικών σχεδιασμών του, με αποτέλεσμα να υστερεί ως κυβερνήτης της πράξης),

γ) στην συχνή απουσία νηφαλιότητας ως προς την επιλογή των συνεργατών του αλλά και των υποστηρικτών του στα ΜΜΕ (π.χ. Κοσκωτάς, Κουρής) ιδίως λόγω μιας εμφανούς ανασφάλειας, κατανοητής μεν, εν μέρει, λόγω των συνθηκών που βίωσε –τόσο προ όσο και κατά την διάρκεια της δικτατορίας– αλλά σε κάθε περίπτωση υπερβολικής

δ) στο ότι άφησε ατυχείς επιλογές της προσωπικής του ζωής να καταστρέψουν μέρος της υστεροφημίας του (παρότι παραμένει, μακράν, ο δημοφιλέστερος πολιτικός της μεταπολιτευτικης Ελλάδας, παρά την συνεχή, συστηματική και εν πολλοίς παραπλανητική προσπάθεια αγιογράφησης των αντιπάλων του Κ. Καραμανλή και Κ. Μητσοτάκη…).

Το ΠΑΣΟΚ, πρώτη φορά Αριστερά

Όσο δε για το κόμμα που ίδρυσε, το ΠΑΣΟΚ, υπήρξε αναμφισβήτητα η «πρώτη φορά Αριστερά» στην ελληνική πραγματικότητα. Πέρα από το ότι συσπείρωσε στις τάξεις του μεγάλο μέρος –αλλά και εμβληματικούς ηγέτες– της Αριστεράς της Αντίστασης, του Ανένδοτου και του Πολυτεχνείου, ανέπτυξε εξ αρχής ισχυρούς δεσμούς με την κοινωνία, οργανώνοντας την μακρόχρονη πολιτική ηγεμονία του πρώτον μέσα από ένα μαζικότατο, ανοιχτό και ζωντανό κόμμα (το οποίο ήταν μεν –ευλόγως σε κάποιον βαθμό– αρχηγικό σε έναν πολύ σκληρό πυρήνα της κομματικής εξουσίας, αλλά από εκεί και πέρα αποτέλεσε την δημοκρατικότερη εκδοχή κόμματος στην μεταπολιτευτική μας ιστορία), δεύτερον μέσα από ένα ρωμαλέο κίνημα που κυριάρχησε –και ακόμα κυριαρχεί, σε κάποιον βαθμό…– στον συνδικαλιστικό και τον αυτοδιοικητικό χώρο και τρίτον, μέσω μιας σειράς σημαντικών μέτρων δημοκρατικού αλλά και αναδιανεμητικού χαρακτήρα.

Για τον λόγο αυτόν άλλωστε –και όχι βέβαια γιατί ο Ανδρέας Παπανδρέου κορόιδεψε, δήθεν, τον «αφελή» κόσμο της Αριστεράς…– άφησε στο πολιτικό περιθώριο τα δύο κομμουνιστικά κόμματα που προέκυψαν από την διάσπαση του ΚΚΕ (παρότι και τα δύο επεδίωκαν τότε να συνεργασθούν μαζί του), αλλά και ενσωμάτωσε στη συνέχεια ένα μεγάλο μέρος του στελεχιακού δυναμικού τους (κατά κύριο λόγο της ανανεωτικής πλευράς), ιδίως αφότου έκανε την συνετή και συνάμα διορατική επιλογή να δώσει την μάχη για τις ιδέες του παραμένοντας στην τότε ΕΟΚ και συμβάλλοντας εκ των έσω στον δημοκρατικό και κοινωνικό μετασχηματισμό της.

