Τις τελευταίες μέρες έχουν πυκνώσει απειλητικά τα μηνύματα που έρχονται από την πολεμοχαρή Τουρκία που ευθέως και απροκάλυπτα απειλούν τα νησιά μας (και όχι μόνο)
Τις τελευταίες μέρες έχουν πυκνώσει απειλητικά τα μηνύματα που έρχονται από την πολεμοχαρή Τουρκία που ευθέως και απροκάλυπτα απειλούν τα νησιά μας (και όχι μόνο).
Και ο απλός πολίτης εύλογα αναρωτιέται τι από όλα αυτά ισχύει, πόσο πραγματικός είναι ο κίνδυνος, αλλά σε γενικές γραμμές, του είναι αδύνατον να παρακολουθήσει όλες τις περισπούδαστες εξηγήσεις για το τι μπορεί να συμβεί και πόσο πρέπει να ανησυχήσει.
Ας μου επιτραπεί και εμένα, ως πολίτης, να κάνω μερικές απλοϊκές σκέψεις:
Ολα τα άλλα που αναφέρονται, δηλαδή προκλήσεις στον αέρα, γεωτρήσεις, ενέργειες έρευνας και διάσωσης, είναι στη σφαίρα της «ήπιας πρόκλησης», ενώ το μόνο που θα τον ηρωοποιήσει είναι να καταλάβει ένα, έστω μικρό, κομμάτι ελληνικού εδάφους.
Ποιο είναι το πεδίο; Μα το Αιγαίο με τα αναρίθμητα μεγάλα και μικρά νησιά και νησίδες του. Δεν έχει σημασία για αυτόν αν θα καταλάβει μικρό ή μεσαίο νησί. Σημασία έχει να καρφώσει την ημισέληνο σε ελληνικό έδαφος. Ολα τα άλλα είναι παρελκόμενα και δευτερεύουσας σημασίας.
Ποιος μπορεί να προστατεύσει τα νησιά μας, τις νησίδες μας και τις βραχονησίδες μας; Μα μόνο ο ελληνικός πολεμικός στόλος. Και πώς θα τα προστατεύσει; Με δεδομένο ότι για τους Τούρκους κάθε στόχος είναι σε απόσταση λιγότερο από μία ώρα για τις αποβατικές τους ορδές, ενώ για εμάς η αντίδραση του στόλου μας (και των ειδικών δυνάμεων που μεταφέρει) βρίσκεται σε απόσταση τουλάχιστον 10 ωρών, το πρόβλημα γίνεται ολοφάνερο. Ετσι βρισκόμαστε σε μια πολύ μειονεκτική κατάσταση, την οποία πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Αλλά με ποιον τρόπο; Δεν υπάρχει άλλος από τη συνεχή και αδιάκοπη παρουσία ολόκληρου του στόλου στο Ανατολικό Αιγαίο, από τις ακτές της Θράκης έως το Καστελλόριζο. Είναι δυνατόν να γίνει αυτό; Βεβαίως και είναι, και το ναυτικό μας το απέδειξε αυτό περίτρανα τον Αύγουστο του 2020.
Εχουμε και τον αριθμό και την ποιότητα των πλοίων να κάνουμε το Ανατολικό Αιγαίο θάλασσα που θα στείλει οποιαδήποτε τουρκική προκλητική ή επιθετική ενέργεια στον βυθό της θάλασσας.
Πρέπει να φροντίσουμε τα πλοία μας να είναι εφοδιασμένα με ό,τι απαιτείται, ώστε να είναι ετοιμοπόλεμα ανά πάσα στιγμή.
Ιδίως σήμερα που ο στόλος μας είναι σε καλύτερη κατάσταση από το 2020, έχει πια δυνατότητες συνεχούς υποστήριξης και ανεφοδιασμού στο πεδίο (που δεν είχε παλαιότερα) και έτσι μπορεί πράγματι να παραμείνει στις θέσεις του στο Αιγαίο για πολλές εβδομάδες.
Για να γίνουν όμως αυτά και να θωρακιστεί όλη η περιοχή και να καταστεί απροσπέλαστη για οποιαδήποτε, έστω και μικρή, τουρκική πρόκληση, απαιτούνται δύο κομβικά στοιχεία:
Πρώτον, η απόλυτη και σθεναρή πολιτική βούληση της πολιτείας και των Ενόπλων Δυνάμεων να απαντήσουν δυναμικά σε οποιαδήποτε πρόκληση των Τούρκων. Κανείς Ελληνας δεν περιμένει τίποτα λιγότερο από αυτό και ξέρουμε όλοι ότι μπορούμε να βασιζόμαστε και στην πολιτική και στη στρατιωτική ηγεσία.
Και δεύτερον και ουσιαστικότερον, να φροντίσουμε τα πλοία μας να είναι εφοδιασμένα με ό,τι απαιτείται από ανταλλακτικά, εφόδια, καύσιμα και πυρομαχικά και οτιδήποτε άλλο χρειάζεται, να τους έχουν γίνει οι απαραίτητες συντηρήσεις και επισκευές, ώστε να είναι ετοιμοπόλεμα ανά πάσα στιγμή.
Και, για να καταλήξουµε στο «διά ταύτα», απαιτείται –το έχουμε τονίσει πολλές φορές– άμεση και δραστική οικονομική ενίσχυση του λειτουργικού προϋπολογισμού του Πολεμικού Ναυτικού, η οποία έχει περιοριστεί δραματικά τα τελευταία χρόνια.
Αν δεν γίνει αυτό αμέσως και επισυμβεί κάποια εθνική ντροπή ή καταστροφή, δεν θα ήθελε κανείς να είναι στη θέση των υπεύθυνων για αυτή την πολυετή εγκατάλειψη του στόλου μας.
Επείγει λοιπόν να κινητοποιηθεί άμεσα η ηγεσία και των Ενόπλων Δυνάμεων και του υπουργείου Οικονομικών και, ιδίως, του πρωθυπουργού για να δοθεί άμεσα λύση του μακροχρόνιου αυτού προβλήματος, πριν βρεθούμε μπροστά σε μη αναστρέψιμες καταστάσεις.
* Ο κ. Πάνος Λασκαρίδης είναι εφοπλιστής.
“Καθημερινή”
“Πρώτον, η απόλυτη και σθεναρή πολιτική βούληση της πολιτείας…” Αυτή είναι ανύπαρκτη και γι αυτό δεν μπορούμε να βασιζόμαστε στην πολιτική μας ηγεσία. Πού ζει ο αρθρογράφος;.