Του Αλκη Καλλιαντζίδη, Οικονομολόγου [email protected] www.kalkis.eu
Η Ρώμη όφειλε, ως γνωστόν, να παρουσιάσει την τροποποιημένη έκδοση του προϋπολογισμού της για το 2019 στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή έως τα μεσάνυχτα της 13ης Νοεμβρίου 2018. Και δεν έδειξε καμία διάθεση να το πράξει, διαγράφοντας μια μακρά περίοδο κοινοτικών κυρώσεων αλλά και μια πιθανότατη απειλή οικονομικής επίθεσης που θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν οι αγορές εξαιτίας της ταχείας επιδείνωσης των θεμελιωδών στοιχείων της ιταλικής οικονομίας. Για αυτό και οι δημοσιογράφοι Jérôme Gautheret και Marie Charrel στον ηλεκτρονικό Le Monde έγραψαν στις 13-11-2018 : «Η Ιταλία ξυπνά το φάντασμα της κρίσης του 2015 στην Ελλάδα».
Εκ πρώτης όψεως, η σύγκριση μεταξύ της σημερινής Ιταλίας της ακροδεξιάς Λέγκας και της ευρωσκεπτικιστικής σύμπραξης των πέντε αστέρων και της Ελλάδας των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ πριν από τρία χρόνια είναι δελεαστική. Τον Ιανουάριο του 2015, η δήθεν ριζοσπαστική αριστερά του Αλέξη Τσίπρα ανέλαβε την εξουσία με την υπόσχεση να σαρώσει την λιτότητα και να αποτινάξει τον ζουρλομανδύα των Μνημονίων των Βρυξελλών. Οι τόνοι ανέβηκαν τότε ταχύτατα μεταξύ της Αθήνας και των ευρωπαίων εταίρων της. Το κολοσσιαίο επίπεδο του ελληνικού χρέους (180% του ΑΕΠ) ανησυχούσε, όπως και σήμερα της Ιταλίας (130%). Το σενάριο ενός Grexit, μιας ελληνικής εξόδου από τη ζώνη του ευρώ και την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, ερέθιζε τα πνεύματα.
Αλλά ο σχετικός παραλληλισμός σταματά εκεί. Καταρχήν, επειδή η ελληνική οικονομία, την περίοδο των Μνημονίων, βρισκόταν σε κατάσταση στασιμο-χρεοκοπίας ασύμβατη με την κατάσταση της Ιταλίας σήμερα. Το ελληνικό ΑΕΠ υποχώρησε κατά 27% κατά τη διάρκεια της ύφεσης. Οι τράπεζες δεν δάνειζαν πλέον στις ΜΜΕ. Η ανεργία είχε ανέλθει στο 27%. Σχεδόν τίποτα στην ελληνική δημόσια διοίκηση δεν λειτουργούσε. «Ακόμη και αν η ιταλική οικονομική δραστηριότητα βρίσκεται σήμερα σε στασιμότητα, τα βασικά της οικονομικά μεγέθη είναι πολύ πιο υγιή σε σχέση με τα ελληνικά, ο βιομηχανικός ιστός της είναι πιο διαφοροποιημένος, η ανεργία στο 10,1% είναι πολύ χαμηλότερη και η χώρα παρουσιάζει πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών» λέει ο Gilles Moec, οικονομολόγος της Bank of America ML. Επιπλέον, το χρέος της Ιταλίας οφείλεται κατά το 60% στους κατοίκους της, γεγονός που καθιστά την κυβέρνηση λιγότερο εξαρτημένη από τον έξω κόσμο. Πάνω απ ‘όλα που η Ιταλία είναι η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στη ζώνη του ευρώ, με το ΑΕΠ της 10 φορές μεγαλύτερο από αυτό της Ελλάδας. Έχει στενούς εμπορικούς και τραπεζικούς δεσμούς με τους γείτονές της, εκεί όπου το 2015 οι ευρωπαϊκές τράπεζες είχαν ήδη απεμπλακεί από την έκθεσή τους στο χρέος της Ελλάδας. Με άλλα λόγια η Ρώμη έχει σήμερα πολύ μεγαλύτερα μέσα πίεσης των Βρυξελλών, διότι ένα Italexit θα είχε καταστροφικές συνέπειες για όλους.