Ο Ανδρέας και ο Αλέξης…

Ως εκ τούτου, οποιαδήποτε σύγκριση τόσο του Ανδρέα Παπανδρέου όσο και του ΠΑΣΟΚ με τον Αλέξη Τσίπρα και την δεύτερη φορά –καταϊδρωμένη και μάλλον κακέκτυπη– Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, δεν αντέχει νομίζω σε σοβαρή κριτική. Υπάρχουν βέβαια, είναι αλήθεια, κάποιες εξωτερικές ομοιότητες, που εντοπίζονται κυρίως αφ’ ενός μεν στο σαφώς υποδεέστερο αλλά διόλου υποτιμητέο επικοινωνιακό χάρισμα του νυν πρωθυπουργού (και δευτερευόντως στην εύκολη προσαρμοστικότητά του στις εξελίξεις λόγω ιδίως ενός ισχυρού ενστίκτου πολιτικής επιβίωσης) αφ’ ετέρου δε στο ότι το θολό ριζοσπαστικό στίγμα και οι λαϊκίστικες και αριστερίστικες εξάρσεις του ΣΥΡΙΖΑ θυμίζουν σε αρκετά σημεία το πρώιμο ΠΑΣΟΚ, όπως το σκιαγράφησα προηγουμένως.

Ωστόσο, από εκεί και πέρα, οι διαφορές είναι τεράστιες. Τα πολιτικά πλεονεκτήματα του Αλέξη Τσίπρα θα ήταν δυνατόν να αποβούν επ’ ωφελεία της χώρας (και της Αριστεράς) μόνο αν είχε κινηθεί όπως ο Μπλέρ στην Αγγλία. Αν διέθετε, δηλαδή, ένα σοβαρό και συγκροτημένο επιτελείο (ανάλογων προδιαγραφών με αυτό του Γκόρντον Μπράουν), το οποίο αφ’ ενός θα είχε επεξεργασθεί ένα ριζοσπαστικό μεν πλην ρεαλιστικό σχέδιο για τη χώρα (για να το περάσει προς τα έξω και στην συνέχεια να το εξειδικεύσει, σε επίπεδο κυβέρνησης) και αφ’ ετέρου θα είχε συγκρατήσει τους λεονταρισμούς και τους μαξιμαλισμούς του, εμποδίζοντάς τον, ταυτόχρονα, τόσο να συνεργασθεί με την λούμπεν ακροδεξιά (αντί της κεντροαριστεράς…) όσο και να παραβιάσει όλες τις κόκκινες γραμμές, προκειμένου να παραμείνει στην εξουσία.

Με άλλα λόγια, μόνο ένα τέτοιο στιβαρό συλλογικό υποκείμενο –αντί του σημερινού εν πολλοίς προβληματικού και εξουσιολάγνου στενού επιτελείου του– θα μπορούσε να είχε καλύψει το εμφανές έλλειμμα θεωρητικής κατάρτισης, πολιτικής συνέπειας, γνώσης των υπερεθνικών συσχετισμών και –ιδίως– στρατηγικής, που δυστυχώς χαρακτηρίζει τον σημερινό πρωθυπουργό, επιβαρύνοντας δραματικά την θέση της χώρας αλλά και οδηγώντας σε μια γενικευμένη δυσφήμηση της Αριστεράς…

Το «κόμμα σκατζόχοιρος»

Ακόμα χειρότερα είναι τα πράγματα για τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, παρά τις κάποιες αξιόλογες και ανιδιοτελείς εξαιρέσεις, δυστυχώς έχει παραμείνει «κόμμα σκατζόχοιρος», δηλαδή κόμμα αυτιστικό και αυτοαναφορικό, χωρίς κανένα άνοιγμα στην κοινωνία αλλά και χωρίς κανένα σχεδόν έρεισμα στον συνδικαλισμό και την αυτοδιοίκηση (εξ ού και η προσπάθεια να επιβάλει στην τελευταία απλή αναλογική, μήπως και μπορέσει έτσι να επηρεάζει κάπως τις εξελίξεις…).

Στην πραγματικότητα ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελείται, όπως έχει λεχθεί προσφυώς, από «ιδεολογικούς πρόσφυγες», οι περισσότεροι από τους οποίους είναι ήδη μετέωροι, διότι δεν δελεάσθηκαν βέβαια από την δήθεν αριστερή του ρητορεία –η οποία έκανε τεράστια ζημιά στην εν γένει Αριστερά– αλλά από τις εκτός τόπου και χρόνου υποσχέσεις του ότι θα σχίσει τα μνημόνια και θα κατατροπώσει την Μέρκελ και τον Σόϊμπλε…

Παρακαταθήκη για τον προοδευτικό χώρο

Συμπερασματικά, ο Ανδρέας Παπανδρέου

Συνέχεια στο slpress.gr

 

Υ.Γ.: Ο γράφων, παρότι υπήρξε ιδρυτικό μέλος και στη συνέχεια πολιτικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, δεν ανήκε ποτέ στην κατηγορία των «ανδρεϊκών». Κάθε άλλο μάλιστα. Συχνά διαφώνησε ανοιχτά με επιλογές του Ανδρέα Παπανδρέου και παρότι του δόθηκαν πολλές ευκαιρίες, ουδέποτε επεδίωξε να τον γνωρίσει από κοντά και πολύ περισσότερο να αποκτήσει την εύνοιά του. Ως εκ τούτου, το παραπάνω κείμενο δεν αντανακλά μια συγκεκριμένη πολιτική στράτευση ή προτίμηση του παρελθόντος αλλά ένα καταστάλαγμα του παρόντος, στο οποίο συνέβαλε καθοριστικά η χρονική απόσταση από πρόσωπα και πράγματα και η συγκριτική αποτίμηση του ρόλου του Ανδρέα Παπανδρέου σε σχέση με άλλους ηγέτες, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.

spot_img

9 ΣΧΟΛΙΑ

  1. Η βαριά σκιά τού αλήστου μνήμης Παπανδρέου πέφτει ασφαλώς βαριά, ειδικά σήμερα, που καλούμαστε να πληρώσουμε την λαΐκιστικη και ανερμάτιστη πολιτική που εγκαινίασε. Μία πολιτική, που σκοπό είχε την εξαγορά ψήφων πάση θυσία. Κατάφερε μέσα στα πρώτα πέντε χρόνια τής διακυβέρνησης τού τόπου να τον φέρει στο χείλος τής χρεοκοπίας, δανειζόμενος χωρίς μέτρο, για να διορίζει άχρηστους και αργομίσθους, ως επί το πλείστον, με αντάλλαγμα, τι άλλο, την ψήφο.

    Τ’ άλλα όλα είναι για να έχομε να λέμε.

    Από το 1985 είχε προβλεφθεί η… πτώχευση της Ελλάδας

    Πριν 26 χρόνια… (προσοχή, το άρθρο έχει γραφεί το 2012).

  2. Αν δεν ηθελε να εξομοιωθει ο κ. Τσιπρας με τον Ανδρεα Παπανδρεου, σιγουρα δεν θα εγραφε ο κ. Σωτηρελης τοσα πολλα για τον Ανδρεα τον ιδρυτη του ΠΑΣΟΚ , που -περαν της οικονομικης καχεξιας την οποιαν μας κληρονομησε ,κυριως στην 10ετια του 1980 (ολοι θυμομαστε τον υπηρεσιακο πρωθυπουργο Ξενοφωντα Ζολωτα ,που τα Χριστουγεννα του 1989 δανειστηκε για να πληρωθουν μισθοι,δωρα και συνταξεις)-μας διελυσε ως κρατος , με την καταργηση της δημοσιουπαλληλικης ιεραρχιας και την καθιερωση των κομματικων συμβουλων-κομισαριων, ως πολιτικο συστημα με την αναθεωρηση του Συνταγματος το 1985 και την καιερωση του ανεξελεγκτου πρωθυπουργικου μοντελου και ως κοινωνια με την ταχεια -περαν του αναμενομενου- αφελληνοποιηση της παιδειας και την καταργηση των Ελληνικων κοινοτητων, που επιβιωσαν 150 χρονια μετα την επανιδρυση του νεου κρατους ,ενω επρεπε να κρατηθουν για να κρατησουν και τον ελληνικο πληθυσμο στην υπαιθρο,κυριως των βορειων συννορων. Ως πολιτικος αρχηγος-ηγετης ΣΙΓΟΥΡΑ πετυχε, ως πρωθυπουργος ομως ΟΛΩΝ των Ελληνων-εκ της σημερινης γενικης παρακμης και της πολιτικης κληρονομιας που μας αφησε απετυχε παταγωδως σε συγκριση με τους αλλους δυο πολιτικους αειμνηστους Καραμανλη και Μητσοτακη και αν δεν ηταν ο κ. Σημιτης να εξευρωπαισει το κομμα του μετα το Μααστριχτ θα συνεχιζε να ειναι το ιδιο με τον ΣΥΡΙΖΑ. Ποσο σοσιαλδημοκρατη μπορει να φανταστει ο κ. Σωτηρελης τους κ.κ. Λαλιωτη , Τζουμακα και τους γνωστους,η,αγνωστους αλλους;;;.