Το 2015, πέρασαν έξι μήνες μεταξύ της εκλογής του Τσίπρα και της στιγμής που υπέγραψε το 3ο μνημόνιο λιτότητας με τους πιστωτές, έναντι ενός δανείου 86 δις ευρώ. Το μπρα ντε φερ μεταξύ Ρώμης και Βρυξελλών θα μπορούσε να διαρκέσει περισσότερο, ίσως και μετά από τις ευρωεκλογές του Μαΐου 2019, εκτός κι αν οι αγορές αποδειχθούν πιο βιαστικές από τις Βρυξέλλες, αν δούμε ότι χθες ανέβασαν το επιτόκιο για το δεκαετές ιταλικό ομόλογο. Το στοίχημα της ιταλικής κυβέρνησης είναι αν, έναντι του υπαρκτού κινδύνου, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα καμφθεί και θα επεκτείνει το πρόγραμμά της για αγορές δημόσιου χρέους, που αναμένεται να σταματήσει στα τέλη Δεκεμβρίου 2018. Ακόμα κι αν εφαρμόσει ένα νέο πρόγραμμα για να εμποδίσει την άνοδο των ιταλικών επιτοκίων που θα μπορούσαν να μολύνουν και τα επιτόκια των άλλων χωρών του Νότου (όπως π.χ. συνέβη ήδη με το ελληνικό χθες). «Αδύνατο λέει μια ευρωπαϊκή πηγή. Ποτέ οι βόρειες χώρες της ευρωζώνης δεν θα συμφωνήσουν να καταπιούν ένα τέτοιο χάπι». Προς το παρόν, οι αγορές αρνούνται να πιστέψουν ότι αυτός ο πόλεμος νεύρων θα μετατραπεί σε συστημική κρίση. Βεβαίως, τα επιτόκια των ιταλικών δεκαετών ομολόγων κυμαίνονται τώρα γύρω στο 3,55% (4,55% των ελληνικών), κάτι που αρχίζει να στοιχίζει ακριβά στις τράπεζες. Όμως, η συγκυρία είναι πολύ πιο ευνοϊκή από ό, τι το 2015. Η μόλυνση στην Ισπανία και την Πορτογαλία παραμένει περιορισμένη γιατί βγήκαν εγκαίρως από την κρίση. Δεν καθυστέρησαν «ηρωικά», όπως η Ελλάδα των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Ειδικά επειδή υπάρχει μια άλλη θεμελιώδης διαφορά με την Ελλάδα του 2015 : η πολιτική. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν υποτίθεται ένα αριστερό κόμμα με σχετικά κλασσική λογική, με ένα ακροδεξιό εταίρο τους ΑΝΕΛ. Ο ιταλικός συνασπισμός εξουσίας που σχηματίστηκε από τα 5 αστέρια (M5S) και τη Λέγκα είναι πολύ πιο περίπλοκος και ασταθής. Ο Σαλβίνι έχει πάρει το πάνω χέρι και η δημοτικότητά του εκνευρίζει τον Ντι Μάίο. Στο Παρίσι και στο Λονδίνο, οι επενδυτές εξομολογούνται ότι δεν γνωρίζουν ποια λόγια του συνασπισμού να εμπιστευθούν, τόσο πολύ μάλιστα, ώστε να επιλέγουν επί του παρόντος τη στάση αναμονής, αξιοποιώντας το γεγονός ότι η Ρώμη θα υιοθετήσει σύντομα μια λιγότερο ακανόνιστη κατευθυντήρια πορεία. Ή θα πέσει, ως θύμα των αντιφάσεών της.