  3. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, που ακόμη υπάρχουν θαυμαστές του, δεν κατέστρεψε την Ελλάδα, ή έστω έβαλε την αρχή τής καταστροφής, μόνον οικονομικά, αλλά και κοινωνικά, πολιτισμικά και ηθικά. Δίδαξε την αρπαχτή, τον εύκολο πλουτισμό, την ήσσονα προσπάθεια και “θεσμοθέτησε” (πρωτοφανές για πρωθυπουργό!) την κλοπή τού δημοσίου χρήματος (“όποιος διαχειρίζεται δημόσιο χρήμα, έχει το δικαίωμα να κάνει κι ένα δωράκι στον εαυτό του, αλλά όχι και 500 εκατομ). Αυτό μετρά παραπάνω από την οικονομική καταστροφή.

    Μετά την δικτατορία, είχαν κοπάσει τα κομματικά μίση, ο κόσμος έδειξε να καταλαβαίνει ότι δεν οδηγούν πουθενά. Με την άνοδο τού ΠαΣοΚ στην εξουσία, φούντωσαν ξανά. Όπως και παλαιότερα επί Βενιζέλου, αδέλφια έπαψαν να μιλάνε με αδέλφια, στην ύπαιθρο παρουσιάστηκαν ξανά τα χωριστά καφενεία, μπλε και πράσινα, οι δε πρασινοφρουροί του, ακαμάτηδες που διόριζε με δανεικά στο δημόσιο για να παρακολουθούν τούς “υπόπτους”, κάρφωναν -αυτήν την δημοκρατία έφερε, τρομάρα του!- και οι μεταθέσεις έπεφταν σύννεφο. Οι εφημερίδες τού ΔΟΛ αγοραζόταν υποχρεωτικώς από τις ΔΥ και αλίμονο στο ΔΥ που θα διάβαζε “Καθημερινή”, ή “Ελεύθερο Τύπο”. Όπως επί δικτατορίας, έτσι και τότε αγόραζαν αντιπολιτευόμενες εφημερίδες προσεκτικά και από γνωστούς περιπτεράδες. Φαίνεται ότι κάποιοι τα “ξεχάσαν” αυτά, η δε θέλουν να τα ξέρουν.

    Είπαν ότι ήταν σπουδαίος οικονομολόγος. Μία μάπα και μισή ήταν. Προσπάθησε να φέρει ανάπτυξη στην Ελλάδα δια τής καταναλώσεως, προφανώς μιμούμενος τον Ρούσβελτ, αλλά παραβλέποντας ότι η Ελλάδα δεν ήταν ΗΠΑ. Όντως το 1932 επί Ρούσελτ, τη συμβουλή τού Κέϋνς, το κράτος προσλάμβανε ανέργους έστω κι αν δεν τούς χρειαζόταν, προκειμένου να αποκτήσουν εισόδημα και να κινήσουν την αγορά. Έτσι αντεστράφη στις ΗΠΑ η ύφεση, που είχε δημιουργηθεί από το κραχ του 1929.

    Η οικονομικές συνταγές, όμως, δεν είναι σαν αυτές τής Βέφας Αλεξιάδου, που μπορείς να τις χρησιμοποιείς οπουδήποτε κι αυτό όφειλε να το γνωρίζει ο μέγας οικονομολόγος, αφού είναι φαεινότερον ηλίου. Στις ΗΠΑ οι άνεργοι πληρώθηκαν με αμερικανικά δολλάρια και αγόραζαν αμερικανικά προϊόντα. Στην Ελλάδα πληρώνονταν με δανεικά και αγόραζαν κυρίως ξένα (εισαγόμενα) προϊόντα. Παρουσιάστηκε, βεβαίως, μία κίνηση στην αγορά, που έδωσε την εντύπωση τής ευμάρειας, αλλά γρήγορα έμελλε να φανεί πόσο επίπλαστη ήταν η ευμάρεια αυτή. Τώρα πληρώνομε την λυπητερή της.

    Έδωσε βορά στα συνδικάτα τις βιομηχανίες (βλέπε ΒΙΑΜΑΞ και όχι μόνο, στους αγροτοσυνεταιρισμούς την γεωργία και την εμπορία των γεωργικών προϊόντων και τόσο στα συνδικάτα, όσο και στους συνεταιρισμούς, οι “πράσινοι” πρόεδροι βόλευαν συγγενείς και γνωστούς, μέχρι που βρέθηκαν όλοι χρεοκοπημένοι και τα χρέη τους ενεγράφησαν ασφαλώς στον κρατικό προϋπολογισμό -όπως θα γραφούν, αν δεν έχουν ήδη γραφεί, κι αυτά των κομμάτων- και σήμερα τα πληρώνομε όλοι.

    Την πολιτική τού Παπανδρέου ακολούθησαν υποχρεωτικώς και οι άλλες κυβερνήσεις, διαφορετικά θα είχαν πολιτικό κόστος, και φθάσαμε εδώ που φθάσαμε.

    Μήπως είναι καιρός να δουν κάποιοι την αλήθεια με τον μεγάλο “ηγέτη” (λέγε λαοπλάνο), που η ανάμειξή του στην πολιτική είχε ολέθριες συνέπειες για την πατρίδα μας;

      • Τρίτη γενιά. Από τους τρεις, όμως, κανείς δεν έφθασε τον μεσαίο στο μέγεθος καταστροφής.

        Και να φανταστεί κανείς ότι τον είχε φέρει το 1961 ο Καραμανλής στην Ελλάδα (Κύριος οίδε τι δεσμεύσεις είχε αναλάβει κι αυτός) και ως Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και Επιστημονικός Διευθυντής του νεοσύστατου Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), καθώς και Σύμβουλος της Τράπεζας της Ελλάδος, έπαιρνε μηνιαίο μισθό 85.000 δρχ.!!

  4. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Τα πασοκόσκυλα με την Αυριανή στην τσέπη να τραμπουκίζουν προς όλες τις κατευθύνσεις; Τον Κουτσόγιωργα; Τον Τόμπρα; Τον Ακριβάκη; Το κανάλι 29; Τον απίθανο με το καλαμπόκι;

    Κάποιοι στην Καλαμαριά, διακόσμησαν το άγαλμα του μεγαλύτερου πολιτικού απατεώνα του 20ού αιώνα, ακριβώς όπως του αρμόζει.