Πρέπει να στηριχθούμε στο οικονομικό πρόγραμμα των 5 αστέρων M5S, το οποίο προβλέπει αύξηση των δημόσιων δαπανών και επιστροφή του εργατικού δικαίου στα παλιά (σύνταξη στα 60 αντί στα 62 χρόνια); Πρέπει αντίθετα να πιστέψει κανείς στις υποσχέσεις για φορολογικές ελαφρύνσεις, για περικοπές στα κοινωνικά βοηθήματα και τη φορολογική αμνηστία που υπερασπίζεται η Λέγκα; ‘Η είναι καλύτερα, τελικά, να επιμείνουμε στην εξήγηση της «σύμβασης της κυβέρνησης», η οποία προσπαθεί να παντρέψει αυτές τις αντιτιθέμενες επιλογές μέσα σε ένα πυροτέχνημα νέων δαπανών, που εγγυάται η υπόσχεση μιας αβέβαιης μελλοντικής ιταλικής ανάπτυξης; Οι δύο εταίροι της ιταλικής κυβέρνησης, Luigi Di Maio και Matteo Salvini, διαβεβαιώνουν ότι το πρόγραμμά τους δεν είναι ούτε δεξιό ούτε αριστερό. Ίσως έχουν δίκιο. Η πολιτική τους επιτυγχάνει να είναι τόσο υπερβολικά φιλελεύθερη όσο και πολύ του «λεφτά υπάρχουν». Για αυτό καταλαβαίνουμε και την αμηχανία των επενδυτικών αναλυτών.
Το κυβερνητικό σχέδιο των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στην Ελλάδα ήταν πιο λαϊκίστικα ευανάγνωστο και η πρόκληση που έθετε στους ευρωπαίους ήταν αναφορικά με τις κακουχίες του ελληνικού λαού. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο η κυβέρνηση Τσίπρα υποστηρίχθηκε τελικά (μετά την κωλοτούμπα του) από πολλά κράτη, μεταξύ των οποίων η Γαλλία και… η Ιταλία, που εργάστηκαν για μήνες για να μαλακώσουν την σκληρή θέση των χωρών της Βόρειας Ευρώπης.
Σήμερα, η Ρώμη βρίσκεται απομονωμένη στην ευρωζώνη. Η Ελλάδα βλέπει με ένα πολύ κακό μάτι οτιδήποτε θα μπορούσε να απειλήσει την επισφαλή ισορροπία της. Η Ισπανία και η Πορτογαλία, μόλις έχουν αναρρώσει και γρήγορα πήραν τις αποστάσεις τους. Όσο για τη Γαλλία, δεν έχει κανένα λόγο να είναι φιλική με μια κυβέρνηση που την κατηγορεί εδώ και μήνες. Αλλά ακόμη και μέσα από αυτή την οπτική γωνία, αυτή η απομόνωση δεν είναι δραματική ακόμα, αν και οι δεξιοί στην εξουσία της Αυστρίας και της Ολλανδίας αντέδρασαν χθες για την ιταλική απειθαρχία. Το κύριο «πλεονέκτημά της» είναι το μέγεθός της, ήτοι τα πολλά και μεταδοτικά «εκρηκτικά» με τα οποία είναι ζωσμένη. Εάν η Ιταλία καταρρεύσει, κανείς δεν αγνοεί, στην Ευρώπη και αλλού, ότι κανένας δεν θα βγει αλώβητος. Αλλά δεν βρισκόμαστε στο πρώτο εξάμηνο του 2010, όταν η ευρωζώνη δεν είχε τότε κανένα αμυντικό όπλο έναντι της ελληνικής κρίσης χρέους. Σήμερα διαθέτει, έστω κι αν δεν είναι του ιταλικού μεγέθους.
Πάντως, εάν το έλλειμμα και το χρέος μιας χώρας συνέβαλαν στην μεγέθυνσή της, εδώ και καιρό η Ελλάδα, η Ιταλία και η Γαλλία θα ήταν, αναπτυξιακά, οι πρωταθλητές της Ευρώπης. Όμως δεν είναι. Γιατί αυτή η προσέγγιση δεν έχει δικαιωθεί από τα αποτελέσματα.