    http://img156.imagevenue.com/img.php?image=10403_agalma_122_199lo.jpg

  5. Ἄν καί δέν ὑπῆρξα θαυμάστριά του, ἔζησα ὅμως ὅλη τήν περίοδο μέ τά πράσινα καί μπλέ στεγανά, κάπως σάν ἀναβίωση τοῦ ἐμφυλίου καί μπορῶ νά τήν χαρακτηρίσω σάν λαίλαπα τῆς ΄ἰσότητας΄. Θεωρῶ πολύ ἄδικο γιά τήν οἰκογένεια αὐτή νά ἔχει ρουφήξει ὅλα τά ἀρνητικά τῆς ἑλληνικῆς πραγματικότητας.Τήν περίοδο ὅμως αὐτή, βγῆκαν στήν ἐπιφάνεια ὅλα τά ἀρνητικά καί τά ἀπωθημένα μιᾶς μερίδας τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας, μπορεῖς νά τά πεῖς ταξικά καί αὐτή εἶναι μέρος τῆς ἀλήθειας μας. Κατά καιρούς στήν πολιτική στήν χώρα μας ἀναλαμβάνουν τήν φαινόμενη ἡγεσία, καί μιλάω γιά τούς μεγάλους πολιτικούς μας, γνῶστες μιᾶς πραγματικότητας καί μέ ἱκανότητες, καί οἱ ὁποῖοι ἀπό ἄλλους λατρεύτηκαν καί ἀπό ἄλλους μισήθηκαν, τό δέ ἔργο τους ἀποτιμᾶται ἀνάλογα, ἡ κριτική ὅμως εἶναι πολύ εὔκολη ἀπό μακριά γιά ἀνθρώπους πού παλεύουν μέ τόσες ἀντιξοότητες, ἐνῶ τό ζητούμενο εἶναι ἡ ἱκανή συμμετοχή πολλῶν στήν ἀνεύρεση λύσεων. Τό ἀποτέλεσμα αὐτῶν τῶν ἐτῶν, ἐκτός ἀπό τήν οἰκονομική καταστροφή καί τά θύματά της, πού θεωρῶ ὅτι μία ἐνεργή κοινωνία θά ἔπρεπε νά προλαμβάνει, ἦταν ἡ ἐξουθένωση ἕως καταργήσεως τῆς ἀστικῆς τάξης, μικροαστικῆς στήν Ἑλλάδα, ἡ ἀπαξίωση ὁτιδήποτε ἑλληνικοῦ καί ὀρθόδοξου τρόπου, κάθε ἔννοιας δημοκρατίας καί πραγματικῆς ἰσότητας. Γιατί καλύτερα εἶναι νά εἴμαστε φτωχοί καί τίμιοι παρά πλούσιοι χωρίς τσίπα, ἀλλά ἰσότητα χωρίς ἀξίες, χωρίς ἰδανικά, χωρίς ἀνώτερους στόχους γιά τόν ἄνθρωπο δέν ἀποτελεῖ σκοπό. Στήν ἐποχή μας εἰδικά πού ἔχει καταργήσει τήν δουλεία ἔχοντας στήν ὑπηρεσία τοῦ ἀνθρώπου ὑπολογιστές καί τόσα τεχνολογικά μέσα. Τά ἴδια θέματα ὑπάρχουν στήν ἑλληνική ἰδιαιτερότητα ἀπό τήν ἀρχαιότητα. Εἶναι γνωστό ὅτι ὁ Πλάτων στή Σικελία πουλήθηκε σάν δοῦλος, τόν αγόρασε ὅμως «ο ασημος φιλόσοφος Αννίκερις, πληρώνοντας για λύτρα είκοσι (20) μνες. Ο ελεύθερος πλέον Πλάτων επέστρεψε τα χρήματα στον ελευθερωτή του, αλλ’ εκείνος δεν τα δέχτηκε. Σκέφτηκε τότε να τα ξοδέψει κάπου επάξια. Αγόρασε λοιπόν ένα μικρό κτήμα πλησίον του γυμνασίου της Ακαδημίας κι εκεί ίδρυσε τη σχολή του. Από το γυμνάσιο πήρε και τ’ όνομά της. Φαίνεται ότι πρόσθεσε δέκα (10) ακόμη μνες στα λύτρα, αφού, κατά μαρτυρία του Πλούταρχου, το οικόπεδο στοίχιζε τριάντα (30) μνες ή (30 X 100=) 3.000 δραχμές4.»

    • Σας συγχαιρω για το πολυτονικο , που μαλλον σας κουρασε και καλα κανατε και καταληξατε με το μονοτονικο. Παντως για τον Πλατωνα, επειδη ο Πλουταρχος δεν ηταν συγχρονος του , ισως να μη συνεβησαν τα γεγονοτα ,οπως τα περιγραφει. Ειναι ομως αποδεκτα ,γιατι φρονηματιζουν. Οσο για τους πολιτικους καλα ειναι να μη τους θαυμαζουμε, γιατι ο θαυμασμος περιεχει περισσοτερο συναισθημα . Κρινονται -και πρεπει- απο τα συνολικα αποτελεσματα της πολιτικης τους, κατα την Ιπποκρατειο ρηση για τους ασθενεις” ωφελεην ,η, βλαπτειν την Πατριδα και τους Πανελληνες”.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
38,200ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα